ΜΕΝΟΥ
Εμβόλια κατά της COVID-19 και ασθενείς με Πολλαπλή Σκλήρυνση

Εμβόλια κατά της COVID-19 και ασθενείς με Πολλαπλή Σκλήρυνση

Health Newsroom

Η γνώση για το πώς η πανδημία της COVID-19 επηρεάζει άτομα με σκλήρυνση κατά πλάκας εμπλουτίζεται διαρκώς, καθώς προκύπτουν συνεχώς περαιτέρω στοιχεία αφού η πανδημία είναι σε εξέλιξη παγκοσμίως και όλος ο ερευνητικός και επιστημονικός κόσμος έχει εστιάσει την προσοχή του και τις δυνάμεις του για την αντιμετώπισή της.

«Τα τρέχοντα στοιχεία δείχνουν γενικά ότι η σκλήρυνση κατά πλάκας δεν αυξάνει την πιθανότητα προσβολής, σοβαρής νόσησης, ή ακόμα και θανάτου από τη μόλυνση με κορωνοϊό συγκριτικά με τον γενικό πληθυσμό», επισημαίνει ο κ. Γρηγόρης Β. Χειλάκος, Νευρολόγος, Αναπληρωτής Διευθυντής Κέντρου Πολλαπλής Σκλήρυνσης του Metropolitan General.
Ωστόσο, οι ακόλουθες ομάδες ατόμων με σκλήρυνση κατά πλάκας είναι πιο επιρρεπείς σε σοβαρή νόσηση από COVID-19:

  • Άτομα με προϊούσα μορφή (προοδευτική) σκλήρυνσης κατά πλάκας
  • Άτομα με πολλαπλή σκλήρυνση (ΠΣ) με ηλικία άνω των 60 ετών
  • Άτομα με υψηλότερα επίπεδα αναπηρίας (για παράδειγμα, βαθμολογία EDSS 6 ή παραπάνω, που σχετίζεται με την ανάγκη χρήσης βακτηρίας)
  • Άτομα με ΠΣ και παχυσαρκία, διαβήτη ή ασθένειες της καρδιάς ή των πνευμόνων
  • Άτομα που λαμβάνουν ορισμένες τρίτης γραμμής θεραπείες τροποποίησης της νόσου για την ΠΣ.

Όλα τα άτομα με πολλαπλή σκλήρυνση πρέπει να εμβολιάζονται κατά της COVID-19. Η επιστημονικά τεκμηριωμένη γνώση έδειξε ότι τα εμβόλια COVID-19 είναι ασφαλή και αποτελεσματικά.

«Ακόμη και μετά τη λήψη του εμβολίου, είναι σημαντικό να συνεχιστούν οι προφυλάξεις κατά της COVID-19, όπως η χρήση μάσκας προσώπου (FFP2), η κοινωνική απόσταση και το πλύσιμο των χεριών, και αυτό γιατί εμφανίζονται νέες παραλλαγές (όπως η «Ο») που ενδέχεται να μην προστατεύονται πλήρως από τα τρέχοντα εμβόλια», προσθέτει ο ιατρός.

Υπάρχουν πολλά εμβόλια COVID-19 που χρησιμοποιούνται σε διαφορετικές χώρες σε όλο τον κόσμο τα οποία μελετώνται αναλυτικά και εγκρίνονται τακτικά. Έχουν αναπτυχθεί επί του παρόντος πέντε διαφορετικοί τύποι εμβολίων COVID-19 που χρησιμοποιούνται ή βρίσκονται σε εξέλιξη και λειτουργούν με διαφορετικούς μηχανισμούς.

1. Τα εμβόλια mRNA έχουν τον γενετικό κώδικα για την πρωτεΐνη «spike» του κορονωϊού. Το mRNA κατευθύνει την παραγωγή της ακίδας πρωτεΐνης, η οποία φαίνεται και στοχεύεται από το ανοσοποιητικό μας σύστημα (που δημιουργεί αντισώματα και Τ λεμφοκύτταρα).

  • Pfizer-BioNTech
  • Moderna.

2. Τα εμβόλια ιικού φορέα που έχουν ενσωματωμένο τον γενετικό κώδικα για την ακίδα πρωτεΐνης του κορωνοϊού σε έναν αδρανή ιό (συνήθως αδενοϊό), αλλά χωρίς τα μέρη που αναπαράγεται ένας ιός και έτσι δεν μπορεί ποτέ να προκαλέσει μόλυνση.

  • AstraZeneca / Oxford (Covishield)
  • Sputnik V*
  • Johnson & Johnson (μονοδοσικό)

3. Τα εμβόλια αδρανοποιημένου ιού χρησιμοποιούν μια απενεργοποιημένη μορφή ολόκληρου του ιού κορωνοϊού. Ο κορωνοϊός έχει «σκοτωθεί» έτσι ώστε να μην μπορεί να εισέλθει σε κύτταρα και να αναπαραχθεί και δεν μπορεί να προκαλέσει μόλυνση με COVID-19. Το ανοσοποιητικό σύστημα αναγνωρίζει ολόκληρο τον ιό, παρόλο που είναι απενεργοποιημένος.

  • Sinovac (CoronaVac)*

4. Τα πρωτεϊνικά εμβόλια έχουν την ίδια την πρωτεΐνη ακίδων του κορωνοϊού (όχι τον γενετικό κώδικα), μαζί με κάτι που ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα (ένα «ανοσοενισχυτικό») για να διασφαλίσει ότι η πρωτεΐνικη ακίδα στοχεύεται.

  • Novavax (NVX-CoV2373)*

5. Τα ζωντανά εξασθενημένα εμβόλια COVID-19 τα οποία προς το παρόν δεν χρησιμοποιούνται και βρίσκονται σε φάση έρευνας (εμβόλια που δεν έχουν έγκριση στην Ελλάδα).

Οι κίνδυνοι της νόσου COVID-19 υπερτερούν των σπανιότατων πιθανών σχετικών κινδύνων από το εμβόλιο. Επιπλέον, τα μέλη του ίδιου νοικοκυριού και οι στενές επαφές με τους ασθενείς με ΠΣ, θα πρέπει επίσης να κάνουν εμβόλιο το συντομότερο δυνατό, για να μεγιστοποιήσουν την προστασία τους από την COVID-19.

Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι τα άτομα με σκλήρυνση κατά πλάκας διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο επιπλοκών από το mRNA, τον μη αντιγραφόμενο ιικό φορέα, τα απενεργοποιημένα εμβόλια COVID-19 ιού ή πρωτεΐνης (1-4), σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό.

Τα εμβόλια μπορεί να προκαλέσουν κάποιες παρενέργειες, όπως πυρετό ή κόπωση, οι οποίες συνήθως διαρκούν για λίγες ημέρες μετά τον εμβολιασμό. Οι παροδικές ανεπιθύμητες ενέργειες, του πυρετού, της μυϊκής δυσφορίας και της κόπωσης μπορεί να επιδεινώσουν προσωρινά τα συμπτώματα της σκλήρυνσης κατά πλάκας, είναι όμως σημεία ότι το εμβόλιο ενεργεί και ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα.

Σημαντική είναι και η στρατηγική της συνέχισης της φαρμακευτικής αγωγής που λαμβάνουν οι ασθενείς με πολλαπλή σκλήρυνση και εμβολιάζονται κατά της COVID-19. Η καθυστέρηση της έναρξης ενός ανοσοτροποποιητικού φαρμάκου ή η αλλαγή του χρονικού διαστήματος λήψης αυτού είναι μια τακτική που επιτρέπει στο εμβόλιο να είναι πλήρως αποτελεσματικό και πρέπει να καθορίζεται σε συνεννόηση με τον θεράποντα ιατρό.

Ειδικές οδηγίες εμβολιασμού σε σχέση με τη λαμβανόμενη φαρμακευτική αγωγή:

Α. Ιντερφερόνες, Οξική Γλατιραμερή, Τεριφλουνομίδη, Φουμαρικό μονομεθύλιο, φουμαρικό διμεθύλιο, φουμαρικό διροξιμίλ, Ναταλιζουμάμπη

Δεν απαιτείται καθυστέρηση στην έναρξη λήψης των φαρμάκων αυτών λόγω του εμβολίου COVID-19. Εάν γίνεται χρήση ήδη ενός από αυτά τα φάρμακα, δεν απαιτούνται προσαρμογές στη διαχείριση τους.

Β.Fingolimod, Siponimod

Για το Fingolimod ή το Siponimod, συνιστάται να ληφθεί το εμβόλιο COVID-19, έτσι ώστε η δεύτερη δόση του εμβολίου να γίνει δύο έως τέσσερις εβδομάδες πριν ξεκινήσει η αγωγή με αυτά. Εάν ήδη λαμβάνεται σαν αγωγή το Fingolimod, ή το Siponimod, συστήνεται η συνέχιση της αγωγής και η λήψη του εμβολίου μόλις αυτό είναι διαθέσιμο, ενώ η 3η δόση πρέπει να προγραμματίζεται 3 μήνες μετά από την 2η.

Γ. Alemtuzumab, Κλαδριβίνη, Ocrelizumab, Rituximab

Κατά την έναρξη θεραπείας με το Alemtuzumab, το Cladribine το Ocrelizumab ή το Rituximab συστήνεται να ληφθεί το εμβόλιο COVID-19, έτσι ώστε η δεύτερη δόση του εμβολίου να γίνει τουλάχιστον δύο έως τέσσερις εβδομάδες πριν από την έναρξη του Alemtuzumab ή της Kλαδριβίνης του Ocrelizumab, και του Rituximab. Ακολούθως συστήνεται η συνέχιση του Alemtuzumab, της Kλαδριβίνης του Ocrelizumab, ή του Rituximab τουλάχιστον τέσσερις εβδομάδες μετά τη δεύτερη δόση εμβολίου.
Εάν ήδη λαμβάνεται το alemtuzumab, το cladribine,το Ocrelizumab, ή το Rituximab προτείνεται η λήψη του εμβολίου τουλάχιστον 4-12 εβδομάδες μετά την τελευταία δόση alemtuzumab ή cladribine, πάντα σε συνεννόηση με τον θεράποντα ιατρό.

Δ. Ασθενείς σε φιγκολιμόδη, Siponimod, Alemtuzumab, Cladribine, Ocrelizumab ή Rituximab πρέπει να κάνουν πιο άμεσα (μετά από 3 μήνες ή συντομότερα), 3η δόση εμβολίου ανάλογα και με την κλινική τους κατάσταση.
Ε. Στεροειδή υψηλής δόσης

Συστήνεται η λήψη του εμβολίου τρεις έως πέντε ημέρες μετά την τελευταία δόση στεροειδών.

«Η πρωτόγνωρη για ασθενείς και υγειονομικούς πανδημία του κορωνοϊού έχει αλλάξει τις ζωές όλων. Οι ασθενείς με πολλαπλή σκλήρυνση καλούνται να ανταπεξέλθουν σε μια ακόμα δοκιμασία. Η υπομονή, η προσήλωση στους υγειονομικούς κανόνες, η διατήρηση της επικοινωνίας τους με τους θεράποντες ιατρούς αλλά και τους άλλους θεραπευτές, είναι απαραίτητες αρετές σε αυτή τη δοκιμασία.

Η ισορροπία της ψυχικής και σωματικής υγείας κάτω από συνθήκες περιορισμού είναι δύσκολη, αλλά απαραίτητη μέχρι η ανάπτυξη και η διάδοση των εμβολίων και ίσως και των θεραπειών κατά της COVID-19, να δώσουν τέλος στην παγκόσμια υγειονομική κρίση. Μπορούμε και πρέπει να συντονίσουμε όλοι τις προσπάθειές μας, ασθενείς, φροντιστές και θεραπευτές, για να πετύχουμε το στόχο αυτό», καταλήγει ο κ. Χειλάκος.

 

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Διαβάστε επίσης: