Αντιδράσεις προκάλεσε η τοποθέτηση του διοικητή του ΙΚΑ κ. Ροβέρτου Σπυρόπουλου για ενδεχόμενο σύνδεσης του αριθμού ενσήμων που μπορεί να έχει ο ασφαλισμένος με τις παροχές υγείας. Σε ομιλία του στο 4ο ετήσιο συνέδριο Labor & Insurance του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου ο ο διοικητής του ΙΚΑ έθεσε το εξής ζήτημα: «Ποιες είναι οι αναγκαίες προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν για να θεμελιώνει ένας ασφαλισμένος δικαιώματα παροχής υπηρεσιών Υγείας;» και τάχθηκε υπέρ της διατήρησης του γενικού ορίου ηλικίας στα 67, αλλά του ισχύοντος τρόπου υπολογισμού των συντάξεων.
Πάντως από την πλευρά της κυβέρνησης ο υπουργός Εργασίας σε σε παρέμβασή του στην εκπομπή «Κοινωνία Ώρα Mega», τόνισε ότι Θέλω να κλείσει το θέμα με τον πιο λιτό και κατηγορηματικό τρόπο γιατί πήρε διάσταση και πολύ μεγάλη η τοποθέτηση του διοικητή του ΙΚΑ που θέλω εκ προοιμίου να σας πω για τις πολύ καλές σχέσεις που έχουμε, αλλά εκφράζει καθαρά προσωπικές απόψεις. «Για την κυβέρνηση δεν τίθεται ούτε υπάρχει ούτε συζητείται σε κανένα επίπεδο του υπουργείου ή της κυβέρνησης τέτοιο ζήτημα. Αντίθετα, η κυβέρνηση δείχνοντας μια μεγάλη ευαισθησία είδατε για πρώτη φορά αναγνωρίστηκε και από την εκπομπή σας ότι κάλυψε όλους τους ανασφάλιστους της χώρας», υπογράμμισε ο κ. Βρούτσης.
Διαβάστε ολόκληρη την ομιλία του διοικητής του ΙΚΑ από το βήμα του 4ου συνεδρίου
Κυρίες και Κύριοι
Εκφράζω την απόλυτη συμφωνία μου, ότι ύστερα από πέντε χρόνια βαθειάς οικονομικής κρίσης, τα θέματα της Απασχόλησης και της Κοινωνικής Ασφάλισης αναδεικνύονται ως κορυφαία και καθοριστικά.
Σήμερα όλοι κατανοούμε και ως ένα βαθμό αποδεχόμαστε, ότι οι γενεσιουργές αιτίες αυτής της κρίσης κυρίως πρέπει να αναζητηθούν στο μεταρρυθμιστικό έλλειμμα που εντοπίζεται στη χώρα μας και συνακόλουθα στην ίδια την αδυναμία του πολιτικού μας συστήματος να παράξει βιώσιμες και συναινετικές πολιτικές μεταρρυθμιστικών αλλαγών.
Όταν όμως αναφερόμαστε στο πολιτικό μας σύστημα θα ήταν άδικο να σταθούμε μονοσήμαντα στα οργανωμένα πολιτικά κόμματα.
Το πολιτικό μας σύστημα, ως δρώσα οντότητα, επηρεάζεται από τον δημόσιο διάλογο και φυσικά τον επηρεάζει.
Το πολιτικό μας σύστημα επηρεάζεται από τις οργανωμένες κοινωνικές δυνάμεις και φυσικά τις επηρεάζει.
Το πολιτικό μας σύστημα επηρεάζεται από το δημόσιο λόγο επώνυμων αναλυτών επιστημόνων, καθηγητών, δημοσιογράφων, ανθρώπων του πνεύματος και της επιστήμης και φυσικά στο σύνολό τους όλοι αυτοί επηρεάζονται από τα οργανωμένα πολιτικά κόμματα.
Όλα τα προηγούμενα τα αναφέρω ως αυτονόητες παραδοχές, για να επισημάνω την ιδιαίτερη σπουδαιότητα που αποκτά το τόλμημα ενασχόλησης επώνυμων φορέων με κρίσιμα και ουσιώδη θέματα της δημόσιας ζωής.
Με πλήρη λοιπόν συναίσθηση των ευθυνών μου θα αποτολμήσω να προσεγγίσω το θέμα που αφορά τη βιωσιμότητα του Δημόσιου Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης και της επάρκειας των κύριων συντάξεων, από αυτό το βήμα Δημόσιου Διαλόγου, με την ελπίδα, ότι αυτά που θα υποστηρίξω να κριθούν και όχι να παρερμηνευτούν.
Επιτρέψτε μου μια αρχική παρατήρηση: Βιώσιμο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης είναι μόνο αυτό που μπορεί να διασφαλίσει επαρκείς παροχές σύνταξης και υγείας, καιαντίστροφα, για να υπάρξουν επαρκείς παροχές σύνταξης και υγείας πρέπει να μπορεί να υπάρχει ένα βιώσιμο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης.
Το 4ο ετήσιο Συνέδριο του Ελληνο-Αμερικανικού Επιμελητηρίου πραγματοποιείται σε μία χρονική περίοδο ιδιαίτερα επίκαιρη, δεδομένου ότι αναμένεται η δημοσιοποίηση της μελέτης του ΚΕΠΕ που αφορά το Ελληνικό Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης.
Εκτιμώ ότι εμπρός μας έχουμε δύο επιλογές:
Ή θα αξιοποιήσουμε τη μελέτη του ΚΕΠΕ ως όχημα και ευκαιρία ανάπτυξης ενός δημόσιου διαλόγου αναζήτησης βιώσιμων απαντήσεων στα υπαρκτά προβλήματα του Δημόσιου Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης ή θα αυτοεγκλωβιστούμε και πάλι σε μονολόγους αντιπαράθεσης που θα μεταθέτουν και πάλι την αντιμετώπιση του καίριου αυτού προβλήματος στο μέλλον.
Κυρίαρχοι συντελεστές της μίας ή της άλλης επιλογής εκ των πραγμάτων είναι τα κοινοβουλευτικά κόμματα, οι έχοντες δημόσιο λόγο ως ειδικοί, οι κοινωνικοί φορείς και φυσικά τα ΜΜΕ και οι κοινωνικοασφαλιστικοί και οικονομικοί συντάκτες.
Με μοναδικό στόχο τη συμβολή στη διαμόρφωση ενός πλαισίου ανάπτυξης τεκμηριωμένου δημόσιου διαλόγου, νοιώθω το χρέος να θέσω σε ανοικτή διαβούλευση καίρια και ουσιώδη ερωτήματα, που όλοι οι συντελεστές μπορούν να τα κρίνουν, να τα διορθώσουν, να τα συμπληρώσουν και κυρίως να επιχειρήσουν τη σαφή διαμόρφωση προτάσεων και απαντήσεων, προκειμένου για πρώτη ίσως φορά, να δοκιμάσουμε τις δυνατότητές μας να διαμορφώσουμε έναν οδικό χάρτη μετεξέλιξης του δημόσιου συστήματος κοινωνικής ασφάλισης σε βιώσιμο και επαρκές.
Ως προϋπόθεση αυτού του εγχειρήματος προτείνω να συναποδεχτούμε, ότι οι υφιστάμενοι παραμετρικοί όροι που αφορούν το ύψος των κύριων συντάξεων και το βασικό χρονικό όριο συνταξιοδότησης στα 67 έτη, δεν μπορούν να θιγούν.
NEWSLETTER
Λάβετε τα καλύτερα του Nextdeal στα εισερχόμενά σας, κάθε μέρα.
Σήμερα, έχουμε αγγίξει τα όρια της στοιχειώδους επάρκειας των συντάξεων και των παροχών στο Δημόσιο Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης.
Τυχόν δυσμενής διαφοροποίηση αυτών των ορίων, θα προκαλέσει απώλεια της ηθικής βάσης διεξαγωγής του διαλόγου.
Αυτό δεν μπορεί και δεν πρέπει να συμβεί.
Δεν μπορούμε και δεν πρέπει να αντλήσουμε οικονομικούς πόρους από τους ασφαλισμένους.
Σήμερα, έχουμε χρέος να δείξουμε μεταρρυθμιστική αρετή, αντλώντας και διασφαλίζοντας οικονομικούς πόρους από εκεί που οι πόροι χάνονται ή από εκεί που λιμνάζουν.
Τα κεφαλαιώδη ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν
1. Θα επιλέξουμε την καθολική ενοποίηση των υφιστάμενων Ασφαλιστικών Ταμείων σε ένα Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης με τρεις κλάδους (Μισθωτοί – Αυτοαπασχολούμενοι – Αγρότες) ή θα επιλέξουμε τη διακριτή ύπαρξη τριών Ταμείων Κύριας Ασφάλισης δηλαδή του Ταμείου Μισθωτών, του Ταμείου Αυτοαπασχολούμενων και του Ταμείου Αγροτών;
2. Η είσπραξη των μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών για τις παροχές σύνταξης και υγείας θα διενεργείται από το ένα ή τα τρία Ταμεία Κύριας Ασφάλισης ή από την Εθνική Δομή Είσπραξης Δημόσιων Εσόδων;
3. Θα υιοθετηθεί η πλήρης ένταξη του ΤΣΜΕΔΕ, του ΤΣΑΥ και του Ταμείου Νομικών στον ΟΑΕΕ ή ενδεχομένως γι’ αυτούς τους ασφαλιστικούς οργανισμούς θα μπορούσε να εξεταστεί η δυνατότητα μετεξέλιξής τους σε επαγγελματικά ταμεία ειδικού σκοπού;
4. Η τελική επιλογή για το μέλλον των Επικουρικών Ταμείων αλλά και των Ταμείων Εφάπαξ αναζητείται μόνο μέσω του εγχειρήματος της ενοποίησής τους ή τελικά πρέπει να εξεταστεί και η δυνητική μετεξέλιξή τους και σε Επαγγελματικά Ταμεία;
5. Είμαστε ή δεν είμαστε υπέρ της παράλληλης, με το δημόσιο πυλώνα κοινωνικής ασφάλισης, ύπαρξης των επαγγελματικών ταμείων; Και αν ναι, ποια πρέπει να είναι τα φορολογικά και άλλα κίνητρα που θα συμβάλουν στη δημιουργία τους;
6. Ποιες είναι οι αναγκαίες προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν για να θεμελιώνει ένας ασφαλισμένος δικαιώματα παροχής υπηρεσιών υγείας;
7. Πως πρέπει να καθορίζονται οι κανόνες αναδιανομής σε ένα βιώσιμο δημόσιο σύστημα ασφάλισης, με δεδομένο ότι ο κρατικός προϋπολογισμός έχει συγκεκριμένους περιορισμούς μεταφοράς οικονομικών πόρων για την ενίσχυση των συντάξεων;
8. Το ύψος των εργοδοτικών και εργατικών εισφορών πρέπει ή όχι να συνδυαστεί με τους στόχους μη δημιουργίας ελλειμμάτων και διασφάλισης βιώσιμων συντάξεων και ύψος εισφορών που θα υποβοηθούν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων;
9. Τέλος, όχι ως ερώτημα, αλλά ως άμεση προτεραιότητα, προτείνεται η Πολιτεία να ξεκαθαρίσει το συντομότερο δυνατόν την έννοια της αναπηρίας στη χώρα μας κατά τα διεθνή πρότυπα, δεδομένου ότι αυτή συνδέεται ευθέως με την ανικανότητα προς εργασία και επομένως ως έννοια αφορά αποκλειστικά το Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης και όχι την προνοιακή πολιτική της χώρας.Το εγχείρημα εξεύρεσης συγκεκριμένων απαντήσεων στα προαναφερόμενα κεφαλαιώδη ερωτήματα μπορεί να αποτελέσει βάση, για τη βήμα προς βήμα οικοδόμηση μιας κοινά αποδεκτής εθνικής στρατηγικής για την Κοινωνική Ασφάλιση.
Κυρίες και Κύριοι,
Εύχομαι και ελπίζω, η αξιολόγηση αυτών των ερωτημάτων να μην οδηγήσει σε ερμηνείες και απόδοση προθέσεων που θα σκιάζουν αυτό το εγχείρημα.
Δεν κρίνεται σκόπιμο σήμερα να επιχειρηθεί η συγκεκριμενοποίηση και μια ενδεχόμενη απάντηση στα προαναφερθέντα θεματικά ερωτήματα.
Η εμπειρία του παρελθόντος μάλλον μας προτρέπει στο εγχείρημα διαμόρφωσης ενός κοινά αποδεκτού πλαισίου κρίσιμων και θεμελιακών ερωτημάτων και στο σχεδιασμό μιας διαδικασίας διαλόγου με βασικούς συντελεστές την Κυβέρνηση, τα πολιτικά κόμματα, τους κοινωνικούς φορείς, τους εμπειρογνώμονες κύρους και τους πανεπιστημιακούς φορείς με θεματική αναφορά.
Ο διάλογος αυτός δεν μπορεί να είναι ούτε ατέρμων, ούτε προσχηματικός.
Ο διάλογος πρέπει να οδηγεί την Κυβέρνηση στη λήψη των πολιτικών πρωτοβουλιών, των μεταρρυθμιστικών αλλαγών και των προσαρμογών που απαιτούνται, χωρίς καμία χρονοτριβή.
Και φυσικά, ο διάλογος αυτός πρέπει να οδηγήσει όλα τα κόμματα στην υιοθέτηση επιλογών που θα απέχουν από μεγαλόστομες εξαγγελίες που άλλωστε ποτέ δεν μετουσιώνονται σε επιλογές υλοποίησής τους.