ΜΕΝΟΥ

Λίλιαν-Βενετία Βιλδιρίδη: Στοχευμένες μεταρρυθμίσεις για Εθνικό Σύστημα Υγείας προσαρμοσμένο στις σύγχρονες ανάγκες του πληθυσμού!

Health Newsroom

ΛίλιανΒενετία Βιλδιρίδη, Γενική γραμματέας Υπηρεσιών Υγείας

Συνέντευξη στην ΑΝΘΗ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ

«Η μετα-πανδημική εποχή δίνει μεγάλη έμφαση στη βελτίωση της ισότιμης και καθολικής πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας και στη βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας», μας επισημαίνει η γενική γραμματέας Υπηρεσιών Υγείας Λίλιαν-Βενετία Βιλδιρίδη, αναλύοντάς μας όχι μόνο τις ανάγκες και τις προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπίσει η ηγεσία του υπουργείου Υγείας, αλλά και τα έργα που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη, προκειμένου η Ελλάδα να αποκτήσει ένα μοντέρνο, αξιόπιστο και βιώσιμο σύστημα υγείας, με στόχο την ισότιμη πρόσβαση όλων σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας.

  • Κυρία Βιλδιρίδη, το ελληνικό Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ) έκλεισε 40 χρόνια ζωής κάτω από το ίδιο καθεστώς λειτουργίας. Ωστόσο, οι ανάγκες αλλάζουν και οι υπηρεσίες εξελίσσονται. Ποιες είναι οι πάγιες και χρόνιες αδυναμίες του ΕΣΥ, όπως έχουν καταγραφεί και αποτελούν τις μεγάλες προκλήσεις;

Το ελληνικό δημόσιο σύστημα υγείας εξακολουθεί να αποτελεί βασικό πυλώνα της ελληνικής κοινωνίας, 40 χρόνια από την ίδρυση του ΕΣΥ. Αυτά τα χρόνια εκατομμύρια συμπολίτες μας το επισκέφθηκαν, εξετάστηκαν, διαγνώστηκαν και θεραπεύτηκαν. Στις δυσκολίες και στις κρίσεις, το ΕΣΥ όχι μόνο άντεξε, αλλά και πρωτοστάτησε, την ώρα που αντίστοιχα συστήματα άλλων ευρωπαϊκών χωρών κατέρρευσαν.

Ωστόσο, στη μετα-πανδημική εποχή απαιτούνται παρεμβάσεις που σχετίζονται με την αποτελεσματικότητα, την καθολικότητα και τη βιωσιμότητα του δημόσιου συστήματος υγείας, με βάση τη λεπτομερή χαρτογράφηση των αναγκών του πληθυσμού και με γνώμονα την περαιτέρω ενδυνάμωση και προσαρμογή του στη σημερινή πραγματικότητα και τις σύγχρονες ανάγκες του πληθυσμού. Αυτή η «επετειακή» λοιπόν περίοδος επιτάσσει αλλαγές και τροποποιήσεις πολιτικών και αναδιοργάνωση των υπηρεσιών υγείας, τόσο σε στρατηγικό όσο και σε τεχνικό επίπεδο.

Ως πάγιες και χρόνιες αδυναμίες του ελληνικού ΕΣΥ καταγράφονται οι ακόλουθες:

  • Η έλλειψη αξιόπιστης πληροφορίας ως προς τις ανάγκες Υγείας, καθώς και των στοιχείων της προσφοράς των υπηρεσιών υγείας.
  • Οι γεωγραφικές ανισότητες, που δημιουργούν προβλήματα στην πρόσβαση υπηρεσιών υγείας.
  • Η έλλειψη συστηματικής αξιολόγησης της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας.
  • Ποιες δομικές αλλαγές πρέπει να γίνουν στα νοσοκομεία μας, για να είμαστε σε θέση να ακολουθήσουμε τις επιταγές της νέας εποχής;

Οι δομικές αλλαγές ενσωματώνουν δράσεις και έργα αξιοποίησης και αναβάθμισης του ανθρώπινου δυναμικού στην Υγεία, των υλικοτεχνικών υποδομών, του ψηφιακού μετασχηματισμού και της προσβασιμότητας στις υπηρεσίες υγείας.

Η στοχευμένη ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού των μονάδων υγείας και η εξασφάλιση σταθερής χρηματοδότησης των σχετικών πολιτικών θα επιτρέψουν τον αποτελεσματικό σχεδιασμό των επενδύσεων και την ομαλή συνέχεια στην παροχή της υγειονομικής φροντίδας. Προκειμένου το ΕΣΥ να καταστεί ελκυστικό, σχεδιάζεται δέσμη κινήτρων προσέλκυσης και παραμονής επαγγελματιών υγείας στο δημόσιο σύστημα υγείας, χρηματικά και μη.

Η κτιριακή αναβάθμιση και ο εκσυγχρονισμός των υλικοτεχνικών υποδομών 96 νοσοκομείων και 156 Κέντρων Υγείας σε ολόκληρη την Ελλάδα μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας θα συμβάλουν όχι μόνο στη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών και της ασφάλειας των ασθενών, αλλά και στη δημιουργία καλύτερου εργασιακού περιβάλλοντος για το προσωπικό τους. Περαιτέρω, έχει σχεδιαστεί η ανέγερση κτιρίων για τη στέγαση νέων κλινικών ή μονάδων και τριών νέων σύγχρονων νοσοκομείων που θα εμπλουτίσουν τον υγειονομικό χάρτη της χώρας.

Η αξιοποίηση της ψηφιακής καινοτομίας θα βελτιώσει την επικοινωνία των υγειονομικών υπηρεσιών με τους ασθενείς και θα επιτρέψει τη διαμόρφωση πιο ολοκληρωμένων και καλύτερα προσβάσιμων μοντέλων φροντίδας.

Συνδυαστικά, σχεδιάζονται εναλλακτικές μορφές νοσηλείας για την καλύτερη και με μεγαλύτερη ασφάλεια αντιμετώπιση των αναγκών του ασθενούς, όπως η διαμόρφωση ενός συστήματος παροχής ασφαλούς, μακροχρόνιας, ολιστικής, εξατομικευμένης φροντίδας στο σπίτι σε συγκεκριμένους ασθενείς που πληρούν τα κριτήρια ένταξης στο πρόγραμμα, υπό τη συνεχή παρακολούθηση των θεραπόντων ιατρών.

Ως προς τις πολιτικές εκσυγχρονισμού στον υομέα της Υγείας στη χώρα μας, αυτές εστιάζονται στην καθολική πρόσβαση των πολιτών σε υπηρεσίες φροντίδας υγείας και στη βελτίωση της εμπειρίας των ασθενών. Προς αυτήν την κατεύθυνση το υπουργείο Υγείας εξετάζει εναλλακτικές μορφές νοσηλείας, όπως η νοσηλεία κατ’ οίκον, που αναμένεται να συμβάλει στην αποσυμφόρηση των δευτεροβάθμιων και τριτοβάθμιων δομών υγείας, προς όφελος της βελτίωσης της ποιότητας ζωής των ασθενών και των οικογενειών τους, της μείωσης του χρόνου νοσηλείας, του κόστους φροντίδας για τους ασθενείς και τις οικογένειές τους και της εμφάνισης λοιμώξεων.

Ήδη λειτουργεί το Πρόγραμμα Νοσηλείας στο Σπίτι (ΝΟΣΠΙ) πιλοτικά σε 3 νοσοκομεία. Στον «Άγιο Σάββα» έχουν ενταχθεί ογκολογικοί ασθενείς, στο «Ιπποκράτειο» της Θεσσαλονίκης έχουν ενταχθεί παιδιατρικά περιστατικά και στο ΠΑΓΝΗ της Κρήτης περιστατικά ενηλίκων. Αναμένεται η επέκταση του προγράμματος σε 10 νοσοκομεία για να καταλήξουμε σε ένα Εθνικό Σχέδιο για την Κατ΄ Οίκον Νοσηλεία, το οποίο θα παρακολουθείται από τις Υγειονομικές Περιφέρειες αλλά και τον ΟΔΙΠΥ, με τον έλεγχο της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών φροντίδας της υγείας και την εφαρμογή δεικτών για τη μέτρησή της.

  • Όταν μιλάμε για βασικούς παράγοντες βιωσιμότητας των συστημάτων υγείας που είναι απαραίτητοι, για να έχουμε ένα ασφαλές και αποτελεσματικό σύστημα παροχής υπηρεσιών υγείας, τι εννοούμε;

Μία από τις προκλήσεις που έχουμε σήμερα να αντιμετωπίσουμε είναι η αλλαγή της κατανομής των πόρων στα νοσοκομεία.

Οι σημερινοί προϋπολογισμοί των νοσοκομείων καταρτίζονται βάσει ιστορικών στοιχείων, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη όχι μόνο το παραγόμενο έργο, αλλά και τις αλλαγές που συμβαίνουν στο νοσοκομείο, όπως π.χ. την ανάπτυξη νέων κλινών. Δεδομένου ότι οι διαθέσιμοι πόροι, δηλαδή οι πιστώσεις που μας δίνει το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, είναι περιορισμένοι, θα πρέπει η κατανομή τους να γίνει με τον βέλτιστο τρόπο, ώστε να επιχορηγούνται οι φορείς που χρειάζεται, ώστε να έχουμε εντέλει την αύξηση του παραγόμενου έργου των νοσοκομείων και φυσικά των υπηρεσιών υγείας και της ποιότητας αυτών που λαμβάνουν οι τελικοί χρήστες, δηλαδή οι ασθενείς.

Καθοριστικός παράγοντας για τη βιωσιμότητα του συστήματος υγείας αποτελεί το σύστημα των DRG (Diagnostic Related Group), γνωστό με την ελληνική τους μετάφραση και ως «Ομοιογενείς Διαγνωστικά Ομάδες», το οποίο αποτελεί μια δικαιότερη και τεκμηριωμένη διαχείριση των υπερεθνικών, εθνικών και ασφαλιστικών πόρων, μέσω της αποτίμησης των νοσοκομειακών εκροών και του παραγόμενου έργου. Σε μια εποχή, της οποίας τα προστάγματα επιβάλλουν τη διαφάνεια και λογοδοσία των δράσεων, είναι αντιληπτή η αναγκαιότητα ενός τέτοιου συστήματος στον τομέα της Υγειονομικής Φροντίδας. Αξίζει να σημειωθεί ότι με τα DRG θα έχουμε τη δυνατότητα για τη σύγκριση νοσοκομείων ίδιας κατηγορίας ή μεγέθους, με αποτέλεσμα να εντοπίζουμε πού χρειάζονται παρεμβάσεις, ενώ από τα στοιχεία που θα αντληθούν θα παρέχεται σημαντική πληροφόρηση στους ασκούντες πολιτική υγείας.

Περαιτέρω μεταρρύθμιση που υπηρετεί τη βιωσιμότητα του συστήματος υγείας συνιστά η ίδρυση της Εθνικής Κεντρικής Αρχής Προμηθειών Υγείας (ΕΚΑΠΥ) με τον Ν. 5015/23. Η ΕΚΑΠΥ αναλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τις διαδικασίες προμήθειας φαρμάκων, που διενεργούνται κατόπιν διαγωνιστικών διαδικασιών για τις συμφωνίες που συνάπτει η Επιτροπή Διαπραγμάτευσης Τιμών Φαρμάκων και αφορούν κλειστούς ή ανοιχτούς προϋπολογισμούς, για τον εφοδιασμό των νοσοκομείων του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ) και του Γενικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης (ΓΝΘ) «ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ».

Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΚΑΠΥ σε πολύ σύντομο χρόνο σχεδίασε και υλοποίησε ένα σύγχρονο σύστημα διαχείρισης (EKAPY.net), παραγγελίας και αποζημίωσης των παραγγελιών φαρμάκων για όλα τα νοσοκομεία της χώρας.

Με τη νέα διαδικασία εφαρμόζεται για πρώτη φορά και πλήρως ψηφιακά η κεντρική διαχείριση φαρμάκων για τα νοσοκομεία της χώρας και υπάρχει πλήρης αποτύπωση των αναγκών των νοσοκομείων. Επιπροσθέτως, δεδομένου ότι η λειτουργία της ΕΚΑΠΥ στην προμήθεια φαρμάκων έχει σχεδιαστεί με τέτοιον τρόπο ώστε να μη δημιουργούνται ληξιπρόθεσμες οφειλές, η προμήθεια φαρμάκων από την ΕΚΑΠΥ θα αποτελέσει και ένα εργαλείο αποσυμφόρησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών των νοσοκομείων.

 

  • Μιλήσατε πρόσφατα για νοσοκομεία-πιλότους, όπου θα τεθούν σε εφαρμογή οι δείκτες ασφάλειας του προσωπικού, οι δείκτες ανθρωποκεντρικής φροντίδας και οι δείκτες ποιότητας. Σε ποια νοσοκομεία θα ξεκινήσουν και τι αναμένεται να αποφέρουν;

Οι δείκτες ποιότητας αφορούν στην ασφάλεια των ασθενών κατά τη διαδρομή τους στο σύστημα υγείας και στην αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών υγείας που παρέχονται στα νοσοκομεία και τις μονάδες υγείας.

Η ανάπτυξη Δεικτών Μέτρησης της Ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας με κοινή μεθοδολογία για όλα τα νοσοκομεία θα συμβάλει στη διασφάλιση της ποιότητας της παρεχόμενης φροντίδας, αλλά και στην ανάπτυξη τεκμηριωμένης στρατηγικής για την Υγεία και την αξιολόγηση και τον επανασχεδιασμό πολιτικών που στηρίζονται σε έγκυρα δεδομένα, με στόχο πάντα την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του συστήματος υγείας. Τέτοιοι δείκτες είναι: α) Δείκτες Ασφάλειας και Αποτελεσματικότητας (εκβάσεων), β) Δείκτες Ασφάλειας Προσωπικού, γ) Βασικοί λειτουργικοί δείκτες δομής και στελέχωσης, δ) Δείκτες Ανθρωποκεντρικής Φροντίδας (Patient Centered Indicators) και ε) Δείκτες Ελέγχου της Κλινικής Αποτελεσματικότητας.

Σε μία ομάδα 12 νοσοκομείων-πιλότων εφαρμόζεται σύστημα δεικτών μέτρησης της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας και της ασφάλειας ασθενών. Τα εμπλεκόμενα νοσοκομεία είναι το ΓΝΑ «Λαϊκό», το ΠΓΝ Αττικόν, το ΠΓΝΘ ΑΧΕΠΑ, το Γ.Ν. «Παπαγεωργίου», το ΠΓΝ Ηρακλείου, το Γ.Ν. Ρόδου, το ΠΓΝ Αλεξανδρούπολης, το ΠΓΝ Λάρισας, το Γ.Ν. Νέας Ιωνίας, το Γ.Ν. Ρεθύμνου, το Γ.Ν. ΠΕΛΛΑΣ – Ν.Μ. ΕΔΕΣΣΑΣ και το ΓNA «Ιπποκράτειο».

Το πρόγραμμα εστιάζει σε συγκεκριμένα πεδία ασφάλειας της παρεχόμενης φροντίδας, όπως οι πτώσεις, οι κατακλίσεις, η ταυτοποίηση ασθενών. Διαπιστώνεται αύξηση της συμμόρφωσης στη συστηματική καταγραφή, ενώ το επόμενο διάστημα προχωράμε στο validation των δεικτών στα 12 νοσοκομεία για να τεκμηριώσουμε την αξιοπιστία των συλλεχθέντων δεδομένων με σκοπό να προχωρήσουμε σε καθολική εφαρμογή των δεικτών σε όλα τα νοσοκομεία.

Επίσης, μέχρι σήμερα έχει εφαρμοστεί σε 21 νοσοκομεία αξιολόγηση της συμμόρφωσης των νοσοκομειακών μονάδων με βάση διεθνή πρότυπα διασφάλισης της ποιότητας στα νοσοκομεία με επιτόπιες επισκέψεις κλιμακίων του ΟΔΙΠΥ (βάσει του ευρωπαϊκού προτύπου για τα Συστήματα Διασφάλισης της Ποιότητας στη Φροντίδα Υγείας, των προτύπων ποιότητας και ασφάλειας των ασθενών του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και σύμφωνα με την ευρωπαϊκή και ελληνική νομοθεσία). Η αξιολόγηση αυτή πρόκειται να επεκταθεί σε πολύ μεγαλύτερο αριθμό νοσοκομείων μέσα στο 2024.

Ταυτόχρονα, εφαρμόζεται το Πανελλήνιο Πρόγραμμα Πρόληψης και Ελέγχου Λοιμώξεων (GRIPP- SNF) σε 10 μεγάλα νοσοκομεία της χώρας και ήδη αποδίδει τα πρώτα θετικά αποτελέσματα στους ασθενείς. Χρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, υλοποιείται από το Κέντρο Επιδημιολογίας και Έρευνας (CLEO), επιβλέπεται από τον Οργανισμό Διασφάλισης της Ποιότητας στην Υγεία (ΟΔΙΠΥ) και αγκαλιάστηκε από τους επαγγελματίες υγείας των 10 νοσοκομείων. Αφορά 5 πανεπιστημιακά, 2 γενικά, 2 παιδιατρικά και 1 ειδικό νοσοκομείο, τα οποία παραγκώνισαν αντικειμενικές δυσκολίες και εμπόδια αντιλαμβανόμενα το τεράστιο όφελος στην ασφάλεια των ασθενών.

Στόχος του προγράμματος είναι η λειτουργία ενός ενιαίου εθνικού συστήματος καταγραφής για την επιτήρηση των νοσοκομειακών λοιμώξεων και της μικροβιακής αντοχής και παράλληλα η εφαρμογή στρατηγικών ελέγχου τους.

Διακριτά σημεία του προγράμματος είναι η σύμπραξη εθνικών και επιστημονικών φορέων με ένα κοινό στόχο, αλλά κυρίως η κοινή δέσμευση και δράση, σε επίπεδο Επιχειρησιακής Ομάδας, των Διοικήσεων, των Διευθύνσεων Υπηρεσιών, των Επιτροπών Λοιμώξεων και επαγγελματιών υγείας των νοσοκομείων. Το πρόγραμμα διατρέχεται από συνεχείς κύκλους ποιότητας (plan-do-check-act – PDCA), που περιλαμβάνουν το σχεδιασμό, την εφαρμογή, τον έλεγχο αποτελεσματικότητας των όσων εφαρμόστηκαν και τον επαναπροσδιορισμό ή τη λήψη διορθωτικών δράσεων. Η πορεία του προγράμματος παρακολουθείται ανά τρίμηνο και συναποφασίζονται οι δράσεις σε κοινές συναντήσεις των εμπλεκόμενων φορέων, CLEO και ΟΔΙΠΥ, με τις διοικήσεις και τα μέλη της επιχειρησιακής ομάδας των νοσοκομείων.

  • Κυρία Γενικέ, γνωρίζοντας ότι έχει ξεκινήσει μία χαρτογράφηση των αναγκών στην οποία θα βασιστεί ο Εθνικός Χάρτης Υγείας, θα θέλατε να μας εξηγήσετε τη διαδικασία;

Η μετα-πανδημική εποχή δίνει μεγάλη έμφαση στη βελτίωση της ισότιμης και καθολικής πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας και στη βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας, ενώ παράλληλα επιβάλλει άξονες δραστηριοποίησης για μια συστηματική προσπάθεια αναβάθμισης των παρεχόμενων υπηρεσιών σε στρατηγικό και επιχειρησιακό επίπεδο.

Το ελληνικό σύστημα υγείας αντιμετωπίζει χρόνιες αδυναμίες και ελλείψεις όπως, μεταξύ άλλων, η έλλειψη έγκυρης και αξιόπιστης συνδυασμένης πληροφόρησης αναφορικά με τη ζήτηση για υπηρεσίες υγείας (ανάγκες υγείας) και την προσφορά των υπηρεσιών υγείας, η αδυναμία υλοποίησης στρατηγικού και επιχειρησιακού σχεδιασμού των υπηρεσιών υγείας, οι γεωγραφικές ανισότητες στην πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας και η έλλειψη συστηματικής και αποτελεσματικής αξιολόγησης της ποιότητας της παρεχόμενης φροντίδας.

Για αυτήν την αναβάθμιση, είναι απαραίτητο η χώρα:

  • να χαρτογραφήσει τις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας και τις ανάγκες υγείας του πληθυσμού με σκοπό τον εντοπισμό των εκάστοτε τρεχουσών αναγκών υγείας του πληθυσμού και των υφιστάμενων κενών, τον εξορθολογισμό της χρήσης των πόρων για την παροχή των απαραίτητων και κατάλληλων υπηρεσιών υγείας και την αναδιοργάνωση των υφιστάμενα παρεχόμενων, προκειμένου να επιτυγχάνονται η δίκαιη παροχή των υπηρεσιών υγείας και η καθολική κάλυψη των αναγκών υγείας, και
  • να αναπτύξει μοντέλα για την πρόβλεψη των μελλοντικών αναγκών υγείας του πληθυσμού, έτσι ώστε να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά οι ελλείψεις στην παροχή των υπηρεσιών υγείας και να αντιμετωπίζονται οι ανεκπλήρωτες ανάγκες υγείας του πληθυσμού.

Το υπουργείο Υγείας, ανταποκρινόμενο στις παραπάνω προκλήσεις και προτεραιότητες, πήρε την πρωτοβουλία για τη δημιουργία ενός «Εθνικού Χάρτη Υπηρεσιών Φροντίδας Υγείας», διαμορφώνοντας έτσι ένα πλαίσιο για τεκμηριωμένο ανασχεδιασμό της υγειονομικής φροντίδας για τη χώρα συνολικά, αλλά και για την κάθε επιμέρους γεωγραφική/υγειονομική περιοχή πιο συγκεκριμένα, από το επίπεδο της προνοσοκομειακής φροντίδας (ΕΚΑΒ – Δομές ΠΦΥ), της νοσοκομειακής φροντίδας, της μετανοσοκομειακής φροντίδας και της μακροχρόνιας φροντίδας, όπως και των υπηρεσιών της κατ’ οίκον φροντίδας.

Το έργο αυτό, το οποίο χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας και υλοποιείται για το υπουργείο Υγείας από τον Οργανισμό Διασφάλισης της Ποιότητας των Υπηρεσιών Υγείας (ΟΔΙΠΥ Α.Ε.), περιλαμβάνει τη δημιουργία ηλεκτρονικής πλατφόρμας καταγραφής και ανάλυσης δεδομένων προσφοράς και ζήτησης των υπηρεσιών υγείας, την πρόβλεψη για διαλειτουργικότητα με άλλους φορείς και την ανάπτυξη μοντέλων για την πρόβλεψη των μελλοντικών αναγκών υγείας του πληθυσμού.

Έχει ως σκοπό την ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης βάσης δεδομένων υγείας για τη συστηματική συλλογή, ανάλυση και παρουσίαση πρωτογενών λειτουργικών δεδομένων, με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας της παρεχόμενης φροντίδας και τη βελτιστοποίηση της χρήσης των πόρων και απώτερο σκοπό την αποτελεσματική ανταπόκριση του συστήματος υγείας στις διαχρονικά αυξανόμενες υγειονομικές ανάγκες των πολιτών.

Αντλώντας και συλλέγοντας δεδομένα στο πλαίσιο μιας διαλειτουργικότητας με άλλους φορείς υγείας που συλλέγουν σχετικά δεδομένα υγείας, ο Χάρτης Υπηρεσιών Φροντίδας Υγείας θα αποτελέσει τον βασικό πυλώνα ανάκτησης στοιχείων για έναν τεκμηριωμένο στρατηγικό σχεδιασμό για την αντιμετώπιση των αναγκών υγείας του πληθυσμού.

Αποτυπώνοντας και συνδυάζοντας τις πληροφορίες αυτές, μπορούν να αναδειχθούν κενά και ελλείμματα στην κάλυψη των υφιστάμενων αναγκών υγείας, δημιουργώντας έτσι ένα πλαίσιο για τεκμηριωμένο ανασχεδιασμό της νοσοκομειακής φροντίδας για τη χώρα συνολικά, αλλά και για την κάθε επιμέρους γεωγραφική/υγειονομική περιοχή πιο συγκεκριμένα, με τρόπο αποδοτικότερο και παράλληλα διαφανή, προκειμένου να επιτευχθούν η δίκαιη παροχή και η καθολική κάλυψη των αναγκών υγείας για τη χώρα συνολικά, αλλά και για την κάθε επιμέρους γεωγραφική περιοχή ειδικότερα.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

H Λίλιαν-Βενετία Βιλδιρίδη είναι οικονομολόγος με εξειδίκευση στα θέματα πολιτικής, σχεδιασμού και χρηματοδότησης της Υγείας. Απόφοιτη του London School of Economics and Political Science (BSc in Social Policy and Economics) και κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών (MSc in Health Policy, Planning and Financing) από το London School of Economics and Political Science και το London School of Hygiene and Tropical Medicine, είναι υποψήφια διδάκτωρ της Σχολής Επιστημών Υγείας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Διετέλεσε διευθύντρια του ιδιαίτερου γραφείου της αναπληρώτριας υπουργού Υγείας Ασημίνας Γκάγκα (Φεβρουάριος 2022 – Μάιος 2023) και της υπηρεσιακής υπουργού Υγείας Αναστασίας Κοτανίδου (Ιούνιος 2023), σύμβουλος της αναπληρώτριας υπουργού Υγείας Ασημίνας Γκάγκα (Σεπτέμβριος 2021 – Ιανουάριος 2022), καθώς και σύμβουλος του αναπληρωτή υπουργού Υγείας Βασίλη Κοντοζαμάνη (Ιούλιος 2019 – Αύγουστος 2021). Έχει διατελέσει επίσης συντονίστρια του φορέα για την παρακολούθηση και επιτάχυνση της υλοποίησης των δράσεων και έργων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του υπουργείου Υγείας, και πρόεδρος της Επιτροπής Παρακολούθησης για την υλοποίηση του έργου «Ανακαινίσεις και Εκσυγχρονισμός Νοσοκομείων σε ολόκληρη την Ελλάδα» του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

To 2020 ορίστηκε εκπρόσωπος της Ελλάδας στο Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την κοινή προμήθεια εμβολίων και θεραπειών κατά της νόσου COVID-19. Έχει εργαστεί ως επιστημονική συνεργάτις στο LSE Health and Social Care Research Centre – London School of Economics and Political Science. Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα επικεντρώνονται, μεταξύ άλλων, στην πολιτική υγείας που σχετίζεται με τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης, με ιδιαίτερη έμφαση στην αξιολόγηση της απόδοσής τους (HSPA), στην ανάπτυξη εργαλείων για την εκτέλεση του σχεδιασμού και της διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού στην Υγεία (Health Workforce), στη διαμόρφωση δεικτών για τη μέτρηση των αποτελεσμάτων και εμπειριών των ασθενών από τη λήψη υπηρεσιών υγείας, καθώς και στις πολιτικές που διασφαλίζουν την ισότιμη πρόσβαση στις υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης. Έχει δημοσιεύσει ερευνητικά άρθρα σε διεθνή περιοδικά.

Για μεγέθυνση πατήστε ΕΔΩ

 

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Διαβάστε επίσης: