ΜΕΝΟΥ
Η ατζέντα της Ελλάδας για τον καρκίνο του πνεύμονα στη μετα-Covid εποχή

Η ατζέντα της Ελλάδας για τον καρκίνο του πνεύμονα στη μετα-Covid εποχή

Health Newsroom

Με τον καρκίνο να παραμένει μεταξύ των κυριοτέρων αιτιών θανάτου παγκοσμίως και στο πλαίσιο της ειδικής έκθεσης που έχει εκπονήσει το The Economist Intelligence Unit, πραγματοποιήθηκε το διαδικτυακό συνέδριο του The Economist με θέμα «Η Ατζέντα της Ελλάδας για τον καρκίνο του πνεύμονα στη μετά-covid εποχή».

Το συνέδριο, το οποίο τελεί υπό την αιγίδα της Εταιρείας Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδας (ΕΟΠΕ), θέτει στο επίκεντρο της συζήτησης καίρια ζητήματα αναφορικά με τη στρατηγική και τις προτεραιότητες της αντιμετώπισης του καρκίνου του πνεύμονα στην Ελλάδα και την Ευρώπη.

Τα βασικότερα σημεία του συνεδρίου συνοψίζονται ως εξής:

Στις προκλήσεις που συνεπάγεται η πανδημία της covid-19 όσον αφορά τη θεραπεία των ασθενών με καρκίνο αναφέρθηκε η Επίτροπος Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης Στέλλα Κυριακίδου.Τόνισε ότι η Ε.Ε. πιστεύει σε μια ανθρωποκεντρική αντιμετώπιση του καρκίνου του πνεύμονα, λέγοντας ότι η προσέγγιση στην Ευρώπη είναι πλέον πιο ολιστική. Αναφέρθηκε στους παράγοντες κινδύνου (κάπνισμα, γενετική προδιάθεση, ραδιενέργεια κ.λπ.) και επεσήμανε ότι ο στόχος είναι να φτάσουμε κάποια στιγμή σε γενιές οι οποίες δεν θα καπνίζουν. Το βασικό, όπως είπε, πέρα από το αν πρέπει να αυστηροποιηθούν τα μέτρα κατά του καπνίσματος, είναι να τηρούνται αυτά από όλες τις χώρες μέλη της Ε.Ε. Η επίτροπος έδωσε επίσης έμφαση στη σημασία της έγκαιρης διάγνωσης, για την οποία υπάρχουν κατευθυντήριες γραμμές από την Ε.Ε., καθώς και στη σημασία της πρόσβασης όλων στις νέες θεραπείες. Τόνισε την ανάγκη να εξαλειφθούν οι κάθε είδους διακρίσεις εις βάρος των ασθενών με καρκίνο του πνεύμονα. Στο πλαίσιο αυτό κινούνται και οι πρωτοβουλίες για τη βελτίωση της ζωής των ασθενών και η πρόσβαση αυτών σε μια σειρά από νέες, ψηφιακές υπηρεσίες, υπογράμμισε.

Το υπουργείο Υγείας και η κυβέρνηση θεωρούν ότι η αντιμετώπιση του καρκίνου είναι απόλυτη προτεραιότητα, τόνισε ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας Βασίλης Κοντοζαμάνης. Μιλώντας για την πολιτική υγείας της κυβέρνησης, είπε ότι μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα έγιναν τεράστια βήματα. Συγκεκριμένα, αναφέρθηκε στην ενίσχυση του ΕΣΥ με προσωπικό, οικονομικούς πόρους και εξοπλισμό αλλά και στο «ψηφιακό άλμα» που έγινε, φέρνοντας ως παράδειγμα την άυλη συνταγογράφηση. Σε ό,τι αφορά τον καρκίνο του πνεύμονα, τόνισε την αυστηρή εφαρμογή της νομοθεσίας κατά του καπνίσματος και τη σημασία της εισαγωγής του Εθνικού Προγράμματος Προσυμπτωματικού Ελέγχου (ΕΠΠΕ) «Σπύρος Δοξιάδης». Έμφαση έδωσε και στην ίδρυση του Οργανισμού Διασφάλισης της Ποιότητας στην Υγεία (ΟΔΙΠΥ). Περαιτέρω, ο κ. Κοντοζαμάνης αναφέρθηκε στην υποβολή προτάσεων προς το ταμείο ανάκαμψης της Ε.Ε. για τη χρηματοδότηση του ψηφιακού μετασχηματισμού διαχείρισης του καρκίνου, καθώς και στην ανάγκη καλύτερης εξυπηρέτησης των ασθενών μέσω ογκολογικών κέντρων που, σύμφωνα και με τις διεθνείς πρακτικές, θα αναπτυχθούν και εκτός νοσοκομείων. Τέλος, εξήρε το επίπεδο του επιστημονικού δυναμικού της χώρας και των επαγγελματιών υγείας, που, σε συνεργασία με τους –ιδιαίτερα ενεργούς– εκπροσώπους των ασθενών, θα συμβάλουν σε ένα αποτελεσματικό εθνικό σχέδιο δράσης για τον καρκίνο.

Μια συγκριτική ανάλυση των διαφορετικών πολιτικών για τον καρκίνο του πνεύμονα στις χώρες της Ευρώπης παρουσίασε εκ μέρους του The Economist Intelligence Unit η Mary Bussell, συγγραφέας της έκθεσης του EIU “Breathing in a New Era: a comparative analysis of lung cancer policies across Europe” και πρόεδρος του διαδικτυακού συνεδρίου του Economist. Συγκεκριμένα, η κ. Bussell τόνισε ότι στόχος της σχετικής έρευνας του Economist είναι ο προσδιορισμός των αναγκών εντός των συστημάτων υγείας και των ευκαιριών για βελτίωση, ώστε να βελτιωθεί και η κλινική αντιμετώπιση του καρκίνου του πνεύμονα αλλά και ο τρόπος ζωής των καρκινοπαθών σε 27 χώρες της Ευρώπης και 9 χώρες της ΝΑ Ασίας, που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας. «Συλλέξαμε δεδομένα από κάθε χώρα, χρησιμοποιώντας 17 δείκτες μέτρησης, μιλώντας συνολικά με πάνω από 200 ειδικούς και διοργανώνοντας σειρά συνεδρίων και παρουσιάσεων», τόνισε. «Σε όλες τις χώρες εντοπίσαμε καλές πρακτικές αλλά και αδυναμίες». Επεσήμανε, για παράδειγμα, ότι το 41% των χωρών δεν έχουν επικαιροποιήσει το Εθνικό τους Σχέδιο κατά του Καρκίνου του Πνεύμονα κατά τα τελευταία 5 έτη, ενώ το 19% των χωρών δεν διαθέτουν καν τέτοιο σχέδιο. Ως προς την Ελλάδα, επεσήμανε ότι η χώρα πρέπει να επικαιροποιήσει το Εθνικό της Σχέδιο κατά του Καρκίνου του Πνεύμονα και τις σχετικές Κλινικές Κατευθυντήριες Οδηγίες (ΚΚΟ), να διαμορφώσει ένα εθνικό πρόγραμμα προσυμπτωματικού ελέγχου (screening), να διασφαλίσει την ταχεία πρόσβαση των ασθενών σε θεραπεία μετά τη διάγνωση, να παράσχει οδούς προς την ψυχολογική υποστήριξη και την παρηγορητική-ανακουφιστική φροντίδα των καρκινοπαθών και να διασφαλίσει ότι όλοι οι ογκολόγοι ιατροί εκπαιδεύονται σε θέματα υποστηρικτικής και παρηγορητικής φροντίδας. Επίσης, να διασφαλίσει τη συμμετοχή των οργανώσεων των ασθενών στη διαμόρφωση των σχετικών πολιτικών, να εξασφαλίσει την πρόσβαση σε νέες θεραπείες δια της πλήρους κάλυψης του κόστους αυτών, να εισαγάγει ένα μητρώο ασθενών με καρκίνο του πνεύμονα και, τέλος, να ενισχύσει τη σωστή εφαρμογή της αντικαπνιστικής νομοθεσίας καθώς και των νόμων που αφορούν το ηλεκτρονικό τσιγάρο. «Η εξίσωση που περιγράφει τις απαιτούμενες δράσεις είναι: επικοινωνία + συνεργασία + συναίνεση = αλλαγή», υπογράμμισε η εκπρόσωπος του The Economist Intelligence Unit.

«Ο καρκίνος του πνεύμονα παραμένει η πρώτη αιτία θανάτου από καρκίνο παγκοσμίως και η δεύτερη συνολικά, μετά τις καρδιαγγειακές παθήσεις», επεσήμανε κατά την εισήγησή του ο project manager του Lung Cancer Europe Alfonso Aguarón, προσθέτοντας ότι «το Beating Cancer Plan [Σχέδιο Αντιμετώπισης του Καρκίνου] της ΕΕ αναφέρει σαφώς ότι το 40% των περιστατικών θα μπορούσαν να προληφθούν με την εφαρμογή μιας καμπάνιας πρόληψης, προγραμμάτων προσυμπτωματικού ελέγχου, καθώς και εθνικών σχεδίων κατά του καρκίνου». Η συγκριτική ανάλυση που πραγματοποίησε το The Economist Intelligence Unit δείχνει ξεκάθαρα, όπως τόνισε, ότι η καθυστερημένη διάγνωση, η ελλιπής πρόσβαση σε θεραπεία και ένας συνδυασμός μοιρολατρίας και στιγματισμού των ασθενών συχνά οδηγούν σε κακά κλινικά αποτελέσματα. Τέλος, ο κ. Aguarón επεσήμανε τη σημασία του προσυμπτωματικού, προληπτικού ελέγχου, για παράδειγμα μέσω αξονικής τομογραφίας χαμηλής ακτινοβολίας σε πληθυσμιακές ομάδες υψηλού κινδύνου, τα οφέλη της οποίας έδειξε η κλινική μελέτη NELSON αλλά και τη σημασία των συλλόγων καρκινοπαθών, όπως του πρόσφατα συσταθέντος συλλόγου FairLife στην Ελλάδα, οι οποίοι πρέπει να κληθούν να συμμετάσχουν σε όλα τα επίπεδα λήψης αποφάσεων στον χώρο της υγείας.

«Κάθε 2 λεπτά ένας πολίτης της ΕΕ πεθαίνει από καρκίνο του πνεύμονα», τόνισε στην εισήγησή του ο αναπληρωτής καθηγητής Ραδιολογίας και επικεφαλής θωρακικής απεικόνισης του Ιατρικού Πανεπιστημίου της Βιέννης Helmut Prosch, επισημαίνοντας ότι ο προληπτικός έλεγχος μέσω αξονικής τομογραφίας χαμηλής ακτινοβολίας σε ομάδες υψηλού κινδύνου (ιδίως καπνιστές) μειώνει τη θνητότητα από καρκίνο του πνεύμονα, με την ωφέλεια να είναι μεγαλύτερη για τις γυναίκες. Ανέφερε τα παραδείγματα των κλινικών δοκιμών NLST (όπου ο προληπτικός έλεγχος μείωσε κατά 20% τη θνητότητα) και NELSON (μείωση κατά 24% της θνητότητας στους άνδρες). Όπως τόνισε, οι πιθανές βλαπτικές παρενέργειες της διαδικασίας προληπτικού ελέγχου, για παράδειγμα από την ακτινοβολία της αξονικής τομογραφίας, είναι πολύ μικρές σε σύγκριση με την ωφέλεια από τη μείωση της θνητότητας από τον καρκίνο. Τέλος, ο κ. Prosch ανέφερε ότι ο όποιος προληπτικός έλεγχος πρέπει να συνδυάζεται με οριστική διακοπή του καπνίσματος εκ μέρους του ασθενούς και έδωσε το παράδειγμα της Κροατίας, όπου, ήδη από την 1η Οκτωβρίου 2020, εφαρμόζεται ένα εθνικό πρόγραμμα προσυμπτωματικού ελέγχου που απευθύνεται σε βαρείς καπνιστές 50-70 ετών, σε 16 σημεία σε όλη τη χώρα.

«Στους ογκολογικούς ασθενείς η παθολογοανατομική διάγνωση και, κατόπιν, ο αξιόπιστος έλεγχος προγνωστικών βιοδεικτών, συνιστούν απαραίτητες προϋποθέσεις  για την επιλογή της βέλτιστης θεραπείας», σημείωσε η καθηγήτρια Παθολογικής Ανατομικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Παθολογικής Ανατομικής Άννα Μπατιστάτου, επισημαίνοντας ότι «για τον Μη Μικροκυτταρικό Καρκίνο Πνεύμονα (ΜΜΚΠ), στους προβλεπτικούς βιοδείκτες περιλαμβάνονται ο μοριακός έλεγχος για αναδιατάξεις των γονιδίων ALΚ, ROS1, σημειακές μεταλλάξεις BRAF, υπερέκφραση PD-L1 κ.ά.». Σε σχέση με τους βιοδείκτες αυτούς, όπως τόνισε, σημασία έχει η αξιόπιστη μέτρησή τους στον μικρότερο δυνατό χρόνο. Η διαπίστευση των σχετικών υπηρεσιών των εργαστηρίων γίνεται από το Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης (ΕΣΥΔ), ωστόσο στα Δημόσια Νοσοκομεία δεν υπάρχουν διαθέσιμα σχετικά κονδύλια. Για αυτό, όπως ανέφερε η κ. Μπατιστάτου, η αποζημίωση του ελέγχου προβλεπτικών βιοδεικτών, που έχουν αποδεδειγμένη αξία και περιλαμβάνονται σε διεθνείς και ελληνικές κατευθυντήριες οδηγίες, είναι ένα ζήτημα που απαιτεί άμεση προσοχή, καθότι σήμερα για ελάχιστους μόνο βιοδείκτες καλύπτεται το κόστος από τον ΕΟΠΥΥ. Όπως ανέφερε, για να καλυφθεί το κενό, η Ελληνική Εταιρεία Παθολογικής Ανατομικής συμμετέχει σε ευρωπαϊκά προγράμματα υποστήριξης ασθενών με ΜΜΚΠ για τον έλεγχο μιας σειράς βιοδεικτών.

Τα αποτελέσματα μιας μελέτης του τρέχοντος καθεστώτος ελέγχου βιοδεικτών σε ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα στις 27 χώρες της ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο, που οργάνωσε και διεξήγαγε η Ευρωπαϊκή Συμμαχία Καρκινοπαθών (ECPC) και το Διεθνές Δίκτυο Ποιότητας στην Παθολογία (IQNPath) παρουσίασε ο πρόεδρος του International Quality Network for Pathology (IQN Path) και πρόεδρος του Italian Cancer Society (SIC) Nicola Normanno. Κατά τη μελέτη αυτήν, αξιολογήθηκαν η πρόσβαση στα τεστ ελέγχου βιοδεικτών και η ποιότητά τους, καθώς και η πρόσβαση στα αντίστοιχα στοχευμένα θεραπευτικά σχήματα, βάσει των καταγεγραμμένων βιοδεικτών κάθε ασθενούς με καρκίνο. Τα αποτελέσματα διέφεραν από χώρα σε χώρα, καθώς, όπως σημείωσε, υπάρχουν διαφορές στη διαθεσιμότητα των σχετικών εργαστηριακών εξετάσεων, στην κάλυψη του κόστους τους από τα συστήματα υγείας, στη γνώση περί διαθεσιμότητας των εξετάσεων αυτών και άρα την πρόσβαση  σε αυτές, καθώς και στην καθυστερημένη εισαγωγή των νέων θεραπευτικών σχημάτων και την κάλυψη του κόστους αυτών από τα συστήματα υγείας. Τέλος, ο κ. Normanno επεσήμανε ότι σε όλους αυτούς τους επιμέρους τομείς πρέπει να υπάρξει βελτίωση, π.χ. με τη δημιουργία περιφερειακών εργαστηριακών κέντρων ελέγχου βιοδεικτών σε κάθε χώρα.

«H Ελλάδα έχει δημοσιεύσει στο παρελθόν δύο σχέδια δράσης για τον καρκίνο (2008-2012 και 2011-2015), αλλά δεν έχει σχεδιαστεί ποτέ στοχευμένο σχέδιο δράσης για τον καρκίνο του πνεύμονα», ανέφερε χαρακτηριστικά κατά την εισήγησή του ο ογκολόγος παθολόγος, επιστημονικός υπεύθυνος της Ογκολογικής Μονάδας της BIOCLINIC στη Θεσσαλονίκη και πρόεδρος της Εταιρείας Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδος (ΕΟΠΕ) Ιωάννης Μπουκοβίνας, «πράγμα που αναδεικνύεται ως σημαντική υγειονομική προτεραιότητα για τη χώρα, που χρήζει ενός οργανωμένου σχεδίου αντιμετώπισης λαμβάνοντας υπόψη το υψηλό φορτίο της νόσου, το υψηλό ποσοστό καπνιστών και τη γήρανση του πληθυσμού», όπως υπογράμμισε. Εν συνεχεία, ο κ. Μπουκοβίνας παρουσίασε τους άξονες του τωρινού προσχέδιου για ένα ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης κατά του Καρκίνου του Πνεύμονα (2021-2026) που θα έχει ως στόχο: λιγότερους ασθενείς στην Ελλάδα με καρκίνο του πνεύμονα, περισσότερους ασθενείς που να επιβιώνουν από τον καρκίνο του πνεύμονα και, τέλος, καλύτερη εμπειρία για τους ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα και τους φροντιστές τους. Το προτεινόμενο αυτό σχέδιο δράσης, σημείωσε, θα εστιάζει σε τρεις βασικούς άξονες: την πρόληψη, την πρώιμη διάγνωση και την καλή διαχείριση της νόσου, με τον κάθε άξονα να συνοδεύεται από συγκεκριμένες δέσμες δράσεων και στόχους, όπως για παράδειγμα, την αποζημίωση του ελέγχου βιοδεικτών ενός ασθενούς εντός εξαμήνου από την υποβολή του φακέλου του στο Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας και την αύξηση του αριθμού των ογκολογικών νοσηλευτών.

Το 2020, το 11,9% των νέων διαγνώσεων καρκίνου στην ΕΕ των 27 αφορούσε καρκίνο του πνεύμονα, ενώ όσον αφορά τους αντίστοιχους θανάτους, το ποσοστό αυτών που οφείλονταν στον καρκίνο του πνεύμονα ήταν 20,4%, ανέφερε χαρακτηριστικά στην εισήγησή του ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ιατρικής Ογκολογίας, και διευθυντής της Β’ Παθολογικής-Ογκολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου Υγεία Πάρις Κοσμίδης, υπογραμμίζοντας ότι ο καρκίνος αυτός αποτελεί μέγιστη ανθρώπινη, κοινωνική και οικονομική απειλή. «Όσον αφορά την πρόληψη», συμπλήρωσε, «η αντικαπνιστική πολιτική αποτελεί πρωταρχική συμβολή και έχει αποδειχθεί η αξία της, αλλά οπωσδήποτε απαιτείται αυστηροποίηση της πολιτικής αυτής για καλύτερα αποτελέσματα, με επικέντρωση στις νεαρές ηλικίες». Όπως σημείωσε, η εξατομίκευση της θεραπείας στον καρκίνο του πνεύμονα είναι πλέον γεγονός, επομένως  η δυνατότητα ανάδειξης γονιδιακών διαταραχών με πλήρη ή μερικό έλεγχο του γονιδιώματος αποτελεί αδήριτη ανάγκη. Ο κ. Κοσμίδης πρόσθεσε, μάλιστα, ότι σε ορισμένες, λίγες, ευρωπαϊκές χώρες έχει μπει σε εφαρμογή αντίστοιχο σχέδιο, με τη δημιουργία χρηματοδοτούμενου δικτύου μοριακής ογκολογίας, αλλά στην Ελλάδα δεν έχει υπάρξει οργανωμένη πλήρης εφαρμογή της πολιτικής αυτής και ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού δυσκολεύεται να έχει πλήρη πρόσβαση στον μοριακό έλεγχο του καρκίνου.

Στην τρέχουσα ελληνική πραγματικότητα δεν υπάρχει συγκεκριμένο ή συντονισμένο σχέδιο ανίχνευσης, έγκαιρης διάγνωσης και παραπομπής σε δευτερο- και τριτοβάθμια φροντίδα, τόνισε κατά την εισήγησή του ο παθολόγος ογκολόγος του Θεαγένειου Αντικαρκινικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης Αναστάσιος Μπούτης. «Αν και υπάρχουν κατευθυντήριες οδηγίες επιστημονικών εταιρειών», σημείωσε, «αυτές αφενός δεν εφαρμόζονται ευρέως, αφετέρου δεν εμπεριέχουν αλγορίθμους πρώιμης διάγνωσης και παραπομπής σε ειδικούς, ούτε σαφή χρονοδιαγράμματα για χρήση από τους ιατρούς της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας». Πρόσθεσε ότι οι αρμόδιες επιστημονικές εταιρείες, μεταξύ αυτών, ως πλέον αρμόδια, η Εταιρεία Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδας, ανανεώνει τις κατευθυντήριες οδηγίες και ενισχύει τη συνεργασία μεταξύ των εμπλεκομένων ειδικοτήτων στη διαχείριση του καρκίνου του πνεύμονα, ενημερώνοντας τόσο το κοινό όσο και τους παρόχους πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας για προγράμματα προσυμπτωματικού ελέγχου (screening) που αναπτύσσονται, και προωθώντας τη γνώση για τις επιβλαβείς συνέπειες του καπνίσματος και τα οφέλη από τον περιορισμό του. Τέλος, ο κ. Μπούτης επεσήμανε ότι ο καρκίνος του πνεύμονα είναι αγώνας δρόμου με ισχυρό αντίπαλο τον χρόνο, ένας αγώνας τον οποίο η πανδημία, ειδικά κατά το τελευταίο έτος, μετέτρεψε σε αγώνα μετ’ εμποδίων. «Ο ρόλος της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας στον αγώνα αυτό», τόνισε, «είναι θεμελιώδης και χρειάζεται συντονισμό από τους ειδικούς με τη βοήθεια της πολιτείας».

Στις κλινικές μελέτες εστίασε η αναπληρώτρια καθηγήτρια Παθολογικής Ογκολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης και παθολόγος ογκολόγος του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείο Ηρακλείου Σοφία Αγγελάκη, οι οποίες, όπως είπε «αποτελούν το βασικό βήμα για την καθιέρωση νέων θεραπειών και τη βελτίωση των αποτελεσμάτων της θεραπείας του καρκίνου». Η συμμετοχή των ασθενών, όπως σημείωσε, αποτελεί τον βασικό παράγοντα για την επιτυχή διεξαγωγή τους, δυστυχώς όμως η συντριπτική πλειονότητα των ενηλίκων ασθενών με καρκίνο δεν συμμετέχουν σε κλινικές μελέτες, ενώ επιπλέον, το ποσοστό συμμετοχής τους δεν έχει αλλάξει σημαντικά με τον χρόνο. Παρά το ότι οι ασθενείς βλέπουν θετικά το ενδεχόμενο συμμετοχής τους, μόνο το 2% -3% αυτών τελικά εντάσσονται.  Όπως επεσήμανε, αυτό το χάσμα μεταξύ της προθυμίας των ασθενών να συμμετάσχουν και των πραγματικών ποσοστών ένταξης, υποδηλώνει ότι υπάρχουν πολλά εμπόδια στην πρόσβαση, πολλά από τα οποία είναι τροποποιήσιμα. Κατόπιν αναφέρθηκε σε πολλούς παράγοντες που μπορούν να αυξήσουν τη συμμετοχή ασθενών σε κλινικές δοκιμές, όπως για παράδειγμα, η ενημέρωση και ενίσχυση του ενδιαφέροντος των ασθενών για την κλινική έρευνα και η σχετική εκπαίδευσή τους, όπου μπορούν να χρησιμοποιηθούν βίντεο, φυλλάδια, οργανώσεις υπεράσπισης, νοσηλεύτριες ή γιατροί, ενώ εξίσου σημαντικοί, όπως σημείωσε, είναι και άλλοι παράγοντες, όπως η κάλυψη των αυξημένων εξόδων που συνεπάγεται η συμμετοχή ενός ασθενούς σε κλινική μελέτη.

Στοιχεία για τη θνησιμότητα από τον καρκίνο και ειδικά από τον καρκίνο του πνεύμονα, στην Ελλάδα και πανευρωπαϊκά, παρέθεσε ο Πρόεδρος του ΕΟΦ και Πρόεδρος της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης Τιμών Φαρμάκων Δημήτριος Φιλίππου. Ο καρκίνος του πνεύμονα στην Ελλάδα είναι ο τρίτος συχνότερος καρκίνος και η πρώτη αιτία θανάτου. Περαιτέρω, αναφέρθηκε στην οικονομική επιβάρυνση του συστήματος υγείας από τον καρκίνο του πνεύμονα. Εστίασε στις νέες ογκολογικές θεραπείες καθώς και στην έγκριση όλο και περισσότερων φαρμάκων για τη θεραπεία του καρκίνου του πνεύμονα τα τελευταία χρόνια. Ο κ. Φιλίππου έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην ανοσοθεραπεία, η οποία βελτιώνει την επιβίωση του ασθενούς. Όσον αφορά το κόστος θεραπείας ανά ασθενή, η ανοσοθεραπεία το αυξάνει, αλλά σε κάποιον βαθμό αυτό αντισταθμίζεται από τη μείωση των νοσηλειών. Τόνισε ακόμα ότι κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα τίθενται και στην Ελλάδα οι βάσεις σωστής εκτίμησης της κλινικής αποτελεσματικότητας των νέων θεραπειών. Η αντιμετώπιση του καρκίνου του πνεύμονα, επεσήμανε ο κ. Φιλίππου, περιλαμβάνει 1) την ανάπτυξη αποτελεσματικών στρατηγικών πρόληψης, 2) την έγκαιρη διάγνωση, 3) την εισαγωγή καινοτόμων θεραπειών και 4) την παρηγορητική αντιμετώπιση των ασθενών τελικού σταδίου. Εξήρε επίσης τη σημασία της πρόληψης μέσω της αντικαπνιστικής πολιτικής και τόνισε ότι η υιοθέτηση μιας νέας υγειονομικής κουλτούρας ιδιαίτερα από τις νέες γενιές θα έχει σημαντικά αποτελέσματα τις επόμενες δεκαετίες.

Στην αλλαγή προσέγγισης όσον αφορά τη θεραπεία του καρκίνου του πνεύμονα, υπέρ μιας εξατομικευμένης και στοχευμένης προσέγγισης, αναφέρθηκε η συντονίστρια διευθύντρια της 7ης Πνευμονολογικής Κλινικής του ΓΝΘΑ «Η Σωτηρία» και Πρόεδρος του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας Μίνα Γκάγκα. Στο πεδίο της πρόληψης, έδωσε έμφαση στον αντικαπνιστικό νόμο και την ενημέρωση του κοινού σε σχέση με το κάπνισμα. Επεσήμανε ότι πρέπει να επεκταθούν και στη χώρα μας ορισμένες διεθνείς πρακτικές για την πρόληψη, τη διάγνωση και την αντιμετώπιση του καρκίνου του πνεύμονα, όπως το screening (προληπτικός έλεγχος), η βρογχοσκόπηση με υπερήχους και ο μοριακός έλεγχος μετά τη διάγνωση. Τόνισε ότι η δαπάνη για την υγεία μπορεί και πρέπει να αυξηθεί, αλλά και πάλι θα υπάρχει ένα όριο, οπότε πρέπει με τη βοήθεια της τεχνολογίας να αξιοποιηθεί αυτή η δαπάνη πιο αποτελεσματικά. Μίλησε επίσης για τη σημασία των ογκολογικών συμβουλίων, με συμμετοχή όλων των απαραίτητων ειδικοτήτων. Η κ. Γκάγκα τάχθηκε υπέρ της σύνδεσης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα υγείας, αλλά το σημαντικό, όπως είπε, είναι όλες οι υπηρεσίες να είναι προσβάσιμες στους ασθενείς και προτυποποιημένες. Σε έναν κόσμο που αλλάζει συνεχώς και που η τεχνολογία δίνει όλο και περισσότερες δυνατότητες, το σύστημα υγείας θα πρέπει να είναι ευέλικτο και να μπορεί να εξελίσσεται, υπογράμμισε.

Μιλώντας από τη σκοπιά του νοσηλευτή, ο Δημήτρης Παπαγεωργίου, νοσηλευτής, προϊστάμενος Ογκολογικής Κλινικής της Ευρωκλινικής Αθηνών, πρόεδρος Τ.Ν.Ο. ΕΣΝΕ, και επισκέπτης καθηγητής στο τμήμα Νοσηλευτικής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου σημείωσε ότι «το φως δεν είναι πλέον στο βάθος του τούνελ», αναφερόμενος στο  «φως των νέων θεραπευτικών ουσιών, των κλινικών μελετών, της έγκαιρης διάγνωσης, των λεπτών χειρουργικών χειρισμών και των νέων τρόπων ακτινοβόλησης». Όπως επεσήμανε ο κ. Παπαγεωργίου, αυτό το «φωτεινό μονοπάτι» οδηγεί στον πολυπόθητο στόχο, που είναι η εξατομικευμένη φροντίδα και η μετατροπή του καρκίνου του πνεύμονα από μια σοβαρή και απειλητική για τη ζωή ασθένεια, σε μια χρόνια κατάσταση. «Τα επόμενα χρόνια», υπογράμμισε, «ο ογκολογικός ασθενής, όπως ήδη συμβαίνει σε αρκετές περιπτώσεις και τώρα, θα μάθει να ζει με τον καρκίνο του, όπως για παράδειγμα ζει κάποιος τώρα με τον διαβήτη, την υπέρταση, τη σκλήρυνση κατά πλάκας κ.ο.κ.». Το μέλλον απαιτεί από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς συνεχή προσπάθεια, ώστε οι ασθενείς με καρκίνο να φροντίζονται ολιστικά, σφαιρικά, διεπιστημονικά, με προτεραιοποίηση και κάλυψη των πραγματικών αναγκών τους, όπου πρωταγωνιστής είναι πάντα ο ασθενής, τον οποίον οφείλουμε να εντάξουμε σε αυτήν την αλυσίδα της φροντίδας, με παραίνεση να τη μετακινεί στην κατεύθυνση που ο ίδιος επιθυμεί, υπογράμμισε ο κ. Παπαγεωργίου.

Μιλώντας εκ μέρους της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καρκίνου (ΕΛΛ.Ο.Κ.), η πρόεδρός της Καίτη Αποστολίδου υπογράμμισε τη διαφορά μεταξύ «περίθαλψης», η οποία αφορά τη νοσηλεία, και «φροντίδας», που αφορά κάτι πολύ ευρύτερο. Οι ασθενείς, όπως σημείωσε, συχνά αισθάνονται στιγματισμένοι, καθώς θεωρούνται εκ προοιμίου «καπνιστές», που άρα «φταίνε αυτοί» για τη νόσο τους. Συχνά, μάλιστα, προσέρχονται στις ιατρικές υπηρεσίες με καθυστέρηση, αφού τα αρχικά συμπτώματα του καρκίνου του πνεύμονα δεν είναι τόσο σαφή. Τόνισε τη σημασία των πρόσφατων επιστημονικών εξελίξεων όσον αφορά τον μοριακό και γενετικό έλεγχο του καρκίνου του πνεύμονα, πράγμα που δημιουργεί ανισότητες στην πρόσβαση των ασθενών στη σωστή διάγνωση και θεραπεία, καθώς το κόστος ελέγχου πολλών βιοδεικτών δεν καλύπτεται από το δημόσιο σύστημα ασφάλισης, με αποτέλεσμα ενίοτε να χορηγούνται δαπανηρά θεραπευτικά σχήματα χωρίς να έχει προηγηθεί λεπτομερής διάγνωση. Τέλος, σημείωσε τις μεγάλες ελλείψεις όσον αφορά την ολιστική φροντίδα του καρκινοπαθούς αλλά και την πρόσφατη αρνητική επίπτωση της πανδημίας στη φροντίδα των καρκινοπαθών.

Μιλώντας από τη σκοπιά των ίδιων των ασθενών με καρκίνο, η πρόεδρος του Συλλόγου Καρκινοπαθών, Εθελοντών, Φίλων και Ιατρών Αθηνών (Κ.Ε.Φ.Ι.) Ζωή Γραμμάτογλου σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «εμείς γνωρίζαμε ήδη, πολύ καλά, τι σημαίνει η λέξη “καραντίνα”. Δεν ήταν άγνωστη για εμάς όταν πρωτοεμφανίστηκε ο κορωνοϊός. Κάποιοι ίσως ξαναθυμηθήκαμε τις εντολές του ογκολόγου μας: μη βγαίνεις έξω όταν έχει κρύο, να αποφεύγεις τις συναντήσεις, όχι επαφές με πολύ κόσμο, να προσέχεις μην κολλήσεις καμιά ίωση». Όπως επεσήμανε η κ. Γραμμάτογλου, η πανδημία έχει διαβρώσει όλο το σύστημα φροντίδας του καρκίνου, κάτι που σημαίνει καθυστερήσεις από την πρώτη διάγνωση μέχρι τη θεραπεία και τον επανέλεγχο – σαν να ήρθε ο κορωνοϊός και να σταμάτησαν οι άνθρωποι να νοσούν από καρκίνο. Δεν πρέπει, όπως τόνισε, να υποτιμηθεί ο κίνδυνος διεύρυνσης των ανισοτήτων αναφορικά με τη διάγνωση και θεραπεία του καρκίνου, καθώς η αυξημένη ανεργία και η εισοδηματική ανισότητα οδηγούν στρατιές ολόκληρες ασθενών με καρκίνο πρακτικά εκτός συστήματος. Σε αντιστάθμισμα όλων αυτών, όπως υπογράμμισε, ο σύλλογος Κ.Ε.Φ.Ι. δημιουργεί τα κατάλληλα εργαλεία, ώστε να αποτελεί αρωγό βοήθειας σε όλο το ταξίδι του ασθενούς μέσα στη νόσο του καρκίνου. Η παρηγορητική-ανακουφιστική φροντίδα, που σήμερα εντάσσεται πλέον οργανικά στην ολοκληρωμένη ογκολογική περίθαλψη ήδη από τη διάγνωση, στην Ελλάδα ακόμα θεωρείται πολυτέλεια, άρα είναι άμεση ανάγκη η δημιουργία δομών ανακουφιστικής φροντίδας το συντομότερο δυνατόν, υπογράμμισε η κ. Γραμμάτογλου.

Μιλώντας εκ μέρους του συλλόγου FairLife, η πρόεδρός του Κορίνα Μπελ-Πατέλη σημείωσε ότι ο σύλλογος αυτός γεννήθηκε προ 4 μηνών για να καλύψει ένα κενό: την ανυπαρξία ενός φορέα που να ασχολείται αποκλειστικά με τον καρκίνο του πνεύμονα. Σπόρος για να καρποφορήσει αυτή η προσπάθεια ήταν το προσωπικό της βίωμα με τον σύζυγό της, Simon, ο οποίος δυστυχώς απεβίωσε. «Στην πορεία», σημείωσε, «διαπιστώσαμε ότι καινοτόμα φάρμακα, ενώ βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο κλινικών δοκιμών στο εξωτερικό, παραμένουν απροσπέλαστα για ασθενείς στην Ελλάδα, τόσο διότι ελάχιστες κλινικές μελέτες διενεργούνται στη χώρα μας, όσο και λόγω της γραφειοκρατίας και του νομοθετικού πλαισίου, που αποκλείει εναλλακτικές δυνατότητες πρώιμης πρόσβασης σε φάρμακα που μπορεί να είναι η μοναδική λύση για το ασθενή». Αναφορικά με τις κλινικές μελέτες, σημείωσε ότι τα τελευταία χρόνια γίνονται σημαντικά νομοθετικά βήματα στο να επιταχυνθούν οι διαδικασίες έγκρισης και γενικότερα να διαμορφωθεί ένα πιο φιλικό περιβάλλον για την προσέλκυση κλινικών μελετών στην Ελλάδα, παρόλα αυτά, υπάρχει πολύς ακόμα δρόμος, καθώς η χώρα παραμένει αρκετά πίσω στον αριθμό των πραγματοποιούμενων κλινικών μελετών.

Η αρνητική επίπτωση της πανδημίας στην φροντίδα των καρκινοπαθών είναι διεθνές και όχι αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο, σύμφωνα με την Εύη Χατζηανδρέου, ειδική σε θέματα δημόσιας υγείας και αντιπρόεδρο της FairLife Lung Cancer Care. Η κ. Χατζηανδρέου υπογράμμισε ότι, γενικότερα, τα όποια προβλήματα δεν οφείλονται μόνον στην έλλειψη πόρων αλλά κυρίως στην έλλειψη θεσμών και διαδικασιών, δηλαδή στην έλλειψη σωστής οργάνωσης της φροντίδας των ασθενών με καρκίνο του πνεύμονα. Εξέφρασε, επίσης, τον προβληματισμό και την απογοήτευσή της που η Ελλάδα δεν διαθέτει ακόμα κάποιο ίδρυμα παρηγορητικής–ανακουφιστικής φροντίδας (hospice) για τους ασθενείς με καρκίνο τελικού σταδίου. Κλείνοντας, χαρακτήρισε την παρούσα μελέτη του The Economist Intelligence Unit ως «πυξίδα, αλλά και ‘Βίβλο’, κάθε σελίδα της οποίας θα αξιοποιήσουμε με προσοχή».  

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Διαβάστε επίσης: