Η εγχώρια αγορά ιατροτεχνολογικών προϊόντων παρουσίασε σημαντική μείωση, 23,5% (σε αξία), το 2010/09, ως συνέπεια συνδυασμού μέτρων από πλευράς δημοσίου τομέα
• Ανάλογη ήταν η μείωση και για το 2011
• To 2010 τα κέρδη (προ φόρων) των επιχειρήσεων του κλάδου μειώθηκαν κατά 97,6% και τα κέρδη EBITDA κατά 39,4%
Ο κλάδος των ιατροτεχνολογικών προϊόντων καλύπτει μια ευρύτατη γκάμα ειδών και περιλαμβάνει από προϊόντα μιας χρήσης (π.χ. επίδεσμοι, γάζες κλπ.) μέχρι μηχανήματα υψηλής τεχνολογίας (π.χ. μαγνητικοί και αξονικοί τομογράφοι κλπ.). Η συγκεκριμένη αγορά η οποία εμφάνιζε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης τα προηγούμενα έτη, παρουσίασε απότομη πτώση το 2010, όπως προκύπτει από την τελευταία έκδοση της Κλαδικής Μελέτης, η οποία κυκλοφόρησε από τη Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της ICAP Group.
Ο κλάδος αποτελείται από μεγάλο αριθμό εισαγωγικών και περιορισμένο αριθμό παραγωγικών επιχειρήσεων. Τα εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα αφορούν ορισμένες μόνο κατηγορίες προϊόντων όπως αναλώσιμα, γάζες, αντλίες έγχυσης φαρμάκων, επιδεσμικό υλικό, υλικά τεχνητού νεφρού, οδοντικές προθέσεις και συναφή υλικά, διαγνωστικά αντιδραστήρια. Ο μεγάλος όγκος και τα πλέον εξειδικευμένα προϊόντα (ορθοπεδικό υλικό, ιατρικά μηχανήματα κλπ.) είναι εισαγόμενα. Εκτός των επιχειρήσεων με αποκλειστική δραστηριότητα τη διάθεση ιατροτεχνολογικών προϊόντων δραστηριοποιούνται και επιχειρήσεις από άλλους κλάδους (φαρμακευτικές, ηλεκτρικών συσκευών κ.α.).
Η γενικότερη κατάσταση της υγείας και το ποσοστό γήρανσης του πληθυσμού στην Ελλάδα επηρεάζει σε μέγιστο βαθμό την ζήτηση ιατρικών υπηρεσιών με επακόλουθο την αύξηση ζήτησης και των εξεταζόμενων προϊόντων. Αντίστοιχα, η αυξανόμενη έκθεση του πληθυσμού σε νοσογόνες καταστάσεις συμβάλει θετικά στη ζήτηση των υπηρεσιών υγείας και κατά συνέπεια πολλών προϊόντων του κλάδου.
Σχετικά με την πορεία της αγοράς Ιατροτεχνολογικών προϊόντων, η Διευθύντρια Οικονομικών – Κλαδικών Μελετών της ICAP Group, κ. Σταματίνα Παντελαίου, τόνισε τα εξής: “Η εγχώρια αγορά ιατροτεχνολογικών προϊόντων παρουσίασε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης κατά την περίοδο 1995-2009 (μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης: 12,3%). Ωστόσο το 2010 η εικόνα διαφοροποιήθηκε ριζικά καθώς η εγχώρια αγορά παρουσίασε σημαντική υποχώρηση κατά 23,5%. Η μείωση αυτή επήλθε κυρίως ως συνέπεια συνδυασμού μέτρων από πλευράς δημοσίου τομέα, βασικότερα των οποίων ήταν η διενέργεια διαγωνισμών, η μείωση των τιμών και η δημιουργία του παρατηρητηρίου τιμών. Ο δημόσιος τομέας απορροφά διαχρονικά το μεγαλύτερο ποσοστό της εγχώριας αγοράς και σύμφωνα με εκτιμήσεις υπολογίζεται στο 70%, έναντι 30% του ιδιωτικού για το 2010. Όσον αφορά το 2011 εκτιμάται ότι σημειώθηκε νέα σημαντική υποχώρηση της εγχώριας αγοράς σε ποσοστό της τάξης του 23%, κυρίως λόγω της περαιτέρω περιστολής των δημοσίων δαπανών προμηθειών υγείας”.
Στα πλαίσια της μελέτης πραγματοποιήθηκε εκτεταμένη χρηματοοικονομική ανάλυση των επιχειρήσεων του κλάδου βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επίσης, συνετάχθη ομαδοποιημένος ισολογισμός βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος εταιρειών.
Με βάση τον ομαδοποιημένο ισολογισμό από δείγμα 104 επιχειρήσεων (εισαγωγικών και παραγωγικών) ιατροτεχνολογικών προϊόντων, παρατηρείται ότι το σύνολο του ενεργητικού τους αυξήθηκε κατά 3,7% το 2010/09, μεταβολή η οποία οφείλεται κυρίως στην αύξηση της αξίας των καθαρών παγίων και ιδιαίτερα των μακροπρόθεσμων απαιτήσεων. Η αύξηση αυτή, ουσιαστικά, αποτυπώνει την εξόφληση των οφειλών των νοσοκομείων του ΕΣΥ, για τα έτη 2007-2009, με ομόλογα του ελληνικού δημοσίου. Τα συνολικά ίδια κεφάλαια των επιχειρήσεων του δείγματος σημείωσαν μικρή αύξηση 1,2% το 2010/09. Οι συνολικές πωλήσεις τους μειώθηκαν κατά 18,4% και τα μικτά κέρδη κατά 19,1%. Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη δραστική μείωση του λειτουργικού αποτελέσματος (κατά 68,7%) το 2010/09. Τελικά, τα κέρδη προ φόρων των εταιρειών σημείωσαν κατακόρυφη πτώση, κατά 97,6%, και τα κέρδη EBITDA κατά 39,4%.
Τέλος, αξίζει να επισημανθεί ότι ο μέσος όρος προθεσμίας είσπραξης απαιτήσεων διαμορφώνεται σε πολύ υψηλά επίπεδα για τον κλάδο και συγκεκριμένα σε 423 ημέρες (ως μέσος όρος πενταετίας), γεγονός που αποτυπώνει το μείζον πρόβλημα του κλάδου σχετικά με τις καθυστερήσεις εξόφλησης από πλευράς δημόσιου τομέα.