Συνέντευξη στον Άρη Μπερζοβίτη
Η ΕΝΔΟΣΧΟΛΙΚΗ ΒΙΑ ΚΑΙ Ο ΕΚΦΟΒΙΣΜΟΣ μεταξύ τωνμαθητών αποτελεί τα τελευταία χρόνια ένα τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα σχετικών ερευνών που διεξάγονται σε σχολεία της χώρας μας. Για την πρόληψη ή την καταστολή του φαινομένου αυτού -το οποίο συχνά έχει οδηγήσει σε τραγικά περιστατικά- είναι σημαντικός ο ρόλος που θα παίξουν οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί. Ο Γεράσιμος Α. Κολαΐτης, καθηγητής Παιδοψυχιατρικής, Παιδοψυχιατρική Κλινική ΕΚΠΑ, ΓΝΠ «Η ΑγίαΣοφία», διευθυντής Σπουδών ΠΜΣ Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ «Ψυχική Υγεία και Ψυχιατρική Παιδιών και Εφήβων», μας δίνει παρακάτω πολύτιμες ώστε να φροντίσουμε και να προστατεύσουμε έγκαιρα τα παιδιά μας.
— Κύριε καθηγητά, τι είναι η ενδοσχολική βία και ο εκφοβισμός (bullying);
Οι όροι που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν το φαινόμενο είναι: «ενδοσχολική βία», «εκφοβισμός» και «θυματοποίηση». Ορίζουν μια κατάσταση κατά την οποία ασκείται εσκεμμένη, απρόκλητη, συστηματική και επαναλαμβανόμενη βία και επιθετική συμπεριφορά με
σκοπό την επιβολή, την καταδυνάστευση και την πρόκληση σωματικού και ψυχικού πόνου σε μαθητές από συμμαθητές τους, εντός και εκτός σχολείου. Η θυματοποίηση εξαιτίας σχολικού εκφοβισμού και βίας (bullying) αποτελεί ένα παγκόσμιο φαινόμενο, η έκταση και παγκοσμιότητα του οποίου επιβεβαιώθηκε και από την Παγκόσμια Ομάδα Μελέτης της Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων. Το Δίκτυο δημιουργήθηκε προ 8ετίας, με συμμετοχή 13 χωρών της Ευρώπης (μεταξύ αυτών και η Ελλάδα) και της Ασίας και πρόσφατα διευρύνθηκε σε Αφρική και Ν. Αμερική, με σκοπό τη
μελέτη σημαντικών προβλημάτων ψυχικής υγείας ανηλίκων σε παγκόσμιο επίπεδο. Η πρώτη μελέτη του Δικτύου αφορούσε το παραδοσιακό και το διαδικτυακό bullying (cyber bullying) σ’ένα μεγάλο δείγμα 21.688 εφήβων, ηλικίας 13-15 ετών, σε χώρες χαμηλού – μεσαίου, ανώτερου – μεσαίου και
υψηλού δείκτη ανάπτυξης, και δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό «European Child and Adolescent Psychiatry» (2021). Τα ποσοστά οποιασδήποτε θυματοποίησης κυμαίνονταν από 16,1% (Ιαπωνία) έως 43,9% (Ινδονησία). Πιο συγκεκριμένα, τα ποσοστά οποιασδήποτε θυματοποίησης ήταν 28,1% για ολόκληρο το δείγμα, της παραδοσιακής θυματοποίησης μόνο 17,5%, της διαδικτυακής μόνο 4,7% και της συνδυασμένης 5,8%. H Eλλάδα κατείχε τη δεύτερη καλύτερη θέση μεταξύ των 13 χωρών με ποσοστά 16,2%, 11,5% 2,7% και 2,0% αντίστοιχα. Τόσο τα συναισθηματικά όσο και τα συμπεριφορικά συμπτώματα σχετίστηκαν με θυματοποίηση στις περισσότερες χώρες και εκείνα τα άτομα που βίωσαν συνδυασμένη θυματοποίηση ανέφεραν τα υψηλότερα επίπεδα συναισθηματικών συμπτωμάτων. Επιπλέον, σε όλες τις περιπτώσεις, η μη ύπαρξη προγραμμάτων συσχετίστηκε με αυξημένες πιθανότητες όλων των ειδών θυματοποίησης. Αναφορικά δε με το cyber bullying, αυτό συνέβαινε τόσο ανεξάρτητα όσο και μαζί με το παραδοσιακό bullying, με ποικίλα ποσοστά στις συμμετέχουσες χώρες (από 1% στην Ιαπωνία έως 12,3% στη Ρωσία). Με άλλα λόγια, το cyber bullying μπορεί να δημιουργήσει νέα
θύματα και να επιδεινώσει επίσης τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν όσοι είναι ήδη θύματα παραδοσιακού bullying και εκφοβίζονται και διαδικτυακά. Δυστυχώς, σε πολλές περιπτώσεις τα περιστατικά βίας και εκφοβισμού στα σχολεία δεν αντιμετωπίζονται κατάλληλα. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα τα περιστατικά ενδοσχολικής βίας αποσιωπούνται, διότι θεωρείται ότι εκθέτουν και στιγματίζουν τους θύτες, τα θύματα και το κύρος του σχολείου. Γενικά παρατηρείται έλλειμμα ενημέρωσης, περιορισμένη ευαισθητοποίηση και σχετική άγνοια για τον τρόπο αντιμετώπισης του προβλήματος, καθώς οι γονείς μιλούν ελάχιστα για το πρόβλημα με τα παιδιά τους, οι μαθητές-θύματα συχνά αντιδρούν με απόσυρση και αποφεύγουν να ζητήσουν βοήθεια από τους ενήλικες και, τέλος, οι εκπαιδευτικοί συζητούν ελάχιστα στην τάξη τις συμπεριφορές βίας και εκφοβισμού.
Η ενδοσχολική βία και ο εκφοβισμός μπορεί να έχει σοβαρές μακροχρόνιες επιπτώσεις στα θύματα, όπως π.χ. άγχος και κατάθλιψη, αυτοκτονικές συμπεριφορές προβλήματα σωματικής υγείας, κακή ποιότητα ζωής και οικονομικές απώλειες.
— Γιατί και πώς εκδηλώνεται;
Το φαινόμενο της ενδοσχολικής βίας και του εκφοβι- σμού είναι σύνθετο και στην εκδήλωσή του συμβάλλει η αλληλεπίδραση ατομικών και περιβαλλοντικών παραγόντων. Ειδικότερα, ρόλο παίζουν τα ατομικά χαρακτηριστικά των παιδιών, τα χαρακτηριστικά του οικογενειακού τους περιβάλλοντος, οι διάφορες πλευρές του σχολικού περιβάλλοντος, το ψυχολογικό κλίμα του σχολείου, οι πολιτικές του εκπαιδευτικού συστήματος, οι στάσεις των ίδιων των παιδιών, των γονέων και των εκπαιδευτικών απέναντι στη βία, ο τρόπος προβολής της βίας από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, καθώς και γενικότερα κοινωνικά προβλήματα που ενισχύουν τις αντικοινωνικές συμπεριφορές. Η ενδοσχολική βία και ο εκφοβισμός που εκδηλώνεται μεταξύ των μαθητών έχει τις εξής μορφές: σωματική, λεκτική, ψυχολογική και κοινωνική. Οι πιο συνηθισμένες εκδηλώσεις είναι:
▪ χειρονομίες, σπρωξιές, ξυλοδαρμοί,
▪ φραστικές επιθέσεις, βρισιές, προσβολές, απειλές,
εκβιασμοί,
▪ καταστροφή προσωπικών αντικειμένων, κλοπές,
▪ σεξουαλική παρενόχληση και κακοποίηση,
▪ αποκλεισμός και απομόνωση από παρέες, ομαδικά
παιχνίδια και κοινωνικές δραστηριότητες.
— Ποια είναι η συχνότητα του προβλήματος;
Στην Ελλάδα, τα δεδομένα διαφόρων ερευνών δείχνουν ότι:
▪ Το 10%-15% των μαθητών πέφτει θύμα διαφόρων μορφών βίας στο σχολείο.
▪ Οι μαθητές που ασκούν βία, δηλαδή οι θύτες, υπολογίζεται ότι ξεπερνούν το 5% του συνόλου των μαθητών.
▪ Εχει παρατηρηθεί ότι τα αγόρια εμπλέκονται περισσότερο σε περιστατικά σωματικής βίας σε σύγκριση με τα κορίτσια, τα οποία φαίνεται να εμπλέκονται πιο συχνά σε περιστατικά λεκτικής βίας.
▪ Τα αγόρια σε σχέση με τα κορίτσια εμπλέκονται πιο συχνά σε περιστατικά βίας, σε αναλογία 3 προς 1.
▪ Τα περιστατικά ενδοσχολικής βίας και εκφοβισμού εκδηλώνονται με μεγαλύτερη συχνότητα στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο, ενώ στο Λύκειο μειώνονται.
▪ Οι μισοί από τους μαθητές-θύματα βίας δεν αναφέρουν πουθενά το γεγονός, ενώ οι υπόλοιποι μισοί συνήθως το αναφέρουν σε φίλους τους και σπανιότερα στους εκπαιδευτικούς ή στους γονείς τους.
— Ποιες είναι οι ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις στα παιδιά;
Οι ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις του εκφοβισμού και της βίας στα παιδιά είναι πολλές και σοβαρές. Τα παιδιά που γίνονται θύματα εκφοβισμού και βίας είναι δυνατόν να νιώσουν έντονο άγχος και αισθήματα ανασφάλειας, να έχουν φοβίες, να παρουσιάσουν σχολική άρνηση, να απουσιάζουν συχνά από το σχολείο, να οδηγηθούν σε σχολική αποτυχία, να εμφανίσουν μαθησιακές δυσκολίες, ψυχοσωματικά προβλήματα όπως πονοκεφάλους, πόνους στην κοιλιά, διαταραχές ύπνου, ενούρηση κ.ά., καθώς και κατάθλιψη. Τα παιδιά-θύτες, δηλαδή αυτά που ασκούν τη βία και τον εκφοβισμό, αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να απομακρυνθούν από το σχολείο, να διακόψουν τη σχολική φοίτηση, να εμφανίσουν τάσεις φυγής από το σπίτι και να εξελιχθούν, σε ποσοστό που προσεγγίζει το 50%, σε ενήλικες με αντικοινωνική και παραβατική συμπεριφορά. Οι συνέπειες της ενδοσχολικής βίας και του εκφοβισμού στα παιδιά μπορεί να είναι σοβαρές και καθοριστικές για την ψυχοκοινωνική τους ανάπτυξη και εξέλιξη. Γι’ αυτό η συστηματική πρόληψη και η κατάλληλη αντιμετώπιση κάθε μορφής βίας στο σχολείο είναι πολύ σημαντικές. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα παιδιά έχουν απόλυτο δικαίωμα να βρίσκονται σε ένα σχολικό περιβάλλον, το οποίο να τους παρέχει ασφάλεια και προστασία. Νεότερη σχετική δημοσίευσή μας στο επιστημονικό περιοδικό «Frontiers in Psychiatry» (2022) έδειξε πως τα ποσοστά των εφήβων που αισθάνονταν ανασφαλείς στο σχολείο διέφεραν ευρέως, με μέσο ποσοστό 31,4% για το συνολικό δείγμα (31,3% για κορίτσια και 31,1% για αγόρια). Παρατηρήθηκε και στα δύο φύλα μια σημαντική σχέση μεταξύ της αίσθησης ανασφάλειας και τόσο του παραδοσιακού μόνο bullying όσο και του συνδυασμένου bullying. Το cyber bullying φαίνεται να ήταν σημαντικός παράγοντας μόνο για τα κορίτσια, που ήδη γνωρίζουμε ότι είναι πιο ευάλωτα. Το συνδυασμένο bullying σχετιζόταν περισσότερο με το αίσθημα ανασφάλειας σε σχέση με το παραδοσιακό μόνο ή το διαδικτυακό μόνο. Τόσο το να είναι κάποιος μάρτυρας όσο και θύμα βίας στο σχολείο ήταν προγνωστικοί δείκτες για μεταγενέστερα συμπεριφορικά και συναισθηματικά προβλήματα. Οι έφηβοι που αντιμετώπιζαν προβλήματα ψυχικής υγείας ή εκφοβισμού είχαν υψηλότερο κίνδυνο να αισθάνονται ανασφαλείς στο σχολείο στις διάφορες χώρες.
— Πώς φαίνεται ότι ένα παιδί έχει γίνει θύμα ενδο- σχολικής βίας και εκφοβισμού;
Ορισμένες ενδείξεις που πιθανόν να υποδηλώνουν ότι το παιδί έχει πέσει θύμα βίας και εκφοβισμού στο σχολείο είναι:
▪ η μειωμένη διάθεσή του ή η άρνησή του να πάει στο σχολείο με πρόσχημα κάποια αδιαθεσία, οι αδικαιολόγητες απουσίες του,
▪ η απροσδόκητη μαθησιακή του πτώση που αποτυπώνεται με βαθμούς που πέφτουν,
▪ το γεγονός ότι περνά το χρόνο του στα διαλείμματα κοντά στους εκπαιδευτικούς και τα γραφεία,
▪ το ότι καθυστερεί να πάει στο σχολείο ή αργεί να επιστρέψει στο σπίτι,
▪ το ότι αρχίζει να αλλάζει τις διαδρομές από τις οποίες συνήθιζε να πηγαίνει στο σχολείο ή να επιστρέφει από το σχολείο στο σπίτι,
▪ το ότι ρούχα του είναι συχνά σκισμένα και κατεστραμμένα,
▪ το ότι έχει σημάδια και μελανιές στο σώμα ή άλλες ενδείξεις επίθεσης και αποφεύγει να εξηγήσει πώς συνέβησαν,
▪ το ότι χάνει συχνά τα πράγματά του,
▪ το ότι ζητάει συχνά χρήματα από τους γονείς του γιατί χάνει αυτά που του δίνουν,
▪ το ότι αρνείται να συμμετέχει σε σχολικές εκδηλώσεις και δραστηριότητες,
▪ το ότι υπάρχουν ξαφνικές αλλαγές στη διάθεσή του που επιμένουν,
▪ το ότι παραπονιέται για ψυχοσωματικά προβλήματα.
Εάν ισχύουν κάποια από τα προηγούμενα, τότε ίσως να υπάρχει περιστατικό βίας και εκφοβισμού και το παιδί να χρειάζεται άμεση βοήθεια και υποστήριξη.
— Τι πρέπει να κάνουν οι γονείς;
Εάν αντιληφθείτε ότι το παιδί σας είναι θύμα εκφοβισμού και βίας από συμμαθητές του στο σχολείο, πρέπει να αποφύγετε παρορμητικές αντιδράσεις και να αντιμετωπίσετε όσο το δυνατόν πιο ψύχραιμα την κατάσταση. Χρειάζεται αμέσως:
▪ να συζητήσετε με το παιδί,
▪ να το διαβεβαιώσετε ότι «δεν ευθύνεται το ίδιο για ό,τι έχει συμβεί»,
▪ να του υπενθυμίσετε ότι το νοιάζεστε και ότι είστε αυτοί που το προστατεύετε,
▪ να του τονίσετε ότι μπορείτε να αντιμετωπίσετε την κατάσταση μαζί,
▪ να του πείτε ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν μόνο αν «σπάσει η σιωπή»,
▪ να του εξηγήσετε ότι το να μιλήσει στους ενήλικες για περιστατικά βίας και εκφοβισμού δεν αποτελεί «κάρφωμα»,
▪ να ενημερώσετε τον εκπαιδευτικό και παράλληλα τον διευθυντή του σχολείου,
▪ να προτείνετε στο παιδί πρακτικούς τρόπους για την αντιμετώπιση δύσκολων καταστάσεων και
▪ να ζητήσετε συμβουλευτική από ειδικό ψυχικής υγείας (π.χ. ψυχίατρο παιδιών και εφήβων, ψυχολόγο εξειδικευμένο σε θέματα παιδιών και εφήβων).
— Τι χρειάζεται να γίνει γενικότερα για να αντιμετωπισθούν η ενδοσχολική βία και ο εκφοβισμός;
Το πλέον αποτελεσματικό μέσο για να εμποδίσει την ενδοσχολική βία και τον εκφοβισμό είναι το ίδιο το σχολείο, αυτό που αναγνωρίζει το πρόβλημα, ευαισθητοποιείται και αναπτύσσει σταθερά τακτικές αντιμετώπισης. Θετικά σχολικά περιβάλλοντα, που είναι δίκαια και αξιόπιστα και κάνουν τους μαθητές να αισθάνονται συνδεδεμένοι και ασφαλείς, έχουν αναφερθεί ότι προσφέρουν προστατευτικούς παράγοντες κατά του εκφοβισμού. Οι διαστάσεις που έχει προσλάβει η ενδοσχολική βία και ο εκφοβισμός και οι σοβαρές επιπτώσεις που μπορεί να έχει στην ψυχοκοινωνική υγεία των παιδιών κάνουν επιτακτική την ανάγκη για την πρόληψη και την έγκαιρη και ουσιαστική αντιμετώπισή του. Μεταξύ άλλων:
▪ Χρειάζεται τα σχολεία να διαθέτουν και εφαρμόζουν γραπτές οδηγίες αντιμετώπισης αυτών των φαινομένων που να συμπεριλαμβάνει διαδικασίες καταγραφής των συμβάντων, διορισμού υπεύθυνου εκπαιδευτικού και συμβούλου με συγκεκριμένες αρμοδιότητες, παρακολούθησης των διαδικασιών αντιμετώπισης, ενημέρωσης των μαθητών για την πρόσβαση σε σύστημα υποστήριξης, συνεργασίας με τους γονείς και οργάνωσης ουσιαστικής εποπτείας των μαθητών κατά τη διάρκεια των διαλειμμάτων.
▪ Είναι απαραίτητη η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών για τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση του προβλήματος.
▪ Είναι αναγκαία η διαρκής ενεργή συμμετοχή και συνεργασία των γονέων με το σχολείο.
▪ Απαιτείται συνεχής συμβουλευτική των εκπαιδευτικών προς τους μαθητές με στόχο την ενίσχυση της μαθητικής ομάδας για την αντιμετώπιση εκδηλώσεων εκφοβισμού και συμπεριφορών βίας.
▪ Χρειάζεται να αναπτυχθούν προγράμματα προαγωγής της ψυχικής υγείας των μαθητών, τα οποία να εντάσσονται στο σχολικό πρόγραμμα.
▪ Χρειάζεται να στελεχωθούν άμεσα οι εκπαιδευτικές περιφέρειες με ειδικούς ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων (ψυχιάτρους παιδιών και εφήβων, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς), ώστε να παρεμβαίνουν στην αντιμετώπιση των ψυχοκοινωνικών προβλημάτων πουεκδηλώνονται στην καθημερινή σχολική πραγματικότητα.
— Υπάρχουν κάποιες υπηρεσίες που μπορούν να βοηθήσουν;
Οι οικογένειες μπορούν να απευθύνονται σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων (του υπουργείου Υγείας), στα ΚΕΔΑΣΥ (του υπουργείου Παιδείας) και λοιπές έγκριτες δομές με εξειδικευμένους ειδικούς ψυχικής υγείας. Τα παιδιά και οι έφηβοι θα πρέπει να αξιολογούνται τόσο για θυματοποίηση όσο και ψυχοπαθολογία δεδομένου ότι συχνά αναπτύσσεται ένας φαύλος κύκλος, στον οποίο η θυματοποίηση συσχετίζεται με υψηλότερα επίπεδα ψυχιατρικών συμπτωμάτων και αυτά τα συμπτώματα διαιωνίζουν τη θυματοποίηση. ■
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ Α. ΚΟΛΑΪΤΗΣ
Ο Γεράσιμος Α. Κολαΐτης είναι καθηγητής Παιδοψυχιατρικής και διευθυντής Σπουδών του ΠΜΣ της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) «Ψυχική Υγεία και Ψυχιατρική Παιδιών και Εφήβων». Έχει διατελέσει διευθυντής της Παιδοψυχιατρικής Κλινικής του ΕΚΠΑ, στο Γεν. Νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία» (2009-15, 2019-22). Έχει συμμετάσχει ως επισκέπτης καθηγητής Παιδοψυχιατρικής στην επιδημιολογική μελέτη Generation R Study του Erasmus University Medical Center-Sophia Children’s Hospital (Rotterdam, NL). Επίσης, σε ευρωπαϊκά διακρατικά προγράμματα [π.χ. Psychotherapy of Childhood Depression, Children Of Somatically Ill Parents (COSIP), Mental Health Prevention and Promotion for Adolescents and Young People, Mental Health Promotion and Prevention Strategies for Coping with Anxiety and Depression in Europe, EU Monitoring and Advocacy Program (EUMAP), WHO Atlas on Country Resources in Intellectual Disabilities, Child and adolescent mental health in enlarged European Union (CAMHEE), Managing the Link and Strengthening Transition from Child to Adult Mental Health Care (MILESTONE)] και ελληνικά προγράμματα, χρηματοδοτούμενα και μη. Έχει δημοσιεύσει πάνω από 100 επιστημονικές εργασίες σε ξενόγλωσσα και 50 σε ελληνικά επιστημονικά περιοδικά και συγγράμματα, με 2.700 βιβλιογραφικές αναφορές. Τα κύρια ενδιαφέροντά του αφορούν το ψυχικό τραύμα και μετατραυματικό στρες στους νέους, την κατάθλιψη, τον χρόνιο πόνο μη οργανικής αιτιολογίας, τις παρεμβάσεις πρόληψης και προαγωγής ψυχικής υγείας, τις ανάγκες ψυχικής υγείας σε νεαρά άτομα με νοητική υστέρηση/αυτισμό, τη χρήση ερωτηματολογίων και δομημένων ψυχιατρικών συνεντεύξεων, καθώς και τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων. Είναι συγγραφέας του συγγράμματος «Σύγχρονη Ψυχιατρική Παιδιού και Εφήβου-Ψυχική Υγεία και Ψυχοπαθολογία» (Αθήνα: Ιατρικές Εκδόσεις ΒΗΤΑ, Νοέμβριος 2020).
Για μεγέθυνση πατήστε ΕΔΩ