Το «Ιπποκράτειο» Γενικό Νοσοκομείο της Αθήνας είναι ένα δημόσιο, πολυδύναμο θεραπευτικό ίδρυμα, ενταγμένο στο ΕΣΥ.
Το παλαιό κτίριο στη Λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας οικοδομήθηκε στις αρχές του 1900 μετά από δωρεά του ομογενούς Γρηγορίου Μαρασλή με σκοπό να στεγάσει, σε σχέδια του γνωστού αρχιτέκτονα Δημητρίου Καλλία, το Μαράσλειο Χημείο. Στο χώρο αυτόν λειτούργησε τον 17ο αιώνα το κοιμητήριο που δημιούργησε ο ιατροφιλόσοφος Πέτρος Παπασταμάτης, γνωστός με το όνομα «Παρθένιος», με κοιμητηριακό ναό τον παρακείμενο στο Νοσοκομείο του Αγίου Ανδρέα.
Ως νοσοκομείο ιδρύθηκε ουσιαστικά το 1922 για να καλύψει τις αυξημένες υγειονομικές ανάγκες λόγω των προσφύγων από τη Μικρασιατική Καταστροφή με την ονομασία «Νοσοκομείο Προσφύγων Αθηνών» και το 1935 μετονομάστηκε σε «Ιπποκράτειο». Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (1964-1966) προστέθηκε, πίσω από το παλιό κτίριο, ένα μεγαλύτερο οκταώροφο κτίσμα που στεγάζει και τις περισσότερες λειτουργίες του νοσοκομείου.
Η ιστορία του νοσοκομείου ξεκινά στη Λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας στο τέλος του 19ου αιώνα με τη στέγαση του Μαράσλειου Χημείου, όπου παρέμεινε μέχρι τις αρχές του Α’ Βαλκανικού Πολέμου το 1912. Το οίκημα αυτό, σύμφωνα με τις «Αναμνήσεις (1867-1957) του Μαρίνου Γερουλάνου», είχε μετατραπεί σε προσωρινό νοσοκομείο και είχε αποκτήσει επαρκείς εγκαταστάσεις χειρουργείων και άλλων χώρων. Αυτό επιτεύχθηκε στις αρχές του πρώτου Βαλκανικού Πολέμου με την αμέριστη φροντίδα της τότε πριγκίπισσας Σοφίας, του Διαδόχου και του μηχανικού Αλεξάνδρου Ζαχαρίου, ο οποίος έκανε αμέσως όλες τις αναγκαίες εγκαταστάσεις μέσα σε αυτό για να γίνει νοσοκομείο (όπως υδραυλικά, ηλεκτρολογικά κ.λπ.).
Στο νοσοκομείο εγκαταστάθηκε η Αποστολή του Γερμανικού Ερυθρού Σταυρού υπό τον Coenen, μετέπειτα καθηγητή στο Μίνστερ της Βεστφαλίας. Μετά την αναχώρηση του Γερμανικού Ερυθρού Σταυρού παρέμεινε ως Στρατιωτικό Νοσοκομείο υπό στρατιωτική διοίκηση. Το έτος 1922 όμως, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, επιτάσσεται το Στρατιωτικό Νοσοκομείο και με Βασιλικό Διάταγμα ιδρύεται στον ίδιο χώρο το «Νοσοκομείο Προσφύγων Αθηνών» με το ΦΕΚ 214 τ. Α’ 3-8-1923.
Το Νοσοκομείο Προσφύγων Αθηνών συγκέντρωσε τότε πολλούς ιατρούς με μεγάλη εμπειρία από τα νοσοκομεία της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης. Τη διεύθυνση του νοσοκομείου όμως ανέλαβε εξ αρχής ο Επίατρος, τέως διευθυντής του Στρατιωτικού Νοσοκομείου Σμύρνης, ο οποίος διετέλεσε και υπουργός Υγιεινής, Πρόνοιας και Αντιλήψεως, Απόστολος Ορφανίδης, και τη διατήρησε για 25 έτη.
Μάλιστα, με πρόσφατη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του «Ιπποκρατείου», μετά από εισήγηση του διοικητού, ο προαύλιος χώρος του νοσοκομείου ονομάσθηκε «Πλατεία Αποστόλου Ορφανίδη, Πρώτου Διευθυντού Προσφυγικού Νοσοκομείου Αθηνών».
Με ειδική ειδοποίηση μέσω της εφημερίδας «Ελεύθερο Βήμα» στις 2 Οκτωβρίου 1922 κλήθηκαν όσοι είχαν διατελέσει νοσοκόμοι σε διάφορα ελληνικά νοσοκομεία της Μ. Ασίας, αν επιθυμούσαν, να προσληφθούν στα ιδρυόμενα προσφυγικά νοσοκομεία της εποχής και να παρουσιασθούν στον διευθυντή τού «εν Μαράσλειω χημείω Νοσοκομείου» Α. Ορφανίδη.
Να σημειωθεί ότι στο φύλλο 331 της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως δημοσιεύθηκε Νομοθετικό Διάταγμα της 21ης Σεπτεμβρίου 1926 «Περί Οργανώσεως του Νοσοκομείου Προσφύγων Αθηνών». Ήταν ο πρώτος οργανισμός του νοσοκομείου.
Στη συνέχεια, με το Νόμο 4071, ο οποίος δημοσιεύθηκε στο φύλλο 94 της 9ης Μαρτίου 1929 της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, το νοσοκομείο κατέστη Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου και προστέθηκε και Μικροβιολογικό Τμήμα. Ενώ στο φύλλο 292 της 6ης Σεπτεμβρίου 1934 της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως δημοσιεύθηκε Διάταγμα με το οποίο εγκρίθηκε «Εσωτερικός Κανονισμός του Νοσοκομείου Προσφύγων Αθηνών» (Καθηκοντολόγιο).
NEWSLETTER
Λάβετε τα καλύτερα του Nextdeal στα εισερχόμενά σας, κάθε μέρα.
Με το Διάταγμα αυτό προσετέθησαν στο νοσοκομείο (Νευρολογικό Τμήμα-Ωτορρινολαρυγγολογική Υπηρεσία-Αφροδισιολογική-Δερματολογική Υπηρεσία-Ουρολογική Υπηρεσία και Οδοντιατρική Υπηρεσία).
Με το Διάταγμα της 21ης Ιουλίου 1935, το οποίο δημοσιεύθηκε στο φύλλο 341 της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, τερματίσθηκε η ιστορική διαδρομή του Νοσοκομείου Προσφύγων Αθηνών, το οποίο μετονομάσθηκε σε «Ιπποκράτειον Νοσοκομείον Αθηνών».
Το 1939 άρχισε η ανέγερση της νέας πτέρυγας, η οποία διακόπηκε λόγω της έναρξης του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου το 1940. Λίγο μετά την έναρξη του πολέμου, τα κτίρια επιτάχθηκαν για να εγκατασταθεί σε αυτά το Δ’ Στρατιωτικό Νοσοκομείο. Οι υπηρεσίες του «Ιπποκρατείου» και 66 ασθενείς που είχαν απόλυτη ανάγκη νοσηλείας μεταφέρθηκαν στα επιταχθέντα ξενοδοχεία «Θεοξένια», «Πεντέλη» και «Αττικόν» στην Κηφισιά. Στα δικά του κτίρια άρχισε να λειτουργεί και πάλι το 1944 με 50 κλίνες και σε μικρό χρονικό διάστημα αναπτύχθηκε σημαντικά. Το 1945 ανοικοδομήθηκαν νέες πτέρυγες και συγκροτήθηκαν νέες κλινικές και εργαστήρια. Το 1951 διέθετε πλέον 310 κλίνες και το 1958, που συντάχθηκε ο πρώτος μεταπολεμικός οργανισμός λειτουργίας του, είχε 400 κλίνες. Το 1979 αγόρασε και την Ιδιωτική Κλινική «ΤΙΜΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ» με 133 κλίνες, η οποία έπειτα από επισκευές και διαρρυθμίσεις αποτέλεσε το 1ο παράρτημα του νοσοκομείου που άρχισε να λειτουργεί τον Αύγουστο του 1981. Σήμερα το νοσοκομείο διαθέτει 479 κλίνες και θεωρείται ένα επιστημονικώς προηγμένο νοσηλευτικό ίδρυμα.
ΟΙ «ΠΡΩΤΙΕΣ» ΤΟΥ «ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΟΥ»
Στην 85ετή διαδρομή του το «Ιπποκράτειο» έχει να επιδείξει πολλές πρωτοπορίες σε ευαίσθητους τομείς της περίθαλψης όπως:
- την ίδρυση τον Μάρτιο του 1952 του Α’ Περιφερειακού Κέντρου Αιμοδοσίας,
- του πρώτου Κέντρου Αιμορροφυλικών Ασθενών το έτος 1962,
- του πρώτου κινητού συνεργείου αιμοληψιών το έτος 1962,
- την ίδρυση της Πρώτης Εδρας Καρδιολογίας στη χώρα το έτος 1960 και
- την ίδρυση του Πρώτου Καρδιοχειρουργικού Τμήματος στη χώρα το έτος 1964.
ΤΟ ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙ ΤΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ
Είναι αφιερωμένο στον Έλληνα απόστολο και ευαγγελιστή που ήταν γιατρός. Η ιστορία του ξεκίνησε στις 2 Ιανουαρίου 1958, όπου έπειτα από προσπάθειες του τότε εφημέριου του νοσοκομείου π. Ευσεβίου Γιαννακάκη έγινε η κατάθεση του θεμέλιου λίθου της Σταυρεπιστέγου Βασιλικής Εκκλησίας αφιερωμένης στον Έλληνα απόστολο και ευαγγελιστή Λουκά τον ιατρό από την υπουργό Προνοίας Λίνα Τσαλδάρη, παρουσία του προσωπικού του νοσοκομείου και πολλών επισήμων. Έως τότε ο π. Ευσέβιος τελούσε τη Θ. Λειτουργία στο διάδρομο του Ακτινολογικού Τμήματος στο υπόγειο σε κατάλληλα διασκευασμένο χώρο με κινητά Αγία Τράπεζα, αναλόγιο ιεροψαλτών κ.ά. Το έργο της ανέγερσης υλοποίησαν ο αρχιτέκτονας Θεόδωρος Αδάμης και ο πολιτικός μηχανικός Νικόλαος Βαλλιανάτος.
Ο ναός αγιογραφήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 από τον αγιογράφο Δημήτριο Κεντάκα. Επιβλητικές και κατανυκτικές τοιχογραφίες κοσμούν σήμερα το εσωτερικό του ναού που θυμίζουν βυζαντινά αγιορείτικα προσκυνήματα. Αξιοσημείωτη είναι η σπάνια αγιογράφηση των 24 οίκων του Ακαθίστου Ύμνου στον Πρόναο, που αποτελεί το σέμνωμα και το στολίδι του ναού. Ο καθαγιασμός του Παρεκκλησίου έγινε στις 18 Οκτωβρίου του έτους 1965 από τον μητροπολίτη Τρίκης και Σταγών Διονύσιο.
Ο ναός πανηγυρίζει στην εορτή του Αγ. Λουκά (18η Οκτωβρίου) και της Αγ. Ξένης (24 Ιανουαρίου). Από τον Αύγουστο του έτους 1986 τον Ι. Ναό διακονεί ο πρωτο- πρεσβύτερος π. Βασίλειος Κοντογιάννης, πολύτεκνος με πλουσιότατο πνευματικό και κοινωνικό έργο.
Διαβάστε το άρθρο όπως δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Ασφαλιστικό ΝΑΙ, τεύχος 191, Ιούλιος – Αύγουστος 2021 (πατήστε πάνω την εικόνα για μεγέθυνση):