Γράφει ο Ευάγγελος Κατσίκης, Α’ αντιπρόεδρος του Πανελλήνιου Συνδέσμου Ιατρικών Διαγνωστικών Κέντρων.
Είναι κοινή διαπίστωση πως η υγειονομική κρίση που προκάλεσε η πανδημία κατέδειξε την ανάγκη για ευέλικτα και ευπροσάρμοστα συστήματα υγείας. Κατέστη για πρώτη φορά σαφές ότι η μονοσήμαντη επένδυση σε κτιριακές υποδομές (η έλλειψη των οποίων θεωρείτο για πολλές δεκαετίες η αιτία της κακής απόδοσης του συστήματος υγείας) δεν επιλύει το πρόβλημα. Η χώρα μας διαθέτει πληθώρα κτιρίων, τα οποία όμως είναι άδεια από γιατρούς, αφού η Πολιτεία παρέλειψε να ασχοληθεί με το μείζον θέμα των όρων απασχόλησης του ιατρικού προσωπικού.
Η χώρα μας προέβη σε επενδύσεις στην Υγεία αλόγιστα, αποσπασματικά και χωρίς μακροπρόθεσμο ορίζοντα επιτείνοντας το πρόβλημα. Αποτέλεσμα είναι ότι οι δαπάνες της χώρας μας δεν είναι είναι αντίστοιχες του επιπέδου των υπηρεσιών και, παρότι ξοδεύονται σημαντικά χρηματικά ποσά, το σύστημα δεν είναι σε θέση να προσαρμοστεί έγκαιρα στις μεταβλητές υγειονομικές ανάγκες.
Η υγειονομική όμως κρίση απέδειξε ότι η καινοτομία και εφευρετικότητα είναι αναγκαία προϋπόθεση για την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών υγείας. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τους ερευνητές σε όλο τον κόσμο να προσπαθούν να βρουν καινοτόμες λύσεις για την έλλειψη αναπνευστήρων με την ψηφιακή εκτύπωση καινοτόμων εξαρτημάτων, όταν διαπιστώθηκε η τεράστια έλλειψη; Και όλα αυτά συνέβησαν «επί του πεδίου» σε «συνθήκες μάχης»! Η ίδια η χώρα μας αναγκάστηκε να θεσπίσει την «άυλη συνταγογράφηση» σε μία νύκτα, όταν οι διάφορες υπηρεσίες του Δημοσίου προέβαλαν αστείες δικαιολογίες εδώ και πολλά χρόνια για να αποφύγουν την ψηφιοποίηση της υπηρεσίας.
Σήμερα το ελληνικό κράτος εξακολουθεί να έχει την παρωχημένη αντίληψη ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός είναι χρήσιμος μόνο για τη μέτρηση, την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της ποιότητας υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Οι δυνατότητες όμως που προκύπτουν από τη χρήση των πληροφοριακών συστημάτων της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης είναι πολλαπλάσιες και σίγουρα πολύ περισσότερες από την παροχή μετρήσιμων ποιοτικών στοιχείων. Οι τεχνολογίες αυτές μπορούν να υποκαταστήσουν τη νοσοκομειακή παρακολούθηση (π.χ. monitoring κατ’ οίκον νοσηλευόμενων ασθενών μέσω διασυνδεδεμένων με το ιατρείο ή το νοσοκομείο αισθητήρων κ.τ.λ.), αλλά και να βοηθήσουν στην πρόληψη!
Το Internet of Things είναι μια πραγματικότητα με την επικράτηση wearables, τα οποία φιλοδοξούν να θεωρηθούν ως ιατρικά μηχανήματα (medical devices) και πολύ συχνά πιστοποιούνται ως τέτοια. Η διάχυση των πηγών λήψης μετρήσεων σημαίνει και επαρκή δεδομένα, τα οποία μπορεί να αξιοποιήσει το επόμενο εξελικτικό στάδιο της Τεχνητής Νοημοσύνης. Η ευκολία της διαχείρισης της πληροφορίας αλλάζει και τον τρόπο παροχής υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.
Σήμερα οι ασθενείς απαιτούν πρόσβαση στις ιατρικές τους πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο με ελάχιστη ταλαιπωρία. Έτσι, η συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών δηλώνει ότι επιθυμεί να λάβει τα αποτελέσματα των εξετάσεών τους σε ψηφιακή μορφή (αντί για την έντυπη ανακοίνωσή τους μέχρι πριν από λίγο καιρό), κάτι το οποίο μειώνει το κόστος διαχείρισης για τον πάροχο έως και κατά 60%.
Αντίστοιχα, σε πολλές περιπτώσεις για τη χορήγηση μιας θεραπείας αρκεί η χορήγηση μιας άυλης συνταγής, αφού έχουν προηγηθεί η κλινική εξέταση και η επιβεβαίωση της ιατρικής εκτίμησης από διαγνωστικές εξετάσεις.
Και οι ασθενείς όμως στοχεύουν πια στην πρόληψη. Σε αυτή την τάση οφείλεται η αυξημένη χρήση ψηφιακών εφαρμογών υγείας και φορητών συσκευών. Η χρήση αυτών των τεχνολογικών δυνατοτήτων για την παρακολούθηση θεμάτων υγείας, για καταμέτρηση στόχων υγείας και φυσικής κατάστασης, καθώς και για καταγραφή και μετάδοση ιατρικών δεδομένων δίνει πολύ μεγαλύτερη ασφάλεια στη διάγνωση.
Μετρήσεις για τις οποίες απαιτείτο στο παρελθόν ειδική διαγνωστική εξέταση (π.χ. τοποθέτηση holter)μπορούν να ληφθούν από ένα smartwatch, δίνοντας έτσι μεγαλύτερο έλεγχο στους ασθενείς στη διαχείριση της υγείας τους, καθώς και να λάβουν εξατομικευμένες υπηρεσίες.
Πριν από λίγα μόνο χρόνια αυτά ακούγονταν εξωτικά, όμως σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα έγιναν μέρος της καθημερινότητάς μας. Η τεχνολογική εξέλιξη αποδεικνύει καθημερινά τη δυναμική της. Αλλά για να γίνει η χώρα μας δυναμικός εταίρος της εξέλιξης αυτής, θα πρέπει να «ανοίξουμε τα μάτια και τα αυτιά μας».
Οι ψηφιακές δυνατότητες μπορούν να οδηγήσουν σε μια νέα «αγορά» ιατρικών υπηρεσιών πέρα από το κλασικό μοντέλο της ιατρικής επίσκεψης. Η συνολική παρακολούθηση του πληθυσμού και η ιατρική διαχείριση ασθενών τώρα πια είναι εφικτές και τεχνικά. Εδώ και πολλά χρόνια έχουν υπάρξει προσπάθειες για τη δημιουργία value based συστημάτων αμοιβών, όμως πλέον η προστιθέμενη αξία μπορεί να παρακολουθηθεί και να μετρηθεί μέσω των ψηφιακών υπηρεσιών.
Και οι πάροχοι υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας (ιατροί, διαγνωστικά κέντρα, μονάδες ημερήσιας νοσηλείας κ.τ.λ.) είναι σε ένα επαγγελματικό σταυροδρόμι. Η συνεχής αύξηση του λειτουργικού κόστους αποτελεί αυτή τη στιγμή τον μεγαλύτερο κίνδυνο για τη διασφάλιση σταθερού επιπέδου υπηρεσιών υγείας. Η «διάγνωση» ως ιατρική πράξη εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από ενεργοβόρο ιατρικό εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας. Η παγκόσμια έλλειψη ημιαγωγών ευθύνεται για την αύξηση του κόστους των ιατρικών μηχανημάτων και για τις τεράστιες καθυστερήσεις που παρατηρούνται στις παραδόσεις τους.
Επίσης ο πληθωρισμός δημιουργεί συνθήκες οικονομικής ασφυξίας στους παρόχους υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, οι οποίοι καλούνται να αντιμετωπίσουν πολλαπλάσια κόστη ηλεκτρικού ρεύματος, αναλωσίμων και μισθοδοσίας, χωρίς όμως να έχουν τη δυνατότητα να μετακυλίσουν το κόστος αυτό, αφού αμείβονται με σταθερές αμοιβές (που καθορίστηκαν το 1991) και μάλιστα με μεγάλες αναγκαστικές εκπτώσεις επ’ αυτών, λόγω της εφαρμογής του μέτρου του clawback. Και οι χρηματοδοτικές δυνατότητες όμως του κοινωνικού κράτους είναι αντικειμενικά πεπερασμένες. Τέλος, το κόστος του χρήματος βαίνει απαγορευτικό για τη χρηματοδότηση λειτουργικών αναγκών μιας υγειονομικής μονάδας.
Διέξοδος σε αυτήν την τέλεια καταιγίδα είναι η μείωση του λειτουργικού κόστους με τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας για την αύξηση της εργασιακής αποδοτικότητας. Σε αυτό το πρόβλημα η υιοθέτηση ψηφιακών υπηρεσιών και μεθόδων, καθώς και η παροχή καινοτόμων υπηρεσιών μπορεί να αποτελέσoυν σημαντικό παράγοντα. Η προσφορά νέων υπηρεσιών (π.χ. κατ’ οίκον ιατρικής παρακολούθησης) με τη χρήση των νέων τεχνολογιών, χαμηλό κόστος για τον πάροχο και υψηλή προστιθέμενη αξία μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση των οικονομικών μεγεθών των παρόχων και τη βιωσιμότητά τους.
Υπάρχουν σήμερα πολλές και αξιόλογες εφαρμοσμένες ψηφιακές λύσεις που έχουν προέλθει από ελληνικά μυαλά. Πολύ περισσότερες είναι στο στάδιο της ανάπτυξης. Αν μη τι άλλο, η χώρα μας διαθέτει ευφυές και καινοτόμο στελεχιακό δυναμικό. Δεν διαθέτει όμως ακόμα διασύνδεση μεταξύ των μηχανικών που αναπτύσσουν τις ψηφιακές λύσεις και των παρόχων υπηρεσιών υγείας που θα τις χρησιμοποιήσουν. Οι πρώτοι φαίνεται να σχεδιάζουν χωρίς να γνωρίζουν σε βάθος τις πραγματικές ανάγκες και οι δεύτεροι να αγνοούν ότι υπάρχουν τεχνολογικές λύσεις που μπορούν να βελτιώσουν την αποδοτικότητά τους. Η χώρα μας δεν διαθέτει (ακόμα τουλάχιστον) το αναπτυξιακό οικοσύστημα που να ευνοεί την εγχώρια προσπάθεια του ψηφιακού μετασχηματισμού.
Παράγοντας ανάσχεσης στην ανάπτυξη και εφαρμογή καινοτόμων ψηφιακών λύσεων στη χώρα μας είναι και το αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο. Η εγγενής φοβία που έχουμε στην Ελλάδα για οτιδήποτε δεν είναι αυστηρά ρυθμισμένο εμποδίζει την ευελιξία και την ταχύτητα ανάπτυξης καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών. Απαιτείται συνεπώς να αναθεωρήσουμε την προσέγγιση, να χαλαρώσουμε τους αυστηρούς κανόνες και να δώσουμε χώρο για την καινοτομία υπό τον έλεγχο ικανών ρυθμιστικών αρχών που θα αντιλαμβάνονται και θα ελέγχουν τα όρια της κάθε εφαρμογής, έτσι ώστε να γίνει χρήση της τεχνολογίας χωρίς εκπτώσεις στην ποιότητα των ιατρικών υπηρεσιών. Απαιτείται συνεπώς αλλαγή νοοτροπίας όλων των εμπλεκο- μένων, του κράτους, των παρόχων και των ασθενών.
Αυτή τη στιγμή φαίνεται ότι οι ασθενείς προηγούνται όλων και έχουν τις περισσότερες απαιτήσεις. Κρίσιμο στοίχημα είναι να προσαρμοστούν και οι υπόλοιποι παράγοντες: οι πάροχοι και κυρίως η Πολιτεία.
Δείτε το άρθρο όπως δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Health – Τεύχος 11: