Του Πετεινάκη Α. Παντελή, Καρδιολόγου, Καρδιολογική Κλινική Ιασώ General
Εκτεταμένες κλινικές και στατιστικές μελέτες έχουν προσδιορίσει αρκετούς παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης στεφανιαίας νόσου και αγγειακών νοσημάτων. Μείζονες παράγοντες κινδύνου είναι εκείνοι για τους οποίους έχει αποδειχθεί σημαντική αύξηση του κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα. Άλλοι παράγοντες συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών νοσημάτων, αλλά η σημαντικότητα και δυναμική τους δεν έχουν μέχρι σήμερα ακριβώς καθοριστεί. Αυτοί αποκαλούνται ελάσσονες παράγοντες κινδύνου.
Κάποιοι απ’ αυτούς τους παράγοντες μπορούν να τροποποιηθούν – να θεραπευθούν ή να ελεγχθούν – ενώ κάποιοι άλλοι όχι. Όσο περισσότερους παράγοντες κινδύνου έχει ένα άτομο τόσο μεγαλύτερο κίνδυνο διατρέχει να αναπτύξει στεφανιαία νόσο. Επίσης ο κίνδυνος αυξάνεται, όσο υψηλότερα επίπεδα παρουσιάζει κάποιος από τους παράγοντες αυτούς. Για παράδειγμα, ένα άτομο με επίπεδα ολικής χοληστερόλης (ΧΟΛ) 300 mg/dl διατρέχει μεγαλύτερο κίνδυνο από κάποιο άλλο με επίπεδα ΧΟΛ 250 mg/dl, αν και επίπεδα ΧΟΛ άνω των 240 mg/dl σηματοδοτούν αυξημένο κίνδυνο.
Ποιοι είναι οι μείζονες παράγοντες κινδύνου που δεν μπορούν να τροποποιηθούν;
Ηλικία
Ανδρικό φύλο
Κληρονομικότητα
Ποιοι είναι οι μείζονες παράγοντες κινδύνου που μπορούν να τροποποιηθούν (να θεραπευτούν ή να ελεγχθούν) αλλάζοντας τον τρόπο ζωής ή με παίρνοντας φάρμακα;
Κάπνισμα
Υψηλά επίπεδα χοληστερόλης
Υπέρταση
Μειωμένη φυσική δραστηριότητα
Παχυσαρκία
Σακχαρώδης διαβήτης
Ποιοι άλλοι παράγοντες συνδέονται με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο;
Άγχος (stress)
Υπερβολική κατανάλωση οινοπνεύματος
ΜΕΙΖΟΝΕΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΟΥΝ
Ηλικία – Πάνω από το 80% των ατόμων που πεθαίνουν από στεφανιαία νόσο είναι άνω των 65 ετών. Στις μεγαλύτερες ηλικίες μετά από οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου, οι γυναίκες παρουσιάζουν μεγαλύτερη θνησιμότητα από τους άνδρες.
NEWSLETTER
Λάβετε τα καλύτερα του Nextdeal στα εισερχόμενά σας, κάθε μέρα.
Ανδρικό φύλο – Οι άνδρες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο εκδήλωσης στεφανιαίας νόσου από τις γυναίκες και παρουσιάζουν οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου σε μικρότερες ηλικίες. Ακόμη και μετά την εμμηνόπαυση, όταν η θνησιμότητα των γυναικών από καρδιακά νοσήματα αυξάνεται, είναι μικρότερη απ’ αυτήν των ανδρών.
Κληρονομικότητα – Άτομα τα οποία έχουν συγγενή 1ου βαθμού, που εμφάνισε καρδιαγγειακή νόσο σε μικρή ηλικία (< 55 ετών για άνδρες, < 65 ετών για γυναίκες) έχουν αυξημένη πιθανότητα να παρουσιάσουν νόσο και τα ίδια. Οι περισσότεροι άνθρωποι με ιστορικό πρώιμης εμφάνισης στεφανιαίας νόσου στους πρώτου βαθμού συγγενείς τους, έχουν ένα ή περισσότερους άλλους παράγοντες κινδύνου. Και βέβαια όπως δεν μπορεί κανείς να ελέγξει την ηλικία και το φύλο, δεν μπορεί να παρέμβει στην κληρονομικότητα. Έτσι στα άτομα αυτά είναι ακόμη πιο σημαντικό να ελεγχθούν ή να θεραπευτούν οι υπόλοιποι τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου.
ΜΕΙΖΟΝΕΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΠΟΥ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΟΥΝ ΑΛΛΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΖΩΗΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ
Κάπνισμα – Ο κίνδυνος των καπνιστών τσιγάρων να εμφανίσουν στεφανιαία νόσο είναι 2 – 4 φορές μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο των μη καπνιστών. Το κάπνισμα τσιγάρων είναι ισχυρός ανεξάρτητος παράγοντας κινδύνου για αιφνίδιο καρδιακό θάνατο σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο – οι καπνιστές διατρέχουν διπλάσιο κίνδυνο. Το κάπνισμα επίσης δρα συνεργικά με άλλους παράγοντες κινδύνου αυξάνοντας κατά πολύ την πιθανότητα εμφάνισης στεφανιαίας νόσου.
Οι καπνιστές πούρων ή καπνού φαίνεται να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου από καρδιαγγειακά νοσήματα από τους μη καπνιστές αλλά μικρότερο κίνδυνο από τον αντίστοιχο των καπνιστών τσιγάρων.
Οι παθητικοί καπνιστές διατρέχουν κι αυτοί αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο σε σχέση με τους μη καπνιστές.
Υψηλά επίπεδα χοληστερόλης – Όσο αυξάνονται τα επίπεδα της ολικής χοληστερόλης, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος καρδιαγγειακών νοσημάτων. Επί παρουσίας και άλλων παραγόντων κινδύνου (π.χ. κάπνισμα, υπέρταση) ο κίνδυνος αυξάνεται πολύ περισσότερο. Τα επίπεδα της χοληστερόλης ενός ατόμου επηρεάζονται από την ηλικία, το φύλο, την κληρονομικότητα και τη διατροφή.
Αρτηριακή υπέρταση – Η υπέρταση αυξάνει το καρδιακό έργο (αυξάνει το μεταφόρτιο) κι έτσι προκαλεί αύξηση του πάχους (υπερτροφία) των καρδιακών τοιχωμάτων, πράγμα που μειώνει την ελαστικότητά τους. Έτσι αυξάνεται ο κίνδυνος για εγκεφαλικά επεισόδια, οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου, νεφρική ανεπάρκεια και καρδιακή ανεπάρκεια. Όταν δε η υπέρταση συνυπάρχει με άλλους παράγοντες κινδύνου (παχυσαρκία, κάπνισμα, υψηλά επίπεδα χοληστερόλης ή σακχαρώδη διαβήτη, ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων πολλαπλασιάζεται. κατάταξη της αρτηριακής υπέρτασης σύμφωνα με την ECC.
Μειωμένη φυσική δραστηριότητα – Η έλλειψη φυσικής άσκησης είναι παράγοντας κινδύνου για στεφανιαία νόσο. Μετρίως έντονη φυσική δραστηριότητα που επαναλαμβάνεται συχνά βοηθά στη πρόληψη καρδιαγγειακών νοσημάτων. Όσο πιο έντονος είναι ο ρυθμός της άσκησης, τόσο περισσότερα τα οφέλη που προκύπτουν. Πάντως ακόμη και μέτριας έντασης δραστηριότητες βοηθούν αν γίνονται τακτικά και μακροχρόνια. Η άσκηση βοηθά στον έλεγχο της υψηλής χοληστερόλης, του σακχαρώδους διαβήτη, της παχυσαρκίας καθώς και στην ρύθμιση της υπέρτασης.
Παχυσαρκία – Ασθενείς με αυξημένο σωματικό βάρος – ειδικά αν το περισσότερο απ’ αυτό είναι συγκεντρωμένο στην περιοχή της μέσης – έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν καρδιαγγειακό νόσημα ακόμη και σε απουσία άλλου παράγοντα κινδύνου. Η αύξηση του σωματικού βάρους αυξάνει το καρδιακό έργο. Αυξάνει την αρτηριακή πίεση, τα επίπεδα της ολικής χοληστερόλης και των τριγλυκεριδίων ενώ χαμηλώνει τα επίπεδα της καλής χοληστερόλης (HDL). Επίσης αυξάνει την πιθανότητα για σακχαρώδη διαβήτη. Πολύ παχύσαρκοι και υπέρβαροι μπορεί να έχουν δυσκολία στην απώλεια βάρους. Αλλά χάνοντας έστω και λίγο βάρος, ακόμα και 3 – 4 κιλά, μπορεί να μειωθεί ο καρδιαγγειακός κίνδυνος.
Σακχαρώδης διαβήτης – Ο σακχαρώδης διαβήτης (ΣΔ) αυξάνει σοβαρά τον κίνδυνο ανάπτυξης καρδιαγγειακής νόσου. Ακόμα και αν ο ΣΔ είναι ρυθμισμένος αυξάνει τον κίνδυνο για καρδιακή ή αγγειακή νόσο, αλλά βεβαίως ο κίνδυνος είναι ακόμα μεγαλύτερος αν ο ΣΔ είναι αρρύθμιστος. Περίπου το 75% των ασθενών με ΣΔ πεθαίνουν από κάποιο τύπο καρδιακής ή αγγειακής νόσου. Κάποιος που πάσχει από ΣΔ, είναι εξαιρετικά σημαντικό να ρυθμίζει επαρκώς όσους άλλους παράγοντες κινδύνου έχει.
ΑΛΛΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ ΜΕ ΑΥΞΗΜΕΝΟ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΟ ΚΙΝΔΥΝΟ
Άγχος (stress) – Η συχνή βίωση αγχωδών καταστάσεων είναι δυνητικός παράγοντας κινδύνου. Κάποιες μελέτες έχουν δείξει σχέση μεταξύ καρδιαγγειακού κινδύνου και της έντονα αγχώδους ζωής, της συμπεριφοράς γύρω από θέματα υγείας και της κοινωνικοοκονομικής κατάστασης. Αυτοί οι παράγοντες μπορεί να επηρεάζουν και τους γνωστούς παράγοντες κινδύνου. Για παράδειγμα, άτομα κάτω από stress μπορεί να τρώνε υπερβολικά, να αρχίσουν το κάπνισμα ή να καπνίζουν περισσότερο απ’ ότι θα έκαναν κάτω από άλλες συνθήκες.
Κατανάλωση οινοπνεύματος – Η υπερβολική κατανάλωση οινοπνεύματος μπορεί να προκαλέσει αυξημένη αρτηριακή πίεση, αύξηση των τριγλυκεριδίων και αρρυθμίες και τελικά να οδηγήσει σε καρδιακή ανεπάρκεια και εγκεφαλικό επεισόδιο. Συμβάλει στην παχυσαρκία, στον αλκοολισμό, σε αυτοκτονίες και ατυχήματα. Ο καρδιαγγειακός κίνδυνος σε άτομα που καταναλώνουν μικρές ποσότητες οινοπνεύματος (ένας μέσος όρος ενός ποτού για τις γυναίκες και δύο ποτών για τους άνδρες) είναι χαμηλότερος απ’ αυτόν των ατόμων που δεν πίνουν καθόλου. Βεβαίως δεν συνιστάται όσοι δεν πίνουν οινοπνευματώδη να ξεκινήσουν να πίνουν, ή αυτοί που πίνουν λίγο να αρχίσουν να πίνουν περισσότερο.