Της Λάουρας Σταυρίδου
Η συνεχιζόμενη αναβολή απαραίτητης υγειονομικής φροντίδας, ελλοχεύει σοβαρούς κινδύνους για την υγεία και συσσωρεύει τα κόστη αποθεραπείας.
Αν και θεωρείται κοινή λογική η αναζήτηση ιατρικής φροντίδας, ωστόσο υπάρχουν αρκετοί λόγοι για τους οποίους οι άνθρωποι δεν αναζητούν θεραπεία εγκαίρως.
Πανεπιστημιακές έρευνες σε άτομα που καθυστέρησαν ή δεν πήραν καθόλου φροντίδα για το περιστατικό υγείας τους, έδειξαν πως ένα υψηλό ποσοστό περίπου 33% των συμμετεχόντων είχαν συναισθηματικές ανησυχίες, χαμηλή εμπιστοσύνη και κακή εικόνα για παράγοντες που σχετίζονται με γιατρούς και εν γένη οργανισμούς υγειονομικής περίθαλψης.
Το 12% ανέφερε πως περίμεναν ότι η ασθένεια ή τα συμπτώματά τους θα βελτιωθούν με την πάροδο του χρόνου.
Χρονικούς περιορισμούς ή δυσκολία πρόσβασης για λόγους άλλους από οικονομικούς, όπως πχ η απόσταση από κέντρο εξειδικευμένης φροντίδας, εμπόδισε το 17% να λάβει βοήθεια εγκαίρως.
Το μεγαλύτερο όμως ποσοστό (58%) ανέφεραν παραδοσιακά εμπόδια στην ιατρική περίθαλψη, όπως όπως υψηλό κόστος (24%), καμία ασφάλιση υγείας (8%) και μεγάλη λίστα αναμονής.
Στη χώρα μας το ποσοστό των ατόμων με ανάγκες για ιατρικές εξετάσεις ή θεραπείες που δεν ικανοποιήθηκαν για οικονομικούς λόγους, μεγάλη λίστα αναμονής, μεγάλη απόσταση από τον ιατρό ή έλλειψη μέσων συγκοινωνίας ήταν το 2022, 18%.
Η συμβουλή ενός Ασφαλιστικού Διαμεσολαβητή, μπορεί να δώσει απάντηση σε προβλήματα ανθρώπων που έχουν μικρή οικονομική δυνατότητα, δεν έχουν τακτοποιήσει τις εισφορές στο ταμείο τους ή δεν έχουν στην περιοχή τους εκτεταμένο δίκτυο ιατρών.
Κάθε είδους λύση είναι προτιμότερη από το να μην αναζητηθεί η απαραίτητη ιατρική φροντίδα.
Πηγή των στοιχείων για την Ελλάδα: Διεύθυνση Στατιστικών Πληθυσμού, Απασχόλησης και Κόστους Ζωής ΕΛΣΤΑΤ. Τα στοιχεία προέρχονται από την Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης (EU – SILC), η οποία διενεργείται από το έτος 2003.