ΜΕΝΟΥ

Η αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού έναντι του RSV σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς

Health Newsroom

Του Άρη Μπερζοβίτη

Οι ιογενείς λοιμώξεις και ιδίως αυτές του αναπνευστικού συστήματος όπως είναι η γρίπη, η λοίμωξη από τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιο (RSV) και τα τελευταία χρόνια η COVID-19 προκαλούν σημαντική νοσηρότητα στον πληθυσμό. Η ανάπτυξη εμβολίων για τους ιούς αυτούς έχουν αποδείξει σημαντικό όφελος μειώνοντας τη νοσηρότητα και τη θνητότητα. Ειδικά για τον RSV, τα προσφάτως αναπτυχθέντα εμβόλια έναντι της γλυκοπρωτεϊνης F του ιού προκαλούν ανάπτυξη υψηλών τίτλων εξουδετερωτικών αντισωμάτων έναντι του ιού και προφύλαξη έναντι της ανάπτυξης λοίμωξης στο 83% των ανοσοεπαρκών ατόμων που δοκιμάστηκαν.

Όπως αναφέρουν οι ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής (Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ Μιχάλης Λιόντος (Επίκουρος Καθηγητής Ογκολογίας), Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Παθολόγος, Καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής) και Θάνος Δημόπουλος (τ. Πρύτανης ΕΚΠΑ, Καθηγητής Θεραπευτικής – Ογκολογίας – Αιματολογίας, Διευθυντής Θεραπευτικής Κλινικής), οι ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς είναι σε μεγαλύτερο κίνδυνο από τις ιογενείς λοιμώξεις σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό και επομένως είναι μεγαλύτερη η ανάγκη για προφύλαξη έναντι των συγκεκριμένων ιών με τη χρήση του εμβολιασμού. Ως τώρα, όμως, δεν υπήρχαν δεδομένα για τη δραστικότητα των νεών εμβολίων έναντι του RSV σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς.

Αυτό ακριβώς το ερώτημα εξέτασε πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο έγκριτο ιατρικό περιοδικό JAMA. Στη μελέτη εντάχθηκαν 38 ασθενείς που υποβλήθηκαν σε εμβολιασμό για τον ιό RSV και είχαν διαθέσιμα για ανάλυση δείγματα αίματος πριν και 4 εβδομάδες μετά τον εμβολιασμό. Οι περισσότεροι ασθενείς ήταν μεταμοσχευμένοι και οι υπόλοιποι έπασχαν από αυτοάνοσα νοσήματα για τα οποία ελάμβαναν ανοσοκατασταλτική αγωγή. Σχεδόν 3 στους 4 συμμετέχοντες λάμβαναν τουλάχιστον 2 ανοσοκατασταλτικά φάρμακα.

Με βάση τα αποτελέσματα της μελέτης, ο εμβολιασμός αύξησε κατά 4,2 φορές τα επίπεδα των αντισωμάτων έναντι της πρωτεΐνης F του ιού στις 4 εβδομάδες μετά τον εμβολιασμό. Αντίστοιχη ήταν και η αύξηση των επιπέδων των εξουδετερωτικών αντισωμάτων.

Η μελέτη παρότι έδειξε την ανάπτυξη ανοσολογικής απόκρισης έναντι του RSV και σε βαριά ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς, αποδεικνύει ότι περίπου 40% αυτών των ασθενών δεν μπορούν να αναπτύξουν επίπεδα αντισωμάτων που θα τους προφυλάσσουν έναντι της λοίμωξης από τον ιο. Το ποσοστό αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό αν αναλογιστούμε ότι σχεδόν το σύνολο των ανοσοεπαρκών ασθενών αναπτύσσει ικανούς τίτλους εξουδετερωτικών αντισωμάτων. Μάλιστα, η χαμηλή ανοσολογική απόκριση φαίνεται ότι συμβαίνει ιδιαίτερα μεταξύ των ασθενών που λαμβάνουν αναστολείς mTOR ως μέρος της αγωγής τους για πρόληψη απόρριψης του μοσχεύματος.

Παρότι η συγκεκριμένη μελέτη προέρχεται από ένα μόνο κέντρο στις ΗΠΑ παρέχει χρήσιμες πληροφορίες για την μερική μόνο κάλυψη των ανοσοκατεσταλμένων ατόμων από τα νεότερα εμβόλια έναντι του RSV. Είναι πιθανό ότι απαιτούνται περισσότερες δόσεις εμβολίου σε αυτή την ομάδα ασθενών ώστε να ενισχυθεί η ανοσολογική απόκριση και αυτό θα διερευνηθεί σε περαιτέρω μελέτες.

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Διαβάστε επίσης: