Δρ. Ευγενία Σουμάκη, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Παιδοψυχιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης
Τι γίνεται όμως όταν η συστολή σε ένα παιδί αποτελεί μόνιμο χαρακτηριστικό ενός παιδιού και το εμποδίζει να κοινωνικοποιηθεί;
Κάθε επιστροφή στο σχολείο μετά από τις περιόδους τηλεκπαίδευσης φέρνει περισσότερη χαρά, αλλά και προκλήσεις, ειδικά για τα παιδιά που είναι περισσότερο ντροπαλά. Για ορισμένα παιδιά η κοινωνικοποίηση, η ένταξη σε παρέες, ακόμα και η έκφραση των συναισθημάτων τους, αποτελεί δύσκολη πρόκληση. Πρόκειται για παιδιά ντροπαλά ή αλλιώς συνεσταλμένα, που χρειάζονται τη βοήθεια των γονιών τους ή ακόμη και κάποιων ειδικών, ώστε να «ανοίξουν τα φτερά τους».
Η συστολή σε ένα παιδί που βρίσκεται σε ένα νέο περιβάλλον, ίσως να μην είναι τόσο σπάνια ή μη αναμενόμενη.
Τι γίνεται όμως όταν αυτή αποτελεί μόνιμο χαρακτηριστικό ενός παιδιού και το εμποδίζει να κοινωνικοποιηθεί;
Για να κατανοήσουμε καλύτερα την έννοια της συστολής στα παιδιά, τους παράγοντες που την προκαλούν, καθώς και πώς μπορούμε τόσο να την προλάβουμε όσο και να την «αντιμετωπίσουμε», αναζητήσαμε τις συμβουλές της Αναπληρώτριας Καθηγήτριας Παιδοψυχιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης και Επιστημονικά Υπεύθυνης της Διαγνωστικής και Θεραπευτικής Μονάδας για το Παιδί «Σπύρος Δοξιάδης», κ. Ευγενίας Σουμάκη.
Πώς ορίζουμε ότι ένα παιδί είναι συνεσταλμένο;
Υπάρχουν τρεις ομάδες παιδιών: τα «εύκολα» που χαρακτηρίζονται από κανονικούς ρυθμούς, θετικές προσεγγίσεις σε νέα ερεθίσματα, υψηλή προσαρμοστικότητα στις αλλαγές και ήπιες, θετικές συναισθηματικές αντιδράσεις, τα «δύσκολα» που χαρακτηρίζονται από τις ακριβώς αντίθετες αντιδράσεις και τα «βραδυφλεγή», τα οποία αντιδρούν με τους δικούς τους ρυθμούς και στη συνέχεια, μετά από επαναλαμβανόμενες προσπάθειες, προσαρμόζονται θετικά. Στην ομάδα αυτή συναντάμε δύο τύπους παιδιών, τα «συνεσταλμένα» και τα «ανεσταλμένα».
Ως συνεσταλμένα παιδιά, χαρακτηρίζουμε εκείνα που δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν και να υποστηρίξουν το δικό τους Εγώ, το οποίο «απορροφάται» σε μεγάλο βαθμό από το Υπερεγώ των γονέων -τις αρχές, τις πεποιθήσεις, τις εντολές και τις απαγορεύσεις των γονέων-, αλλά και του γενικότερου περιβάλλοντος τους, όπως είναι το σχολείο, η γειτονιά, η χώρα, η θρησκεία κλπ. Στα παιδιά αυτά, το βάρος των αρχών και των εντολών είναι τόσο μεγάλο, αυστηρό και άκαμπτο, με αποτέλεσμα να συμμορφώνονται απόλυτα, χωρίς να μπορούν να αναπτύξουν το δικό τους Λόγο και Επιθυμία.
Σε μερικές περιπτώσεις πάλι, τα παιδιά αναστέλλονται σε πολλά επίπεδα, με αποτέλεσμα να ακινητοποιούνται με τέτοιο τρόπο που να παρεμποδίζεται η ψυχοσυναισθηματική τους ανάπτυξη και εκεί, έχουμε να κάνουμε με ανεσταλμένα παιδιά.
Τι δυσκολίες παρουσιάζει στην έκφραση του ένα συνεσταλμένο παιδί;
Συνήθως δυσκολεύεται να εκφραστεί λεκτικά, από το φόβο της έκθεσης και της κριτικής, καθώς και λόγω της ανασφάλειας του να εκφράσει τη δική του επιθυμία και θέση. Συνεπώς, ένα παιδί με δυσκολία στην έκφραση έχει δύο τρόπους να αντιδράσει:
είτε «κλείνοντας» μέσα του τα συναισθήματα του, τη δυσφορία ή την επιθετικότητα του, με αποτέλεσμα να παρουσιάζει ψυχοσωματικές αντιδράσεις / σωματικά ενοχλήματα (όπως πόνος στην κοιλιά ή στο έντερο, πονοκέφαλοι, κλπ.)
είτε θα εκδραματίσει τις εντάσεις του εξωλεκτικά (σ.σ. εξωλεκτική ή μη λεκτική επικοινωνία είναι εκείνη που επιτυγχάνεται χωρίς την ανταλλαγή λεκτικών μηνυμάτων), μέσω έντονων σωματικών αντιδράσεων, όπως για παράδειγμα υπερκινητικότητα ή διαταραχή διαγωγής.
Ποιοι παράγοντες επηρεάζουν κυρίως ένα παιδί ώστε να γίνει ντροπαλό;
Το πως κάθε παιδί, με το δικό του ξεχωριστό ταμπεραμέντο θα συμπεριφεθεί τελικά, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Θα σταθώ όμως ιδιαίτερα στο γνωστό ως «ταμπεραμέντο», δηλαδή τους χαρακτηριολογικούς παράγοντες, που ποικίλουν τόσο όσο και τα φυσικά χαρακτηριστικά. Μάλιστα, έχουν αναγνωριστεί 9 κατηγορίες, οι οποίες σχετίζονται με το επίπεδο κινητικότητας, τη ρυθμικότητα, τη φύση της αρχικής απάντησης σε νέο ερέθισμα (αποδοχή ή απόρριψη), την προσαρμοστικότητα, την ένταση της αντίδρασης, την ποιότητα του συναισθήματος, την ικανότητα συγκέντρωσης, το φάσμα της προσοχής και τη σταθερότητα στο σκοπό.
Παράλληλα με τους χαρακτηριολογικούς παράγοντες βέβαια, σημαντικό ρόλο διαδραματίζει και η οικογένεια, η οποία οφείλει να διευκολύνει τόσο την ανάπτυξη όσο και την αυτονόμηση του παιδιού, ανάλογα με το αναπτυξιακό στάδιο που βρίσκεται. Παράγοντες που επίσης επηρεάζουν ένα παιδί, έχουν να κάνουν με την απουσία γονεϊκών προτύπων, τη διάλυση και αποσταθεροποίηση της οικογένειας, ψυχική νόσο των γονιών, καθώς και τους ακατάλληλους κοινωνικούς θεσμούς, που συχνά οδηγούν στην εμφάνιση ψυχολογικών θεμάτων.
Πέρα όμως από τα παραπάνω, σε ένα υπερβολικά συνεσταλμένο ή ανεσταλμένο παιδί, θα πρέπει κανείς να λάβει υπ’ όψιν του και άλλες παραμέτρους που μπορεί να το επηρεάζουν, όπως συστηματικοί παράγοντες (γενετικοί, χρωμοσωματικές ανωμαλίες, χαμηλή ή οριακή νοημοσύνη) ή και σωματικές παθήσεις με διαταραχή στην εικόνα σώματος. Ειδικότερα, ένα παιδί με αρνητική εικόνα σώματος, συχνά παρουσιάζει και αδύναμο Εγώ, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται ανεσταλμένο και ντροπαλό.
Πότε η συστολή μπορεί να επηρεάσει την κοινωνικοποίηση του παιδιού;
Η συστολή ενός παιδιού είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα επηρεάσει και την κοινωνικοποίηση του, καθώς θα το αναστέλλει από το να εμπλακεί και να αισθανθεί οικεία στην προσαρμογή του, κυρίως στο σχολικό χώρο. Μάλιστα, αρκετά συχνά στο σχολικό περιβάλλον, τα παιδιά αυτά γίνονται αντικείμενο εκφοβισμού από κάποια άλλα παιδιά με τα αντίθετα χαρακτηριστικά, καθώς δεν αντιδρούν στις προκλήσεις δυναμικά.
Μπορεί ένα συνεσταλμένο παιδί να ενταχθεί σε παρέες που ήδη υφίστανται;
Δεν είναι εύκολο για ένα συνεσταλμένο παιδί, που θα βρεθεί σε ένα περιβάλλον όπου ήδη έχουν δημιουργηθεί παρέες, να ενταχθεί. Αυτό έχει να κάνει με τη δυσκολία του να κοινωνικοποιηθεί, που αναφέραμε παραπάνω. Η συμμετοχή του σε μία παρέα θα μπορούσε να συμβεί αν κάποιο άλλο παιδί, το οποίο είναι ήδη μέλος, το παροτρύνει και το βοηθήσει να ενταχθεί.
Μπορεί ένα παιδί να παρουσιάζει διαφορετική συμπεριφορά στο σπίτι από ο,τι στο σχολείο ή στις παρέες; Στο ένα ένα περιβάλλον δηλαδή, να είναι συνεσταλμένο και στο άλλο όχι;
Υπάρχουν παιδιά που είναι ανεσταλμένα, συνεσταλμένα ή συμμορφωμένα στο χώρο του σπιτιού, λόγω της αυστηρότητας του πλαισίου της οικογένειας, ενώ υπάρχουν και άλλα, που ενώ λειτουργούν «ομαλά» στο σπίτι, αναστέλλονται στο εξωτερικό περιβάλλον, βιώνοντας τις συμπεριφορές των άλλων σαν επιθετικές και απειλητικές.
Υπάρχουν τρόποι να αποτραπεί η εμφάνιση συστολής στα παιδιά;
Για να αποφευχθεί μια τέτοια κατάσταση σε επίπεδο πρόληψης:
Καλό είναι, από την αρχή της ζωής του παιδιού, το οικογενειακό περιβάλλον να είναι σταθερό, ασφαλές και να διακρίνεται από σαφείς ρόλους τόσο των ενηλίκων όσο και των παιδιών.
Ως προς την προσοχή και τη φροντίδα των γονέων προς το παιδί, χρειάζεται αυτές να είναι οι κατάλληλες. Αν η προσοχή και φροντίδα είναι υπερβολικά τότε εμποδίζεται η ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού και επιβραδύνεται το αίσθημα αυτοεκτίμησης και ανεξαρτησίας του. Αντιθέτως, αν η προσοχή και η φροντίδα είναι ανεπαρκή, τότε το άγχος που προκαλείται στο παιδί, το καθηλώνει σε μία παλινδρομημένη θέση αναστολής, σε μία στάση και εικόνα δηλαδή που είναι δυσανάλογη της ηλικίας του και ταιριάζει περισσότερο σε μικρότερες ηλικίες, παρεμποδίζοντας κατά συνέπεια την εξωτερίκευση και την ωρίμανση του. Οι γονείς λοιπόν, θα πρέπει να είναι ούτε πολύ κοντά , ούτε πολύ μακριά. Απαραίτητο δε, είναι να βάζουν σε λόγια τόσο τα δικά τους συναισθήματα όσο και αυτά των παιδιών. Τα δε παιδιά, θα πρέπει να γνωρίζουν βεβαίως, ότι έχουν δικαιώματα αλλά και υποχρεώσεις.
Η στολή μπορεί να «αντιμετωπιστεί» και αν ναι, με τι τρόπους;
Όπως αναφέραμε παραπάνω, η συστολή μπορεί να αποφευχθεί σε επίπεδο πρόληψης. Ωστόσο, αν εμφανιστεί και έχουμε να κάνουμε με κάποιες συμπεριφορές που εμμένουν, παρεμποδίζοντας την εξέλιξη του παιδιού, προτείνεται η διαγνωστική εκτίμηση από παιδοψυχίατρο, που θα παρέχει και την ανάλογη συμβουλευτική προς τους γονείς, με στόχο την τροποποίηση της στάσης τους. Σε επόμενη φάση ενδέχεται να χρειαστεί και ατομική ψυχοθεραπεία του παιδιού, προκειμένου να «αποσυρθούν» οι αμυντικές αναστολές του, να μπορέσει να επεξεργαστεί και να αναγνωρίσει τις ικανότητες του και να προχωρήσει η ψυχοσυναισθηματική του ανάπτυξη.
Πώς θα πρέπει να αντιμετωπίζουν οι γονείς ένα ντροπαλό παιδί και μέχρι ποιου σημείου μπορούν να επέμβουν στην κοινωνικοποίηση του; Οι γονείς θα μπορούσαν να διευκολύνουν έως ένα σημείο την κοινωνικοποίηση του παιδιού, ιδιαίτερα σε μικρές ηλικίες, μέσω της δικής τους κοινωνικοποίησης με άλλους γονείς, μέσα από κοινά προγραμμάτα εκπαίδευσης ή ψυχαγωγίας με τα παιδιά. Επιπλέον, μπορούν να ενθαρρύνουν την κοινωνικοποίηση του μέσω του διαλόγου και του συναισθηματικού κλίματος που αναπτύσσεται στην οικογένεια, παροτρύνοντας το να ενταχθεί σε ομάδες ή συζητώντας μαζί του για να πιστέψει στον εαυτό του.
Τι ρόλο μπορεί να διαδραματίσει το σχολείο στην αντιμετώπιση της συστολής του παιδιού;
Το σχολείο αποτελεί για το παιδί μια δεύτερη ευκαιρία, στο πλαίσιο μιας νέας οικογένειας -της σχολικής. Η ανταπόκριση των εκπαιδευτικών στις ιδιαίτερες και ευαίσθητες ανάγκες του παιδιού, μπορεί να αποτελέσει μια νέα αφετηρία, λειτουργώντας επανορθωτικά. Οι δάσκαλοι λειτουργούν σαν πρότυπα ταύτισης και η συμπεριφορά τους μπορεί να διευκολύνει τις διαδικασίες κοινωνικοποίησης. Η προσοχή, η φροντίδα αλλά και τα όρια στο χώρο του σχολείου, παρέχουν στους μαθητές την αίσθηση ότι βρίσκονται κάτω από ασφαλή επιτήρηση σε ένα χώρο όπου αναγνωρίζονται ως ξεχωριστά άτομα. Φυσικά, θα πρέπει να υπάρχει και συνεργασία μεταξύ γονέων και δασκάλων, ώστε από κοινού να ενθαρρύνουν την κοινωνικοποίηση του παιδιού.
Διαβάστε περισσότερα ΕΔΩ