*Γράφει ο Ηλίας Μάργαρης, διευθυντής Ε’ Χειρουργικής Κλινικής, υπεύθυνος Τμήματος Βαριατρικής Χειρουργικής, Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center
Σαν παχύσαρκο ορίζεται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) το άτομο που έχει Δείκτη Μάζας Σώματος πάνω από 30Kg/m². O Δείκτης Μάζας Σώματος υπολογίζεται από το βάρος σε χιλιόγραμμα προς το τετράγωνο του ύψους σε μέτρα.
Οι διαβαθμίσεις της παχυσαρκίας ορίζονται ως ακολούθως:
- Φυσιολογικό βάρος: Δείκτης Μάζας 18,5-24,9
- Υπέρβαρος: Δείκτης Μάζας 25,0-29,9
- Παχύσαρκος: Δείκτης Μάζας ≥30
- Class I: Δείκτης Μάζας 30-34,9
- Class II: Δείκτης Μάζας 35-39,9
- Class IIΙ: Δείκτης Μάζας ≥ 40 (Νοσογόνος Παχυσαρκία)
Η παχυσαρκία αναγνωρίζεται σήμερα παγκόσμια σαν ένα ενδημικό φαινόμενο με αίτια φυσιο-παθολογικά, κοινωνικά, ορμονικά, οικονομικά, γενετικά και περιβαλλοντικά. Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες το ποσοστό των παχύσαρκων έχει διπλασιαστεί και παρατηρείται όλο και περισσότερες γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας να είναι παχύσαρκες. Η παχυσαρκία κατά την εγκυμοσύνη συνοδεύεται από σοβαρή μητρική, εμβρυϊκή και νεογνική θνησιμότητα.
Η μητρική παχυσαρκία μπορεί να συνοδεύεται από δυσκολία στη σύλληψη, πρώιμη αυτόματη αποβολή, υψηλό κίνδυνο νεογνικών ανωμαλιών (εκτός γαστρόσχισης), διαβήτη της κύησης, χρόνια ή κατά την κύηση υπέρταση, προεκλαμψία, αποφρακτική υπνική άπνοια, αυτόματο πρόωρο τοκετό, παράταση της κύησης, δύσκολο τοκετό, υψηλότερο ποσοστό καισαρικών τομών, αιμορραγίες μετά τον τοκετό, χειρουργικές λοιμώξεις στο τραύμα της καισαρικής και θρομβο-εμβολικά επεισόδια.
Πρέπει οι παχύσαρκες γυναίκες να γνωρίζουν ότι τα αντισυλληπτικά στις συνηθισμένες δόσεις δεν επαρκούν και μία μη προγραμματισμένη σύλληψη είναι πιθανή. Είναι δε σημαντικό να ελεγχθεί η σωματική κατάσταση της γυναίκας πριν τη σύλληψη και την εγκυμοσύνη. Είναι απαραίτητο να ακολουθήσουν πρόγραμμα απώλειας βάρους, αν σχεδιάζουν μία εγκυμοσύνη. Η απώλεια έστω του 30% του παραπάνω βάρους θα έχει ευεργετική επίδραση στην πορεία της κύησης. Αν οι συντηρητικές μέθοδοι δεν αποφέρουν αποτέλεσμα, τότε η επιλογή της βαριατρικής επέμβασης πρέπει να αποτελεί μία αποδεκτή επιλογή. Οι επεμβάσεις παχυσαρκίας πλέον είναι αποτελεσματικές με πολύ χαμηλό ποσοστό επιπλοκών.
Πρέπει όμως να έχουμε κατά νου πάντοτε ότι μετά από μία βαριατρική επέμβαση η σύλληψη πρέπει να καθυστερεί για ένα τουλάχιστον έτος.
Παχύσαρκες γυναίκες που συλλαμβάνουν πρέπει από την αρχή της κύησης να μπουν σε πρόγραμμα παρακολούθησης ούτως ώστε να επιτευχθεί ο στόχος της φυσιολογικής ωρίμανσης του εμβρύου και της ασφαλούς γέννας.
Επειδή οι εμβρυϊκές ανωμαλίες παρουσιάζονται σε υψηλότερο ποσοστό, ένα εμβρυϊκό υπερηχογράφημα, έστω και με τη δυσκολία απεικόνισης λόγω του ενδιάμεσου λίπους τη 18η-20ή εβδομάδα, θα μας δώσει μία εικόνα του εμβρύου.
Επειδή ο διαβήτης της κύησης εμφανίζεται συχνότερα σε παχύσαρκες μητέρες, πρέπει να εκτιμηθεί τόσο η αντίσταση στην ινσουλίνη όσο και η διακύμανση του σακχάρου στο αίμα. Η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει είτε αντιδιαβητικά δισκία είτε ινσουλίνη. Η συμμετοχή του ενδοκρινολόγου κρίνεται απαραίτητη.
Η υπέρταση στην κύηση είναι πιθανή και ο αυτοέλεγχος με μετρήσεις από την ίδια τη μητέρα με ικανού μεγέθους ζώνη χεριού πρέπει να είναι καθημερινή πρακτική. Οι υπερβολικά παχύσαρκες γυναίκες εμφανίζουν οριακές τιμές πίεσης (140/90) και η θεραπευτική χορήγηση κατάλληλων φαρμάκων είναι απαραίτητη.
Ο έλεγχος της πίεσης απομακρύνει τον κίνδυνο προεκλαμψίας και καθιστά την ολοκλήρωση της κύησης ασφαλή. Ο έλεγχος για επεισόδια αποφρακτικής υπνικής άπνοιας είναι απαραίτητος, διότι προδιαθέτει σε εμφάνιση προεκλαμψίας, εκλαμψίας, μητρικών καρδιολογικών και θρομβοτικών προβλημάτων, πρόωρο τοκετό, διαταραχές στην ανάπτυξη του εμβρύου και ενδομήτριο ή περιγεννητικό θάνατο. Ο περιορισμός των επεισοδίων επιβάλλεται με χρήση κατάλληλης μάσκας κατά τον ύπνο.
Γυναίκες με Δείκτη Μάζας Σώματος πάνω από 50 έχουν 5,7-13,6 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν ενδομήτριο ή περιγεννητικό θάνατο του εμβρύου. Μητέρες που έχουν υποβληθεί σε βαριατρική επέμβαση θα πρέπει να ελέγχονται για πιθανές διαταραχές σε βιταμίνες, ιχνοστοιχεία, σίδερο ή ηλεκτρολύτες. Όλες οι διαταραχές θα πρέπει να διορθώνονται.
Καθημερινές ανάγκες αναπλήρωσης σε γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε γαστρική παράκαμψη:
- Πρωτεϊνική ανεπάρκεια: 60 γραμμ. πρωτεΐνης καθημερινά.
- Ανεπάρκεια σιδήρου: Παρουσιάζεται στο 10%. 40-65 μg καθημερινά.
- Ανεπάρκεια βιταμίνης Α: Παρουσιάζεται στο 10%. 5.000 μονάδες καθημερινά.
- Ανεπάρκεια βιταμίνης 12: 10 μg καθημερινά ή 1.000 μg. Μία φορά το μήνα.
- Ανεπάρκεια βιταμίνης D: 1.000 UI καθημερινά.
- Διόρθωση ασβεστίου, μαγνησίου, φολικού οξέος, βιταμίνης Κ.
Καθώς η κύηση εισέρχεται στο τρίτο τρίμηνο, πρέπει να εκτιμηθεί επακριβώς ο κίνδυνος για κάθε εγκυμονούσα, λαμβάνοντας υπόψη το βάρος του εμβρύου, τη ρύθμιση του σακχάρου, τη διόρθωση της πίεσης, την ανάπτυξη του εμβρύου, ιστορικό από προβλήματα από προηγούμενη γέννα, την αναπνευστική κατάσταση της εγκύου, καρδιολογική εκτίμηση για πιθανή μείζονα χειρουργική επέμβαση, αναισθησιολογική εκτίμηση και πλάνο σχετικό με την ακολουθητέα πολιτική κατά τον τοκετό.
Τέλος, κατά τον τοκετό, επειδή στις παχύσαρκες διαταράσσεται η έκθεση του γονιδίου της corticotrophin releasing hormone (CRH), ορμόνης του πλακούντα που προμηνύει την έναρξη της διαδικασίας , η τεχνική πρόκληση ωδινών ίσως είναι απαραίτητη.
Η δοσολογία των φαρμάκων πρέπει να προσαρμόζεται στο βάρος της εγκύου και η ολοκλήρωση με καισαρική τομή της διαδικασίας πρέπει πάντα να αποφασίζεται νωρίς, ούτως ώστε να ελαττώνονται οι πιθανότητες εμφάνισης επιπλοκών.
Η χειρουργική παρέμβαση σε αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να εφαρμόζει καλή χειρουργική τεχνική, επιμελή αιμόσταση και σύγκληση του τραύματος, ούτως ώστε να ελαττωθεί η πιθανότητα εμφάνισης μετεγχειρητικών επιπλοκών (ύγρωμα, αιμάτωμα).
Μετά την επιτυχή για την έγκυο και το νεογνό ολοκλήρωση της κύησης και του τοκετού, ιδιαίτερη πρέπει να είναι η προσπάθεια της μητέρας να ακολουθήσει πρόγραμμα ελέγχου του βάρους, ούτως ώστε αφενός μεν να χάσει τα περιττά κιλά της κύησης, αφετέρου να διατηρήσει μειωμένο βάρος, ώστε μία νέα κύηση να μην έχει τους κινδύνους που αναλύσαμε παραπάνω.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
O Δρ Ηλίας Μάργαρης είναι χειρουργός, διευθυντής της Ε’ Χειρουργικής Κλινικής του Νοσοκομείου Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center. Είναι επικεφαλής του τμήματος Βαριατρικής Χειρουργικής του Νοσοκομείου.
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ- ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ
Αποφοίτησε από την Ιατρική Σχολή του ΑΠΘ το 1980. Μετά τη θητεία του στο στρατό ολοκλήρωσε την ειδικότητά του στην Α’ Χειρουργική Κλινική του ΕΚΠΑ στο Λαϊκό Νοσοκομείο το 1988. Εκπόνησε διδακτορική διατριβή με τίτλο «Φλεγμονώδη Ανευρύσματα Κοιλιακής Αορτής» και ανακηρύχτηκε διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1988 διορίσθηκε επιμελητής Β’ στο Γ.Ν. Ζακύνθου. Με εκπαιδευτική άδεια ενός χρόνου από το ΕΣΥ και με υποτροφία του Αμφιαράειου Ιδρύματος Χημειοθεραπευτικών Ερευνών μετεκπαιδεύθηκε στη χειρουργική του ήπατος των χοληφόρων και του παγκρέατος στα Νοσοκομεία King’s College Hospital και Saint George’s Hospital του Λονδίνου.
ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ
Επιστρέφοντας στη Ελλάδα το 1990 διορίσθηκε επιμελητής Β΄ στο Νοσοκομείο Δυτικής Αττικής και μετατέθηκε σε ομοιόβαθμη θέση του Νοσοκομείου «Γ. Γεννηματάς» το 1993. Οκτώβριος 1998: Έγινε με τη διαδικασία της εξέλιξης επιμελητής Α’.
Σεπτέμβριος 2003: Με εκπαιδευτική άδεια του ΕΣΥ ξεκίνησε τη μετεκπαίδευσή του στη Βαριατρική Χειρουργική στη MAYO CLINIC στο Rochester της Minessota των Ηνωμένων Πολιτειών.
Μάρτιος του 2004: Επιστροφή από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Απρίλιος του 2006: Με τη διαδικασία της εξέλιξης έγινε αναπληρωτής διευθυντής.
Οκτώβριος 2010: Εξελίχθηκε στο βαθμό του διευθυντή.
Τον Ιανουάριο του 2019 του ανατέθηκε η διεύθυνση της Β’ Χειρουργικής Κλινικής του Νοσοκομείου «Γ. Γεννηματάς», θέση από την οποία παραιτήθηκε τον Δεκέμβριο του 2021.
Διαβάστε παρακάτω το άρθρο, όπως δημοσιεύθηκε στο ένθετο Health by Nextdeal, τεύχος 07, (πατήστε πάνω στην εικόνα για μεγέθυνση):