Σύμφωνα με μελέτη του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ) και της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ), κάθε φορά που εγκρίνεται μια κλινική μελέτη έρχονται στη χώρα μας περίπου 250.000 ευρώ άμεσης επένδυσης και προκαλείται, βάσει των δημοσιευμένων δημοσιονομικών πολλαπλασιαστών, καθαρή αύξηση στο ΑΕΠ περίπου 875.000 ευρώ. Από τα 35 δισ. ευρώ που διατίθενται για την κλινική έρευνα στην Ευρώπη, η Ελλάδα απορροφά μόλις 80 εκατ. ευρώ, ενώ το Βέλγιο που έχει πληθυσμό ανάλογο της χώρα μας προσελκύει περισσότερα από 2 δισ. ευρώ ετησίως. Χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ Πασχάλης Αποστολίδης έχει επισημάνει ότι το συνολικό ποσό που χάνεται από τις κλινικές μελέτες κάθε χρόνο θα μπορούσε να αντικαταστήσει την εισφορά για τον ΕΝΦΙΑ. Παράλληλα έχει υπολογιστεί ότι θα μπορούσαν να δημιουργήσουν περίπου 20.000 θέσεις εργασίας.
Πέρα όμως από τις οικονομικές απολαβές μεγάλοι χαμένοι είναι και οι Έλληνες ασθενείς, ειδικά εκείνοι με σπάνια νοσήματα, αφού δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες, χάνοντας έτσι την ελπίδα να θεραπευθούν ή έστω να παρατείνουν με ποιότητα τη ζωή τους.
Ποιοι βάζουν όμως τα εμπόδια και δεν γίνονται περισσότερες κλινικές μελέτες στην Ελλάδα; Ποια είναι αναλυτικά τα οφέλη στην εθνική οικονομία, στο ΕΣΥ, στους ασθενείς και τους επαγγελματίες Υγείας; Ποια είναι η ζοφερή πραγματικότητα; Τι πρέπει να γίνει;
Ο Γιάννης Χονδρέλης, μέλος της Επιτροπής Κλινικών Μελετών του ΣΦΕΕ και Δ/ντής Κλινικών Ερευνών & Εγκρίσεων της ΦΑΡΜΑΣΕΡΒ-LILLY ΑΕΒΕ, με αφορμή την ομιλία του στο 6th Clinical Research Conference, με συνέντευξη του στην κάμερα του NEXTDEAL και τον ιατρικό μας συντάκτη Άρη Μπερζοβίτη, απαντά σε όλα τα παραπάνω ερωτήματα.