ΜΕΝΟΥ

Η καρδιακή ανεπάρκεια μπορεί να προληφθεί και να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά!

Health Newsroom

Γράφει ο ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΦΙΛΙΠΠΑΤΟΣ, MD, DrHC, FESC, FHFA, FHFSA (hon),
καθηγητής Καρδιολογίας ΕΚΠΑ, δ/ντής Β’ Παν/κής Καρδιολογικής Κλινικής Νοσοκομείου «ΑΤΤΙΚΟΝ», αντιπρόεδρος Ωνάσειου Καρδιοχειρουργικού Κέντρου

 

Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι ένα σύνθετο σύνδρομο, κατά το οποίο η καρδιά αδυνατεί να παρέχει στους ιστούς ποσότητα αίματος και οξυγόνου επαρκή για να καλύψει τις μεταβολικές τους ανάγκες. Αυτό οδηγεί σε μια σειρά από κλινικές εκδηλώσεις, όπως η δύσπνοια, το οίδημα και η κόπωση, που επιδεινώνονται με την πάροδο του χρόνου και επηρεάζουν σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών. Η καρδιακή ανεπάρκεια αποτελεί μια από τις κύριες προκλήσεις για τη δημόσια υγεία στις ανεπτυγμένες χώρες, δεδομένης της υψηλής της επίπτωσης, ιδιαίτερα στους ηλικιωμένους, όπου η συχνότητά της υπερβαίνει το 10%. Επιπλέον, η καρδιακή ανεπάρκεια συνδέεται με σημαντικό οικονομικό κόστος, λόγω της μακροχρόνιας νοσηλείας και περίθαλψης που απαιτείται για τη διαχείρισή της.

Στην Ελλάδα, εκτιμάται ότι περισσότεροι από 250.000 άνθρωποι πάσχουν από καρδιακή ανεπάρκεια και ο αριθμός αυτός προβλέπεται να αυξηθεί τα επόμενα χρόνια, καθώς ο πληθυσμός γηράσκει. Το γεγονός αυτό καθιστά αναγκαία τη λήψη προληπτικών μέτρων και την έγκαιρη διάγνωση για την αντιμετώπιση της νόσου.

Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι ένα δυνητικά θανατηφόρο σύνδρομο, που όμως μπορεί να προληφθεί και να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά. Πρόκειται για την τελική έκβαση διαφόρων καρδιαγγειακών νοσημάτων, όπως η στεφανιαία νόσος, η αρτηριακή υπέρταση και οι παθήσεις των καρδιακών βαλβίδων, που δεν έχουν αντιμετωπιστεί επαρκώς. Η πρόληψη της καρδιακής ανεπάρκειας βασίζεται αφενός στην έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία των προαναφερθέντων νοσημάτων και αφετέρου στην αποτελεσματική διαχείριση των παραγόντων κινδύνου, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, η υπερλιπιδαιμία, το κάπνισμα και η καθιστική ζωή.

Η διάγνωση της καρδιακής ανεπάρκειας μπορεί να είναι δύσκολη, καθώς τα συμπτώματά της (όπως δύσπνοια, οίδημα κάτω άκρων και εύκολη κόπωση) είναι κοινά με πολλές άλλες παθήσεις. Ωστόσο, η παρουσία αυτών των συμπτωμάτων, σε συνδυασμό με ιστορικό καρδιολογικής νόσου ή παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου. αποτελεί ισχυρή ένδειξη για το σύνδρομο, οδηγώντας σε περαιτέρω καρδιολογικό έλεγχο. Ο βασικός διαγνωστικός έλεγχος περιλαμβάνει το ηλεκτροκαρδιογράφημα, το ηχοκαρδιογράφημα (τρίπλεξ καρδιάς) και την εξέταση νατριουρητικών πεπτιδίων, που είναι ειδικά για την καρδιακή ανεπάρκεια. Ανάλογα με την περίπτωση, μπορεί να απαιτηθούν επιπλέον εξετάσεις για τη διερεύνηση της υποκείμενης αιτίας και τον αποκλεισμό άλλων διαγνώσεων.

Η έγκαιρη διάγνωση είναι κρίσιμη, καθώς η σύγχρονη Ιατρική διαθέτει πολλαπλές θεραπευτικές επιλογές που μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά την επιβίωση και την ποιότητα ζωής των ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια. Αυτές οι θεραπείες περιλαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή, εμφυτεύσιμες συσκευές, όπως οι εμφυτεύσιμοι απινιδωτές και οι συσκευές επανασυγ- χρονισμού καρδιάς, καθώς και αλλαγές στον τρόπο ζωής που αφορούν τη διατροφή και την άσκηση. Για τις προχωρημένες μορφές της νόσου, η μεταμόσχευση καρδιάς παραμένει η οριστική λύση, ενώ η τεχνολογία παρέχει πλέον τη δυνατότητα εμφύτευσης μηχανικών αντλιών, όπως οι συσκευές υποβοήθησης της αριστερής κοιλίας (LVADs), που υποστηρίζουν τη λειτουργία της σοβαρά ανεπαρκούσας καρδιάς.

Η πρόληψη της καρδιακής ανεπάρκειας αποτελεί κεντρικό στόχο της καρδιολογικής φροντίδας. Αυτή βασίζεται στην έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία των καρδιολογικών παθήσεων που μπορεί να οδηγήσουν σε καρδιακή ανεπάρκεια, καθώς και στη διαχείριση των παραγόντων κινδύνου, όπως η υπέρταση, η δυσλιπιδαιμία και ο σακχαρώδης διαβήτης. Οι αλλαγές στον τρόπο ζωής, όπως η υιοθέτηση μιας υγιεινής διατροφής, η σωματική άσκηση και η αποφυγή του καπνίσματος παίζουν επίσης κρίσιμο ρόλο στην πρόληψη και διαχείριση της νόσου.

Συμπερασματικά, η καρδιακή ανεπάρκεια είναι μια σοβαρή, αλλά διαχειρίσιμη κατάσταση. Η έγκαιρη διάγνωση και η αποτελεσματική θεραπεία μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά την πρόγνωση των ασθενών, μειώνοντας την ανάγκη για νοσηλεία και βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής τους. Ωστόσο, η αντιμετώπιση αυτής της νόσου απαιτεί τη συνεργασία πολλών ιατρικών ειδικοτήτων και τη συνεχή εκπαίδευση τόσο των επαγγελματιών υγείας όσο και των ασθενών για την καλύτερη κατανόηση και διαχείριση της νόσου. Με τη σωστή προσέγγιση, οι ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια μπορούν να ζήσουν μια πιο πλήρη και υγιή ζωή, παρά τις προκλήσεις που συνεπάγεται η ασθένεια αυτή.

Πατήστε για μεγέθυνση εδώ


ΓΕΡΆΣΙΜΟΣ ΦΙΛΙΠΠΆΤΟΣ
Ο Γεράσιμος Φιλιππάτος, MD, DrHC, FESC, FHFA, FHFSA (hon), είναι καθηγητής Καρδιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, διευθυντής της Β’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής στο Νοσοκομείο «ΑΤΤΙΚΟΝ» και αντιπρόεδρος του Ωνάσειου Καρδιοχειρουργικού Κέντρου. Έχει καταγωγή από την Κεφαλλονιά, αλλά μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Πατρών και ολοκλήρωσε την ειδικότητά του στην Καρδιολογία στο Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός». Μετεκπαιδεύτηκε στην καρδιακή ανεπάρκεια και τις μεταμοσχεύσεις καρδιάς στο Σικάγο και το Cambridge. Έχει διατελέσει πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Καρδιακής Ανεπάρκειας και υπηρέτησε ως μέλος επιτροπών της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας και της American Heart Association, ενώ έχει συμβάλει καθοριστικά στην εκπαίδευση και πιστοποίηση των καρδιολογικών μονάδων στην Ευρώπη. Είναι επίτιμο μέλος πολλών Εθνικών Καρδιολογικών Εταιρειών και έχει αναγνωριστεί ως προσκεκλημένος καθηγητής και επίτιμος διδάκτορας σε κορυφαία πανεπιστήμια σε όλο τον κόσμο. Το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει πολυάριθμα άρθρα και βιβλία για την καρδιακή ανεπάρκεια, ενώ είναι Associate Editor σε μεγάλα διεθνή περιοδικά. Ο Γεράσιμος Φιλιππάτος είναι ένας από τους πιο αναγνωρισμένους καρδιολόγους παγκοσμίως, με τον τίτλο του Highly Cited Researcher από το 2015.

 

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Διαβάστε επίσης: