Της Φωτεινής Ν. Σκοπούλη, Διευθύντρια Β’ Παθολογικής Κλινικής Ευρωκλινική Αθηνών
Το ανοσολογικό σύστημα του οργανισμού έχει καθοριστικό ρόλο για τη διατήρηση της υγείας μας. Υπάρχουν, όμως, περιπτώσεις που «μπερδεύει» το ρόλο του και αντιμετωπίζει ως εχθρό στοιχεία του ίδιου μας του οργανισμού.Το αποτέλεσμα είναι τα αυτοάνοσα νοσήματα, από τα οποία πάσχει το 5% του πληθυσμού. Οι τελευταίες ιατρικές εξελίξεις έχουν συμβάλει σημαντικά στην αντιμετώπιση των αυτοάνοσων νοσημάτων.
Το αμυντικό ή ανοσολογικό σύστημα μαζί με το νευροαισθητικό σύστημα καθορίζουν και διατηρούν την ακεραιότητα του οργανισμού. Το ανοσολογικό σύστημα αποτελείται από κύτταρα που κυκλοφορούν στο αίμα και παράλληλα βρίσκονται σχεδόν σε όλους τους ιστούς. Επιτελεί τη λειτουργία του χρησιμοποιώντας ένα πολύπλοκο δίκτυο, που δέχεται συνεχώς διαφορετικά ερεθίσματα, επικοινωνώντας συγχρόνως με το νευρικό και το ενδοκρινικό σύστημα.
Ο ρόλος που πρέπει να παίξει το ανοσολογικό σύστημα για να συμβάλλει καθοριστικά στην ομαλή επιβίωση του οργανισμού είναι διττός: αφενός πρέπει να αναγνωρίζει και να παλεύει με βλαβερούς, για τον οργανισμό, παράγοντες, όπως π.χ. τα παθογόνα μικρόβια, αφετέρου πρέπει να αναγνωρίζει, να ανέχεται και να μην αντιδρά στα δικά του στοιχεία και σε παράγοντες που είναι βοηθητικοί για την επιβίωσή του, π.χ. στα στοιχεία των τροφών ή στα μικρόβια που βρίσκονται στο έντερό του. Όταν το ανοσολογικό σύστημα ενός οργανισμού αντιδρά και καταστρέφει παράδοξα τα δικά του στοιχεία, π.χ., τις πρωτεΐνες που κυκλοφορούν στο αίμα ή τα κύτταρα που βρίσκονται σε ένα όργανο, δημιουργείται διαταραχή, η οποία δεν μπορεί να ελεγχθεί και να επουλωθεί από τον οργανισμό, με αποτέλεσμα να εκδηλωθεί νόσος. Η νόσος αυτή ονομάζεται αυτοάνοση νόσος, ακριβώς γιατί ο οργανισμός δεν ανέχεται τα δικά του στοιχεία ως όφειλε, αλλά τα αναγνωρίζει ως ξένα και βλαβερά και με διάφορους μηχανισμούς τα καταστρέφει. Αυτή η διαταραγμένη αντίδραση του ανοσολογικού συστήματος προκαλείται από την επίδραση κάποιων περιβαλλοντικών παραγόντων όπως οι μικροοργανισμοί, η ακτινοβολίας ή το στρες.
Οι αιτίες
Τα αυτοάνοσα νοσήματα προσβάλλουν συχνότερα τις γυναίκες. Δεν κληρονομούνται από τη μάνα στο παιδί, αλλά πολλά μέλη του γενεαλογικού δένδρου μιας οικογένειας μπορεί να πάσχουν από διαφορετικά αυτοάνοσα νοσήματα. Τόσο το εξωγενές στρες, όσο και το ενδογενές άγχος ενός ατόμου φαίνεται ότι σχετίζεται με την εμφάνιση ή την έξαρση των αυτοάνοσων νοσημάτων. Υπολογίζεται ότι περίπου 5% του πληθυσμού πάσχει από κάποιο αυτοάνοσο νόσημα. Τα νοσήματα αυτά τα κατατάσσουμε σε νοσήματα που προσβάλλουν ένα όργανο, π.χ. η θυρεοειδίτιδα Hashimoto, ή σε συστηματικά, που προσβάλλουν πολλούς ιστούς και όργανα, όπως π.χ. η ρευματοειδής αρθρίτιδα, ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος ή το σκληρόδερμα.
Τα συμπτώματα και η αντιμετώπιση
Τα αυτοάνοσα νοσήματα εκδηλώνονται με ποικιλία συμπτωμάτων, όπως ο πυρετός και η κακουχία ή ο πόνος στις αρθρώσεις (αρθρίτιδα), τα εξανθήματα ή η υπέρταση. Κατά κανόνα είναι χρόνια νοσήματα που εμφανίζουν εξάρσεις και υφέσεις. Όσο πιο γρήγορα διαγιγνώσκονται και αντιμετωπίζονται τόσο καλύτερη είναι η ανταπόκρισή τους στη φαρμακευτική αγωγή, οι ιστικές βλάβες επουλώνονται και η νόσος παραμένει σε ύφεση για πολλά χρόνια. Πολλά από τα αυτοάνοσα νοσήματα αναγνωρίζονται από τον εξειδικευμένο γιατρό με την κλινική εξέταση. Σε ορισμένα όμως από αυτά, ο γιατρός θα χρειαστεί ειδικό εργαστηριακό έλεγχο και σε άλλα μπορεί να χρειαστεί βιοψία του πάσχοντος οργάνου. Η θεραπεία τους συνίσταται σε μακροχρόνια χορήγηση φαρμάκων που τροποποιούν την ανοσολογική αντίδραση (ανοσοτροποποιητικά) υπό στενή ιατρική παρακολούθηση. Οι θεραπευτικές παρεμβάσεις των τελευταίων ετών έχουν καταφέρει να βελτιώσουν καθοριστικά την καθημερινότητα των ασθενών και την πορεία των νοσημάτων αυτών.