*Γράφει η ΓΙΟΥΛΗ Α. ΑΡΓΥΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, MD, PhD, παθολόγος, διευθύντρια Διαβητολογικής Μονάδας, Ιατρικό Κέντρο Αθηνών
Ολοένα και περισσότερα στοιχεία έρχονται να υποστηρίξουν ότι η παχυσαρκία είναι νόσος. Ο επιπολασμός της έχει αυξηθεί, αποτελώντας μια σύγχρονη πανδημία. Στην Ευρώπη το 59% του πληθυσμού ζει με παχυσαρκία ή είναι υπέρβαρο. Στην Ελλάδα 32,1% των ενηλίκων ζει με παχυσαρκία και 37,6% είναι υπέρβαρο. Με άλλα λόγια, συνολικά σχεδόν 7 στους 10 Έλληνες ζουν με υψηλότερο από το υγιές βάρος.
Η παχυσαρκία δεν συνοδεύεται μόνο από αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης των γνωστών μεταβολικών νοσημάτων, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 ή τα καρδιαγγειακά νοσήματα. Τα άτομα με παχυσαρκία έχουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης υπνικής άπνοιας, οστεοαρθρίτιδας, οσφυαλγίας, υπογονιμότητας, γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης, λιπώδους διήθησης του ήπατος κ.ά., επιβαρύνοντας σημαντικά την ποιότητα ζωής τους. Η παχυσαρκία συνδέεται, επίσης, αιτιολογικά με 13 διαφορετικούς τύπους κακοήθειας.
Τα άτομα που ζουν με παχυσαρκία έχουν συχνά γενετική προδιάθεση για τη νόσο αυτή κι έτσι μάχονται σε όλη τους τη ζωή για την επίτευξη ενός δύσκολου στόχου. Η παχυσαρκία ως νόσημα δεν είναι θέμα επιλογής ή έλλειψη πειθαρχίας. Αντίθετα, πλειάδα μελετών έχει δείξει ότι τα άτομα αυτά έχουν διαφορετική αίσθηση της πείνας και του κορεσμού.
Στη βάση αυτή, το πρώτο βήμα στη θεραπεία της παχυσαρκίας είναι η δίαιτα και η άσκηση με την ουσιαστική συμβολή των ειδικών διατροφολόγων και γυμναστών. Δεν υπάρχει επιτυχής διαχείριση που να μην περιλαμβάνει αυτούς τους δύο ακρογωνιαίους λίθους, καθώς το αρνητικό ενεργειακό ισοζύγιο είναι απαραίτητο για την απώλεια σωματικού βάρους. Αρνητικό ενεργειακό ισοζύγιο μπορούμε να επιτύχουμε όταν δαπανάμε περισσότερες θερμίδες από αυτές που προσλαμβάνουμε μέσω του φαγητού.
Η χρήση της φαρμακευτικής αγωγής, πάντα με τη σύσταση του ιατρού, συνεπικουρεί στη δίαιτα και την άσκηση, καθώς επιδρά μειώνοντας την πείνα και αυξάνοντας τον κορεσμό. Η φαρμακευτική αγωγή συστήνεται σε άτομα που έχουν κάνει πολλαπλές προσπάθειες απώλειας βάρος χωρίς να έχουν πετύχει τον επιθυμητό στόχο, έχουν αυξημένο Δείκτη Μάζας Σώματος ή/και τις συννοσηρότητες εκείνες που τους καθιστούν σε αυξημένο κίνδυνο. Σε αυτήν την περίπτωση, η φαρμακευτική αγωγή είναι ωφέλιμη και μπορεί έπειτα από σύσταση ιατρού και παράλληλα με δίαιτα και άσκηση να βοηθήσει στην επίτευξη του επιθυμητού στόχου.
Η μεταβολική χειρουργική μπορεί να επιτύχει αποτελεσματική και μονιμότερη απώλεια βάρους στα άτομα που πληρούν τις συγκεκριμένες ενδείξεις και έχουν αποδεκτό χειρουργικό κίνδυνο.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας χρειάζεται μακροχρόνιο σχεδιασμό. Για να επιτύχει ένας ασθενής το στόχο του απαιτείται η ενεργή συμμετοχή του ίδιου, αλλά και πολλών άλλων. Σύμμαχοι στην προσπάθειά του οφείλουν να είναι τόσο ο θεράπων ιατρός, ο διατροφολόγος και ο γυμναστής, ενώ στην όλη διαδικασία ιδανικά θα μπορούσε να συμμετέχει και το οικογενειακό περιβάλλον του ατόμου.
Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών, μπορεί κανείς να εκμεταλλευτεί τον ελεύθερο χρόνο των διακοπών για να αυξήσει την ενεργειακή δαπάνη μέσω της άσκησης, αποφεύγοντας τις ώρες και ημέρες με τις ιδιαίτερα υψηλές θερμοκρασίες ή γυμναζόμενοι σε κλειστούς κλιματιζόμενους χώρους. Μία καλή ιδέα αποτελούν η κολύμβηση και η βάδιση στην άμμο. Είναι σημαντική η επαρκής ενυδάτωση πριν και μετά την άσκηση, καθώς το καλοκαίρι αυξάνεται η εφίδρωση.
Όσον αφορά στη διατροφή, η μεγάλη ποικιλία των καλοκαιρινών φρούτων και λαχανικών, αλλά και η ευκολότερη πρόσβαση σε πρωτεΐνικές τροφές -όπως το ψάρι- διευκολύνει την εγκατάσταση υγιών συνηθειών. Ωστόσο, είναι καλό να μην ξεχνάμε ότι η αυξημένη πρόσληψη φρούτων ή/και των χυμών τους είναι και αυτή πηγή σακχάρων, αλλά και θερμίδων και ως εκ τούτου πρέπει να καταναλώνονται με προσοχή.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Η Δρ Γιούλη Α. Αργυρακοπούλου είναι ειδική παθολόγος, διευθύντρια Διαβητολογικής Μονάδας, Μονάδας Παχυσαρκίας & Ιατρείου Διαβητικών Εγκύων, Ιατρικού Κέντρου Αθηνών. Το 2003 αποφοίτησε από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Πατρών με γενικό βαθμό «Λίαν Καλώς».
Από τον Δεκέμβριο 2004 υπήρξε επιστημονική συνεργάτις στο Διαβητολογικό Εργαστήριο της Α’ Προπαιδευτικής Παθολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών (Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών Λαϊκό), όπου και εκπόνησε τη διδακτορική της διατριβή, υπό την επίβλεψη του καθηγητού Παθολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Νικολάου Κατσιλάμπρου, με θέμα τον σακχαρώδη διαβήτη και με γενικό βαθμό «Άριστα». Στο πλαίσιο της θητείας της στην Α’ Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών, εργάστηκε στο Διαβητολογικό Ιατρείο και στο Ιατρείο Παχυσαρκίας της Κλινικής, ενώ παράλληλα συμμετείχε σε σημαντικό αριθμό ερευνητικών μελετών του Διαβητολογικού Κέντρου αλλά και σε διεθνείς πολυκεντρικές μελέτες. Στην ανωτέρω κλινική έλαβε και την ειδικότητα της Παθολογίας.
Το έτος 2007 με υποτροφία από την Ελληνική Ιατρική Εταιρεία Παχυσαρκίας (ΕΙΕΠ) εκπαιδεύτηκε στο Centre for Diabetes and Metabolic Medicine του Barts and the London, Queen Mary’s School of Medicine and Dentistry στο Λονδίνο. Από τον Ιανουάριο του 2013 έως και σήμερα εργάζεται ως ειδική παθολόγος στη Β’ Παθολογική Κλινική και Διαβητολογικό Κέντρο του Ιατρικού Κέντρου Αθηνών. Έχει δημοσιεύσει εργασίες σε ελληνικά και διεθνή περιοδικά και έχει συμμετάσχει με πολλαπλές ανακοινώσεις και διαλέξεις σε συνέδρια Παθολογίας και Διαβήτη.
Για μεγέθυνση πατήστε εδώ