Γράφει ο Δημήτρης Λινός, ομότιμος καθηγητής Χειρουργικής ΕΚΠΑ, Lecturer Harvard Medical School
Είναι γνωστό ότι η σύγχρονη Ιατρική στην προσπάθειά της να προσφέρει ό,τι καλύτερο από πλευράς πρόληψης, διάγνωσης και θεραπείας του ανθρώπου, εμπεριέχει ένα μεγάλο οικονομικό κόστος. Αυτό το κόστος δεν μπορεί τις περισσότερες φορές να σηκώσει το δημόσιο ασφαλιστικό σύστημα, οπότε η επιπλέον στήριξή του από τον ιδιωτικό τομέα γίνεται απαραίτητη. Φυσικά δεν μπορούν όλοι να έχουν επιπλέον ιδιωτική ασφάλεια. Γι’ αυτό ο πρώτος στόχος των ασφαλιστικών εταιρειών είναι η δημιουργία εναλλακτικών προγραμμάτων που να μπορούν να αγοραστούν από όσο το δυνατόν μεγαλύτερο ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού.
Η ασφαλιστική αγορά είναι απαραίτητο να συνεργάζεται τόσο με τα νοσοκομεία όσο και με τους παρόχους γιατρούς. Στη χώρα μας, ενώ η συνεργασία με τα ιδιωτικά νοσηλευτικά ιδρύματα είναι πολύ καλή, η συνεργασία με τους γιατρούς, που είναι εκείνοι που έρχονται σε άμεση επαφή με τους ασφαλισμένους και είναι συγχρόνως και νομικά υπεύθυνοι για οποιαδήποτε εξέλιξη της ιατρικής αντιμετώπισής τους, υστερεί σημαντικά. Ένα πρώτο παράδειγμα είναι η νομική κάλυψη των γιατρών, η λεγόμενη αστική ευθύνη. Σήμερα, η ασφαλιστική εταιρεία μπορεί ανά πάσα στιγμή να διακόψει και να μη συνεχίσει το συμβόλαιο αστικήςευθύνης ενός γιατρού αν κρίνει ότι ο «κίνδυνος» είναι μεγάλος.
Είναι σαν να λέμε ότι όταν αρρωστήσει ένας ασφαλισμένος, η ασφαλιστική εταιρεία μπορεί να διακόψει το ασφαλιστήριό του, διότι ο «κίνδυνος» για άλλες ασθένειες είναι μεγάλος. Αυτή η σχέση γιατρών και ασφαλιστικής αγοράς πρέπει άμεσα να αλλάξει.
Είναι γνωστό ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες συνεργάζονται κυρίως με τις διοικήσεις των νοσοκομείων, ενώ η συνεργασία με τις επιμέρους παρατηρήσεις και προτάσεις των γιατρών είναι πενιχρή. Να δώσω ένα παράδειγμα: η επέμβαση «ολικής θυρεοειδεκτομής» αποζημιώνεται διαφορετικά αν η τελική ιστολογική εξέταση περιλαμβάνει την λέξη «καρκίνος» (έστω και αν αυτό είναι ένα τυχαίο μικροσκοπικό εύρημα) και διαφορετικά όταν δεν περιλαμβάνεται. Η επί πολλά χρόνια προσπάθειά μου να πείσω ότι, όταν η χειρουργική τεχνική και επικινδυνότητά της είναι η ίδια, δεν είναι λογική η κατηγοριοποίηση βάσει της μετεγχειρητικής ιστολογικής εξέτασης, δεν εισακούεται. Παρόμοιες «παράλογες» κατηγοριοποιήσεις ισχύουν και για άλλες επεμβάσεις.
Οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν αντιλαμβάνονται ότι, όταν σέβονται τη γνώμη του γιατρού, τότε και ο γιατρός θα στηρίξει τα συμφέροντα των ασφαλιστικών εταιρειών. Ένα παράδειγμα: η χρήση πολλών επιμέρους ακριβών αναλωσίμων εργαλείων θα μπορούσε να αποφευχθεί, όταν ο γιατρός αποφασίσει ότι δεν είναι απαραίτητη η χρήση τους σε όλες τις περιπτώσεις. Με άλλα λόγια, πρέπει επιτέλους να γίνει κατανοητό ότι το οικονομικό συμφέρον και των δύο επιβάλλει μια συνεχή, ειλικρινή συνεργασία. Πάνω από όλα όμως το ηθικό συμφέρον και των δυο απέναντι στον Έλληνα ασθενή επιβάλλει την αλλαγή της σημερινής πραγματικότητας και τη μετάβαση σε μια άλλη συνεργασία, με ανοιχτά «αυτιά» και από τις δυο πλευρές.
Οι αποζημιώσεις συμβολαίων υγείας εξασφαλίζουν σήμερα ένα υψηλό επίπεδο ιατρικής στους δικαιούχους. Με τη βοήθεια των ασφαλιστικών προγραμμάτων οι Έλληνες γιατροί μπορούν άνετα να εξασκούν όχι μόνο τις κλασικές αλλά και τις νέες πρωτοποριακές επεμβάσεις, που πολλές φορές είναι πιο δύσκολο να πραγματοποιηθούν στα δημόσια νοσοκομεία. Οι Έλληνες γιατροί βασίζονται στις ασφαλιστικές εταιρείες για να προσφέρουν στον ασθενή τους ό,τι καλύτερο, ό,τι πιο σύγχρονο υπάρχει κάθε φορά στη διεθνή ιατρική κοινότητα. Το πιο σύγχρονο μπορεί να μεταφράζεται σε μικρότερο χρόνο νοσηλείας, λιγότερες επιπλοκές, που είναι μακροπρόθεσμα πιο σημαντικό από το μικρό σχετικά επιπλέον κόστος μιας σύγχρονης τεχνολογίας. Η σημερινή «καχύποπτη» στάση των ασφαλιστικών εταιρειών απέναντι στους γιατρούς πρέπει να αντικατασταθεί με ανοιχτή άμεση επικοινωνία, ιδίως σε ιδιαίτερες καταστάσεις που οι γενικοί κανόνες που ισχύουν εδώ και πολλά χρόνια πρέπει να επανεξεταστούν.
Οι περισσότεροι γιατροί αναγνωρίζουν ότι η καλή συνεργασία τους με τις ασφαλιστικές εταιρείες είναι για το δικό τους συμφέρον και κυρίως των ασθενών τους. Είναι καιρός να καθίσουν μαζί στο ίδιο τραπέζι. Από τη μια μεριά οι κορυφαίοι εκπρόσωποι των ασφαλιστικών εταιρειών, από την άλλη μεριά οι κορυφαίοι γιατροί με γνώση όλων των προβλημάτων και ειλικρινή διάθεση και αποφασιστικότητα να τα επιλύσουν.
Διαβάστε το άρθρο όπως δημοσιεύθηκε στο Ασφαλιστικό ΝΑΙ, τεύχος 186, Σεπτέμβριος – Οκτώβριος 2020 (πατήστε πάνω στην εικόνα για μεγέθυνση):