Νέα ένδειξη της ηπαρίνης χαμηλού μοριακού βάρους στην αντιμετώπιση της θρόμβωσης σε ογκολογικούς ασθενείς ανακοινώθηκε από τη LEO Pharma Hellas.
Σύμφωνα με τον Νίκο Ραγκούση, γενικό διευθυντή της LEO Pharma Hellas, «η νέα ένδειξη της χαμηλού μοριακού βάρους ηπαρίνης μας θα συνεχίσει να συμβάλει στην περαιτέρω βελτίωση της αντιμετώπισης της θρόμβωσης στους ογκολογικούς ασθενείς, μια ιδιαίτερα ευαίσθητη ομάδα συνανθρώπων μας. Έτσι τόσο οι θεράποντες ιατροί όσο και οι ίδιοι οι ογκολογικοί ασθενείς θα μπορούν απερίσπαστα να εστιάσουν στην αποτελεσματική αντιμετώπιση της νόσου τους, περιορίζοντας τον κίνδυνο επιπλοκών που σχετίζονται με την θρόμβωση, με τη χρήση μιας από τις πλέον τεκμηριωμένες ηπαρίνες χαμηλού μοριακού βάρους στον τομέα της ογκολογίας».
Η ηπαρίνη χαμηλού μοριακού βάρους χορηγείται υποδορίως για την αντιμετώπιση της ΦΘΕ (φλεβικής θρομβοεμβολής), συμπεριλαμβανομένης της εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης και της πνευμονικής εμβολής. Σύμφωνα με τη νέα περίληψη των χαρακτηριστικών του προϊόντος (ΠΧΠ) του ΕΟΦ, η τινζαπαρίνη ενδείκνυται επίσης και για τη “Μακροχρόνια θεραπεία της συμπτωματικής φλεβικής θρομβοεμβολής και πρόληψη των υποτροπών σε ασθενείς με ενεργό καρκίνο”.
Η φλεβική θρομβοεμβολή (ΦΘΕ) έχει σοβαρές κλινικές επιπτώσεις και επίδραση στην κλινική πορεία της κακοήθους νόσου, αυξάνοντας τη νοσηρότητα και τη θνησιμότητα. Μπορεί να μειώσει αισθητά την ποιότητα ζωής του ασθενούς, επιβαρύνοντας σημαντικά μια ήδη σοβαρή κατάσταση. Εκτιμάται ότι ένας στους πέντε ογκολογικούς ασθενείς θα εμφανίσει αρτηριακή ή φλεβική θρόμβωση στην πορεία της φυσικής εξέλιξης της νόσου. Οι ογκολογικοί ασθενείς με ιστορικό ΦΘΕ διατρέχουν 6-7 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο επανεμφάνισης ΦΘΕ σε σύγκριση με ογκολογικούς ασθενείς χωρίς ιστορικό ΦΘΕ. Επιπλέον, η θρόμβωση αποτελεί κύρια αιτία θανάτου στους ογκολογικούς ασθενείς, καθώς ευθύνεται γα περίπου 10% των θανάτων.
Το ποσοστό ΦΘΕ είναι ιδιαίτερα υψηλό το πρώτο διάστημα μετά τη διάγνωση του καρκίνου, ο δε κίνδυνος εκδήλωσης επεισοδίου ΦΘΕ είναι υψηλότερος τους πρώτους 3 μήνες μετά την αρχική διάγνωση, ενώ παραμένει σχετικά αυξημένος επί σειρά ετών. Θεωρείται πλέον ότι η ΦΘΕ αποτελεί χρόνια συνοδό πάθηση στους ογκολογικούς ασθενείς, επειδή ο κίνδυνος υποτροπής της διαρκεί για πολλά χρόνια μετά την αρχική εκδήλωση. Συνεπώς, είναι ζωτικής σημασίας η εξασφάλιση κατάλληλης πρόληψης και θεραπείας της θρόμβωσης που συνδέεται με τον καρκίνο, έτσι ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι επιπτώσεις στη ζωή των ογκολογικών ασθενών και να αποφευχθούν οι υποτροπές, προκειμένου να μειωθεί η γενικότερη επιβάρυνση των συστημάτων υγείας.